Όπου και να σας βρίσκει το κακό, αδερφοί,
όπου και να θολώνει ο νους σας,
μνημονεύετε Διονύσιο Σολωμό
και μνημονεύετε Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη.
Η λαλιά που δεν ξέρει από ψέμα,
θα αναπαύσει το πρόσωπο του μαρτυρίου
με το λίγο βάμμα του γλαυκού στα χείλη.
Οδυσσέας Ελύτης
Ο
Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης γεννήθηκε το 1851 στη Σκιάθο. Γονείς του ήταν η
Αγγελική Μωραΐτη και ο ιερέας Αδαμάντιος Εμμανουήλ. Απέκτησαν οκτώ παιδιά, από
τα οποία όμως επέζησαν τα έξι. Τα παιδιά επηρεάστηκαν από την αυστηρότητα, την
καλοσύνη, την ταπεινότητα και τη θρησκευτική ευλάβεια του πατέρα τους.
Ο
πατήρ Αδαμάντιος ήταν άνθρωπος που αγαπούσε
τα γράμματα και ενδιαφέρθηκε για τη μόρφωση των τέκνων του. Έτσι, ο Αλέξανδρος γράφτηκε στο
αλληλοδιδακτικό σχολείο της Σκιάθου και κατόπιν στο σχολαρχείο, το οποίο
τελείωσε στη Σκόπελο και από το οποίο αποφοίτησε με το όνομα Παπαδιαμάντης. Παρ’
όλο που ένας απόφοιτος του σχολαρχείου θεωρούνταν μορφωμένος άνθρωπος για τα δεδομένα
της εποχής, ο Αλέξανδρος αποφάσισε να συνεχίσει τις σπουδές του και γράφτηκε
στο Γυμνάσιο Χαλκίδος το 1867. Εκεί παρακολούθησε τις δύο πρώτες τάξεις. Την
τρίτη τάξη την παρακολούθησε στο Γυμνάσιο Πειραιά, αλλά δε συνέχισε εκεί τις
σπουδές του λόγω οικονομικών δυσκολιών. Διακόπτει λοιπόν τη φοίτησή του και
επιστρέφει για λίγα χρόνια στη Σκιάθο. Εκείνο το χρονικό διάστημα επισκέπτεται
με ένα φίλο του το Άγιον Όρος. Πρόκειται για μια επίσκεψη που του προσέφερε
πολλά –διάβασε εκκλησιαστικά βιβλία, ήρθε σε επαφή με τη βυζαντινή μουσική και
την ψαλτική τέχνη- και σημάδεψε τη ζωή του. Τελικά, δεν ακολούθησε την
καλογερική αλλά μετά από την επίσκεψη αυτή αποκαλούσε τον εαυτό του
«κοσμοκαλόγερο».
Κατόπιν,
ακολουθώντας παραινέσεις φίλων του, εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και τελείωσε το
Γυμνάσιο στο Βαρβάκειο. Στη συνέχεια, γράφτηκε στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών, από
την οποία δεν αποφοίτησε ποτέ. Βιοποριζόταν ασχολούμενος με τις μεταφράσεις
ξένων λογοτεχνικών έργων, γαλλικών, αγγλικών και ρωσικών.
Εν τω
μεταξύ ο Παπαδιαμάντης αρχίζει να ασχολείται με τη συγγραφή αλλά οι συνθήκες
διαβίωσης στην Αθήνα είναι απελπιστικές. Ζει στα όρια της ανέχειας και μετά από
το θάνατο του αδελφού του πρέπει να ζήσει τις αδελφές του στη Σκιάθο. Στους
φιλολογικούς κύκλους της πρωτεύουσας δεν τα κατάφερε και δεν τον ενδιέφερε να
μπει ποτέ. Όπως πολλοί μεγάλοι καλλιτέχνες γνώρισε την καταξίωση μετά το θάνατό
του. Τα τρία τελευταία χρόνια της ζωής του αποσύρθηκε στη Σκιάθο. Πέθανε εκεί
πάμφτωχος το 1911.
Έργο
Ο
Παπαδιαμάντης εμφανίστηκε στα γράμματα ως μυθιστοριογράφος. Τα τρία πρώτα του
έργα, η Μετανάστις, οι Εμπόροι των Εθνών και η Γυφτοπούλα είναι ιστορικά μυθιστορήματα
επηρεασμένα από το κίνημα του ρομαντισμού. Οι υποθέσεις του τοποθετούνται στο
παρελθόν –την περίοδο της Ενετοκρατίας, την περίοδο της Επανάστασης, τα χρόνια
πριν από την άλωση της Κωνσταντινούπολης-
και η δράση έξω από τον ελληνικό χώρο.
Ο
ρομαντισμός όμως ήταν ένα κίνημα που στην Ελλάδα τουλάχιστον απέτυχε οικτρά.
Άλλωστε, τα χρόνια της διακυβέρνησης του Χαριλάου Τρικούπη η Ελλάδα είναι πια
ένα ανεξάρτητο κράτος που έχει αυξήσει τα σύνορά του αρκετά και αναζητά την
ταυτότητά του. Για τη γενιά του 1880, το αίτημα για τη δημιουργία μιας εθνικής
πεζογραφίας, απαλλαγμένης από τα ξένα πρότυπα είναι καίριο. Το έναυσμα το έδωσε
ο λαογράφος Νικόλαος Πολίτης που, σε συνεργασία με το περιοδικό Εστία, προκήρυξε διαγωνισμό για τη
συγγραφή διηγήματος με ελληνική υπόθεση. Ο Παπαδιαμάντης πήρε μέρος στο
διαγωνισμό με τη νουβέλα Χρήστος
Μηλιώνης. Φυσικά, δεν κέρδισε το διαγωνισμό, καθώς το βραβείο δόθηκε στο
Γεώργιο Βιζυηνό. Με τη νουβέλα αυτή όμως έκανε μια στροφή από το μυθιστόρημα
στο διήγημα και από το ρομαντισμό στην
ηθογραφία. Στη συνέχεια, έγραψε περίπου 180 διηγήματα.
Ρεαλισμός
– νατουραλισμός – λυρισμός – ρομαντισμός
Αν
και ηθογράφος, ο Παπαδιαμάντης δεν παρουσιάζει μια εξιδανικευμένη μορφή της
ζωής της υπαίθρου, όπως έκαναν άλλοι ομότεχνοί του. Αντίθετα, ακολουθώντας τις
επιταγές του κινήματος του ρεαλισμού, επιλέγει στα διηγήματά του να παρουσιάσει
κοινά θέματα, κοινές εμπειρίες, να απεικονίσει πιστά την πραγματικότητα
διατηρώντας, παράλληλα, μια κριτική στάση απέναντί της. Διαγράφει τη ζωή της
μικρής κοινωνίας του τόπου του υπογραμμίζοντας τη φτώχεια των ανθρώπων, την
αδικία, την αθλιότητα της μίζερης ζωής τους, τις σκληρές συνθήκες εργασίας.
Άλλες
φορές πάλι, ξεπερνά τα όρια του ρεαλισμού και κινείται στο χώρο του
νατουραλισμού -που δεν αποτελεί παρά μια ακραία μορφή του ρεαλισμού-,
επιλέγοντας προκλητικότερα γι’ αυτόν θέματα και αποτυπώνοντας φωτογραφικά και
με κάθε λεπτομέρεια την πραγματικότητα. Τα διδάγματα λοιπόν του νατουραλισμού ο
Παπαδιαμάντης τα εφαρμόζει στις περιγραφές του, όπου φαίνεται τόσο η
παρατηρητικότητά του όσο και η εμμονή του στη λεπτομέρεια. Νατουραλιστικό
αφήγημα της νεοελληνικής πεζογραφίας έχει χαρακτηριστεί Η Φόνισσα.
Ο
λυρισμός και ο ρομαντισμός είναι κινήματα που αντιτίθενται στις αρχές του
ρεαλισμού ή του νατουραλισμού. Παρ’ όλα αυτά, δείγματά τους υπάρχουν στο
παπαδιαμαντικό έργο. Αυτό φαίνεται στις λυρικότατες περιγραφές της φύσης, στην
ποιητικότητά του, στο θρησκευτικό συναίσθημα, στη νοσταλγική διάθεση των ηρώων,
το ρεμβασμό τους, στη θλίψη που προκαλεί στο συγγραφέα η σκέψη της χαμένης
αθωότητας.