Ο Νιλς Λυν είναι ένα από τα σημαντικότερα μυθιστορήματα της δανέζικης λογοτεχνίας. Γράφτηκε το 1880 από τον Γενς Πίτερ Γιάκομπσεν και υπήρξε ένα από τα αγαπημένα βιβλία του Ρίλκε. Όταν το διάβασε, έγραψε στον Ροντέν: "Διαβάζοντας για πρώτη φορά τον Νιλς Λυν σκόπευα να ψάξω να βρω τον συγγραφέα του και να κάνω το παν για να γίνω φίλος του. Ήταν ένα αξέχαστο βιβλίο". Ο Γιάκομπσεν, όμως, είχε ήδη πεθάνει. Αυτοί οι δύο ποτέ δεν έγιναν φίλοι. Ο Ρίλκε, επηρεασμένος από το μυθιστόρημα του Γιάκομπσεν, έγραψε αργότερα τα Τετράδια του Μάλτε Λάουριντς Μπρίγκε.
Στα τέλη του 19ου αιώνα, ο ρομαντισμός αδυνατεί να ξεπεράσει την κρίση του. Το ορθολογικό πνεύμα κυριαρχεί, ο θετικισμός και ο εμπειρισμός επηρεάζουν τις λογοτεχνίες της Ευρώπης, που αποστρέφονται τη ρομαντική θρηνολογία, τη φαντασία και την ονειροπόληση και γοητεύονται από την πραγματικότητα. Ο Δανός συγγραφέας, ωστόσο, δεν ακολουθεί τις επιταγές του καιρού του.
Ο Νιλς είναι ένας νεαρός ονειροπόλος, ένας από εκείνους τους ανθρώπους που δεν είναι προορισμένοι για τη δράση, αλλά για το όνειρο, ένας στρατιώτης στην υπηρεσία του ιδανικού, ένας καλλιτέχνης χωρίς ταλέντα, ένας ζωγράφος χωρίς χέρια. Το βιβλίο γράφτηκε για όλους εκείνους που, όπως ο Νιλς, δέχονται τα χτυπήματα της μοίρας και πονούν:
Ο Νιλς είναι ένας νεαρός ονειροπόλος, ένας από εκείνους τους ανθρώπους που δεν είναι προορισμένοι για τη δράση, αλλά για το όνειρο, ένας στρατιώτης στην υπηρεσία του ιδανικού, ένας καλλιτέχνης χωρίς ταλέντα, ένας ζωγράφος χωρίς χέρια. Το βιβλίο γράφτηκε για όλους εκείνους που, όπως ο Νιλς, δέχονται τα χτυπήματα της μοίρας και πονούν:
Μερικοί χαρακτήρες που είναι πολύ δυνατοί δέχονται τον πόνο γενναία, σαν
ένα φορτίο που το βάρος του κάνει τους άλλους να εκτιμήσουν τη δύναμη αυτού που
το σηκώνει. Άλλοι –αδύναμοι– εγκαταλείπονται χωρίς καμία αντίσταση στον πόνο,
σα να 'ναι θύματα μιας ανελέητης αρρώστιας. Ο πόνος εισχωρεί μέσα στον
οργανισμό τους σα να είναι ένας σωματικός πόνος και, μετά από μια μεγάλη μάχη, μεταμορφώνεται,
ελαττώνεται και εξαφανίζεται, αφήνοντάς τους ηττημένους.
Μέσα από τη σχέση του με έξι διαφορετικές γυναίκες, μεταξύ των οποίων η μητέρα του, η νεαρή του θεία, η γοητευτική του ξαδέρφη, η σύζυγος του καλύτερού του φίλου, ο Νιλς θα γνωρίσει τον εαυτό του. Έξι διαφορετικές σχέσεις θα φωτίσουν έξι διαφορετκές πλευρές του ίδιου ανθρώπου. Θα ερωτευτεί παράφορα και θα αγαπήσει αληθινά. Ποτέ δε θα σταματήσει να κυνηγά το απόλυτο. Σ' αυτό το κυνήγι, που θα διαρκέσει όσο η ζωή του, θα κατακτήσει την εσωτερική του δικαίωση.
Μέσα από τη σχέση του με έξι διαφορετικές γυναίκες, μεταξύ των οποίων η μητέρα του, η νεαρή του θεία, η γοητευτική του ξαδέρφη, η σύζυγος του καλύτερού του φίλου, ο Νιλς θα γνωρίσει τον εαυτό του. Έξι διαφορετικές σχέσεις θα φωτίσουν έξι διαφορετκές πλευρές του ίδιου ανθρώπου. Θα ερωτευτεί παράφορα και θα αγαπήσει αληθινά. Ποτέ δε θα σταματήσει να κυνηγά το απόλυτο. Σ' αυτό το κυνήγι, που θα διαρκέσει όσο η ζωή του, θα κατακτήσει την εσωτερική του δικαίωση.
Τόσες πτυχές του χαρακτήρα του που αγνοούσε τώρα παρουσιάστηκαν μπροστά
στα μάτια του. Προχωρεί για την ανακάλυψη του εαυτού του, άλλοτε με τρόμο και
άλλοτε με μια αβέβαιη χαρά.
Ο έρωτας παρουσιάζεται ιδεατός, ανεκπλήρωτος και άπιαστος, πηγή επίγειας ευδαιμονίας και ηθικής τελείωσης. Η πορεία προς την κατάκτησή του είναι πορεία προς τη γνώση του εαυτού, μια κατάδυση στο χρόνο, μια επιστροφή στην παιδικότητα, στην ανάμνηση, μια κάθαρση που μόνο η ψηλάφηση της αλήθειας μπορεί να χαρίσει.
Ήθελε η αγαπημένη του ν' αγαπήσει αυτόν, τον αληθινό Νιλς Λυν, κι όχι τον Νιλς των ονείρων της, τον εξιδανικευμένο, με το περήφανο βάδισμα, με τους τρόπους τούς γεμάτους σιγουριά. [...]
Ο Νιλς τελικά έζησε τον έρωτα σε κάθε του μορφή. Προδόθηκε και πρόδωσε, υπήρξε θύμα απιστίας και απίστησε ο ίδιος, έζησε την αγιοσύνη του, αλλά και την αξιοθρήνητη μικρότητά του, τη φλογερή και βίαιη φύση του, αλλά και το γαλήνεμα.
Όταν έφτασε στο τέλος, στο σκοπό του, αλλά και στο τελευταίο σημείο της προσωπικής του πορείας, τα έχασε όλα. Η μελαγχολία φώλιασε μέσα του, "κάθε μέρα έμοιαζε με μια άδεια απεραντωσύνη, κάθε νύκτα ήταν μια κόλαση αναμνήσεων". Έχασε την αγαπημένη του σύζυγο, έχασε τη βεβαιότητά του για την ανυπαρξία του θείου, προσκύνησε τον Θεό που ποτέ δεν πίστεψε, έχασε την εμπιστοσύνη στον εαυτό του, έχασε το παιδί του. Και χάθηκε κι ο ίδιος.
Γενς Π. Γιάκομπσεν, Νιλς Λυν, Μέδουσα (μτφρ. Φιφή Βασιλάκη), Αθήνα 1989.