Λένι Ρίφενσταλ: Λάτρης της ομορφιάς ή αποκρουστική προπαγανδίστρια;
μυθική φιγούρα μιας προπολεμικής κινημοταγραφίστριας μισοξεχασμένης από ένα έθνος που επέλεξε να εξαλείψει από τη μνήμη του μια περίοδο της ιστορίας του.
Πορφανώς το έθνος αυτό είναι η Γερμανία και η περίοδος της ιστορίας του είναι η περιόδος του ναζισμού. Η Σόνταγκ βρίσκει πως η εισαγωγή αποτελεί εξαιρετικό δείγμα προπαγανδιστικού λόγου και είναι ενδεικτική της παραπληροφόρησης που καλλιέργησε η Ρίφενσταλ γύρω από το όνομά της. Ο Jonas Mekas αναφέρει για την Ρίφενσταλ πως "αν είσαι ιδεαλιστής θα δεις ιδεαλισμό στις ταινίες της. Αν είσαι κλασικιστής θα δεις στις ταινίες της έναν ύμνο στον κλασικισμό. Κι αν είσαι ναζιστής θα δεις στις ταινίες της ναζισμό". Βέβαια, μια κινηματογραφίστρια-χαμαιλέων στην εποχή της ναζιστικής Γερμανίας δεν μπορεί είναι και τόσο αθώα. Το απολιτικό δεν έχει σε κάθε εποχή το ίδιο νόημα και δεν υπάρχει αμφιβολία πως το μεγαλύτερο μέρος του έργου της αποτελούσε ναζιστική προπαγάνδα.
Σε συνέντευξή της στα Cahiers du Cinéma η Ρίφενσταλ ονομάζει τη δουλειά της cinéma-verité και δηλώνει πως εκεί "δεν υπάρχει μεροληπτικό σχόλιο για τον απλούστατο λόγο ότι δεν υπάρχει σχολιασμός. Πρόκεται για αφήγηση -για σκέτη αφήγηση". Λες και δεν γνωρίζουμε τι σκοπούς μπορεί να υπηρετήσει μια αφήγηση. Οι ταινίες επικαίρων αποτελούν τρανό παράδειγμα.
Η θεματολογία των ταινιών της είναι, άλλωστε, το πιο ισχυρό πειστήριο: Στο "Γαλάζιο φως" το βουνό γίνεται σύμβολο του υπέρτατα ωραίου και συνάμα επικίνδυνου, της μεγαλειώδους δύναμης που μπορεί να κατακτήσει ο άνθρωπος.
[...] η ορειβασία ήταν μια γλαφυρά οπτικοποιημένη μεταφορά της δίχως όρια επιδίωξης του μυστικού σκοπού, ωραίου και συνάμα τρομακτικού, ο οποίος έμελλε αργότερα να πάρει συγκεκριμένη μορφή στη λατρεία του Φύρερ.
Στη "Συγκέντρωση στη Νυρεμβέργη" δοξολογείται το πρώτο Συνέδριο του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος. Στον "Στρατό μας" υμνείται η στρατιωτική πειθαρχία. Στο "Ολύμπια" παρουσιάζονται οι Ολυμπιακοί αγώνες του 1936, ενώ η "Δύναμη της θέλησης" -την οποία ο Χίτλερ εξήρε ως μοναδική και ασύγκριτη εξύμνηση του κινήματός του- παρουσιάζει το Συνέδριο του Κόμματος το 1934.
Η θεματολογία των ταινιών της είναι, άλλωστε, το πιο ισχυρό πειστήριο: Στο "Γαλάζιο φως" το βουνό γίνεται σύμβολο του υπέρτατα ωραίου και συνάμα επικίνδυνου, της μεγαλειώδους δύναμης που μπορεί να κατακτήσει ο άνθρωπος.
[...] η ορειβασία ήταν μια γλαφυρά οπτικοποιημένη μεταφορά της δίχως όρια επιδίωξης του μυστικού σκοπού, ωραίου και συνάμα τρομακτικού, ο οποίος έμελλε αργότερα να πάρει συγκεκριμένη μορφή στη λατρεία του Φύρερ.
Στη "Συγκέντρωση στη Νυρεμβέργη" δοξολογείται το πρώτο Συνέδριο του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος. Στον "Στρατό μας" υμνείται η στρατιωτική πειθαρχία. Στο "Ολύμπια" παρουσιάζονται οι Ολυμπιακοί αγώνες του 1936, ενώ η "Δύναμη της θέλησης" -την οποία ο Χίτλερ εξήρε ως μοναδική και ασύγκριτη εξύμνηση του κινήματός του- παρουσιάζει το Συνέδριο του Κόμματος το 1934.
Ακόμη και η περίπτωση των Νούμπα υποτάσσεται σε όλους τους κανόνες και τα ιδεώδη του ναζισμού. Μπορεί να είναι μαύροι και όχι Άριοι, αλλά τα τέλεια σμιλεμένα και μυώδη κορμιά τους, όπως και το γεγονός ότι δεν έχουν καμία σχέση με τον πολιτισμό δεν είναι καθόλου τυχαία.
Αυτό που διακρίνει τη φασιστική εκδοχή της παλιάς ιδέας του ευγενούς αγρίου είναι η περιφρόνηση για οτιδήποτε έχει σχέση με τον στοχασμό, την κριτική, τον πλουραλισμό.

Οι σχέσεις κυριαρχίας και υποδούλωσης παίρνουν τη μορφή μιας ορισμένης φαντασμαγορίας που χαρακτηρίζεται από τη μαζικοποίηση των ανθρώπινων ομάδων, τη μετατροπή των ανθρώπων σε πράγματα, την αναπαραγωγή ή ομοιοτυποποίηση των πραγμάτων και την ομαδοποίηση ανθρώπων και πραγμάτων γύρω από μια πανίσχυρη υπνωτιστική ηγετική φιγούρα ή δύναμη. Η φασιστική δραματουργία επικεντρώνεται στις οργιαστικές συναλλαγές μεταξύ ισχυρών δυνάμεων και των ανδρεικέλων τους που ομοιόμορφα ντυμένα παρουσιάζονται κατά ολοένα ογκούμενα κύματα. Η χορογραφία εναλλάσσεται ανάμεσα σε μιαν ακατάπαυστη κίνηση και σε μία παγωμένη, στατική "ανδρική" στάση. Η φασιστική τέχνη εξυμνεί την υποταγή, εκθειάζει τη βλακεία, μυθοποιεί τον θάνατο.

Η Σόνταγκ συνδέει ακόμη και τη βιομηχανία του "ανορθόδοξου σεξ" και του σκληρού πορνό με την αισθητική του φασισμού. Είναι γνωστό, άλλωστε, ότι ο Χίτλερ θεωρούσε την ηγεσία ως σεξουαλική κυριαρχία πάνω στις "θηλυκές μάζες", ως βιασμό. Ο σαδομαζοχισμός για παράδειγμα, μια ακραία έκφραση της σεξουαλικής εμπειρίας, τα τελευταία χρόνια προσαρτήθηκε στη ναζιστική συμβολική.
Ωστόσο, το σημαντικότερο για τη Σόνταγκ είναι να κατανοήσει ο σύγχρονος άνθρωπος πως εθνικοσοσιαλισμός δε σημαίνει μόνο κτηνωδία και τρόμο, αλλά και πολλά άλλα πράγματα, ενδεχομένως πιο δυσδιάκριτα και πολύ επικίνδυνα.
Ο εθνικοσοσιαλισμός -και γενικότερα ο φασισμός- σημαίνει επίσης και ένα ιδεώδες ή μάλλον κάποια ιδεώδη που επιβιώνουν σήμερα κάτω από άλλες σημαίες: το ιδεώδες της ζωής και της τέχνης, η λατρεία της ομορφιάς, ο φετιχισμός του θάρρους, η διάλυση της αποξένωσης σε εκστατικά αισθήματα κοινότητας· η απόρριψη της διανόησης· η ανδροκρατική οικογένεια.
***
Susan Sontag, Η γοητεία του φασισμού (μτφρ. Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος), Ύψιλον/βιβλία, Αθήνα 2010.