O Ίταλο Καλβίνο έχει πολλές φορές χαρακτηριστεί ως "σύγχρονος κλασικός" της λογοτεχνίας. Στη δεκαετία του '90, έχω την εντύπωση πως στην Ελλάδα είχε γίνει μόδα. Τα καλοκαίρια έβλεπες πολύ συχνά στα χέρια λουόμενων αναγνωστών να φιγουράρουν οι "Δύσκολοι έρωτες", ενώ το "Αν μια νύχτα του χειμώνα ένας ταξιδιώτης" είχε μεγάλη επιτυχία στη χώρα μας.
Ο Καλβίνο έχει το χάρισμα να μιλά απλά κι ωραία για πράγματα δύσκολα. Στις "Αόρατες πόλεις" πάντρεψε ευφυέστατα τη λογοτεχνία με την αρχιτεκτονική του φανταστικού. Στο "Αν μια νύχτα του χειμώνα ένας ταξιδιώτης" τόλμησε σε ένα μυθιστόρημα να εντάξει τις αρχές δέκα διαφορετικών μυθιστορημάτων -διαφορετικού ύφους, συγγραφέα, εθνικότητας. Και δεν ήταν μόνο αυτό. Σ' αυτές τις ημιτελείς ασκήσεις επί χάρτου, κατάφερε να μιλήσει με χιούμορ για τη λογοτεχνία, τους αναγνώστες και την ανάγνωση, θίγοντας θέματα όπως η λογοκρισία, τα πνευματικά δικαιώματα, η λογοκλοπή. Όλα αυτά με μια μικρή δόση από γκαγκστερικές περιπέτειες.
Από όλα του τα βιβλία, όμως, αγάπησα περισσότερο τους "Δύσκολους έρωτες". Απολαυστικές ιστορίες για ανθρώπους που θέλουν, μα δεν μπορούν να συναντηθούν. Στην περιπέτεια της κολυμβήτριας, μια γυναίκα χάνει το κάτω μέρος του μαγιού της την ώρα που κολυμπά. Γαντζώνεται από μια σημαδούρα και προσπαθεί να κολυμπήσει με τρόπο που να μην εκθέτει τα οπίσθιά της στα βλέμματα των παραθεριστών.
Κι αυτή, ενώ είχε ανάγκη από εμπιστοσύνη, έβρισκε μπροστά της ένα φράχτη γεμάτο κακεντρέχειες και υπονοούμενα, έναν αγκαθότοπο γεμάτο βλέμματα που σε καρφώνουν, γκριμάτσες και διφορούμενα χαμόγελα, ξαφνικές ερωτηματικές σιωπές των κουπιών στην επιφάνεια του νερού, και κάθε φορά το έσκαγε μακριά τους.
Κολυμπά μέχρι το σούρουπο, που δυο ψαράδες οργανώνουν τη διάσωσή της. Η ψευδαίσθηση της έκθεσης -όταν κανείς δεν μας κοιτάζει αλλά νιώθουμε πως όλοι μάς παρακολουθούν- οδηγεί στην εσωτερική διαδικασία μιας επίπονης ενδοσκόπησης. Σκέψεις που αφορούν τον άντρα και τη γυναίκα, τον έρωτα, τα στερεότυπα, τη ζήλια. Μέχρι που η διάσωση διώχνει τελικά τον φόβο μιας επικείμενης τιμωρίας.
Η κυρία Ιζότα συνειδητοποίησε τότε πόσο μια γυναίκα είναι μόνη, πόσο σπάνια είναι ανάμεσα στις γυναίκες η αυθόρμητη και αλληλέγγυα καλοσύνη -θανάσιμα τραυματισμένη ίσως από τη στενή επαφή με τον άντρα- το μόνο πράγμα στον κόσμο που μπορεί να προλάβει κάθε σου ανάγκη, να σε περιβάλει με κατανόηση τη στιγμή της κακοτυχίας, και που οι άντρες δεν μπορούν να καταλάβουν. Οι γυναίκες δε θα την έσωναν ποτέ.
Στην περιπέτεια του υπαλλήλου, ο έρωτας παρουσιάζεται ως μοναδική ευκαιρία απόδρασης από τη βάσανο της καθημερινότητας. Η δύναμη της ρουτίνας και της συνήθειας, όμως, πάντα τον επισκιάζουν.
[...] δεν θα κατόρθωνε ποτέ να της πει τι ήταν γι' αυτόν η νύχτα που είχε περάσει, που ήδη ένιωθε να εξανεμίζεται, όπως εξανεμίζεται κάθε νύχτα τέλειου έρωτα, στη φρικτή καθημερινότητα του καιρού που περνά.
Παρόμοιες δυσκολίες βιώνουν στρατιώτες, κακοποιοί, φωτογράφοι, ταξιδιώτες, μύωπες, ποιητές και χιονοδρόμοι. Ο έρωτας ποτέ και πουθενά δεν είναι βιώσιμος. Χάνεται πίσω από τείχη ανυπέρβλητων εμποδίων. Η κάθαρση που προσφέρει είναι προσωρινή. Θαρρείς και η δυσκολία στην επικοινωνία αποτελεί απαραίτητο συστατικό του ερωτικού παιχνιδιού.
Στην περιπέτεια της παντρεμένης, η σύζυγος αποκτά αυτοπεποίθηση μετά από την πρώτη της μοιχεία. Στην περιπέτεια των παντρεμένων, άντρας και γυναίκα εκδηλώνουν σιωπηλά την τρυφερότητά τους όταν ένας από τους δύο απουσιάζει από το σπίτι: αγκαλιάζουν άδεια σεντόνια, ετοιμάζουν φαγητό για εκείνον που λείπει, φαντασιώνονται ο ένας τον άλλον, νιώθουν τη μυρωδιά τους στα ρούχα. Πνευματική παρουσία, σωματική απουσία.
Στην περιπέτεια της παντρεμένης, η σύζυγος αποκτά αυτοπεποίθηση μετά από την πρώτη της μοιχεία. Στην περιπέτεια των παντρεμένων, άντρας και γυναίκα εκδηλώνουν σιωπηλά την τρυφερότητά τους όταν ένας από τους δύο απουσιάζει από το σπίτι: αγκαλιάζουν άδεια σεντόνια, ετοιμάζουν φαγητό για εκείνον που λείπει, φαντασιώνονται ο ένας τον άλλον, νιώθουν τη μυρωδιά τους στα ρούχα. Πνευματική παρουσία, σωματική απουσία.
Στην περιπέτεια του αναγνώστη, που είναι η πιο ξεκαρδιστική από όλες (ίσως επειδή αφορά τους πιο τραγικούς από μας) συμβαίνει το αντίθετο: η αναγνώστης είναι παρών στον έρωτα σωματικά, αλλά απουσιάζει πνευματικά. Ο καημένος ο Αμεντέο πίσω από τις σελίδες του βιβλίου του ανακαλύπτει έναν κόσμο όπου η ζωή είναι πιο ζωντανή από την πραγματική. Ακόμη και στη θάλασσα, όταν κολυμπά, η καρδιά του είναι πάντα εκεί, στο βιβλίο που έχει αφήσει στην ακρογιαλιά. Τι γίνεται όταν μια γυναικεία παρουσία τραβά την προσοχή του;
Από την άλλη μεριά της πετσέτας η κυρία είχε βγάλει το σουτιέν της χωρίς να νοιάζεται αν αυτός κοίταζε ή όχι. Ο Αμεντέο δεν ήξερε αν έπρεπε να την κοιτάζει κάνοντας δήθεν πως διαβάζει, ή αν έπρεπε να συνεχίσει να διαβάζει κάνοντας δήθεν πως την κοιτάζει. Τον ενδιέφεραν και η μία και η άλλη περίπτωση και φοβόταν ότι αν κοίταζε θα φαινόταν πολύ αδιάκριτος, ενώ αν συνέχιζε να διαβάζει, πολύ αδιάφορος.
Τελικά, ο συμπαθητικός αναγνώστης και η κυρία με το γυμνό στήθος αρχίζουν να ερωτοτροπούν. Ο Αμεντέο, υπό την επήρεια του ερωτικού πάθους, προσπαθούσε να ελευθερώσει το ένα του χέρι για να βάλει το σελιδοδείκτη του βιβλίου του στη σωστή σελίδα. Δεν υπάρχει τίποτα πιο αντιπαθητικό από το να θέλεις να αρχίσεις αμέσως να διαβάζεις και να μη βρίσκεις σε ποια σελίδα είχες μείνει!
Δύσκολο πράγμα ο έρωτας. Αναρωτιέμαι αν ο Καλβίνο είχε δίκιο όταν έγραφε στη τελευταία φράση αυτού του τρυφερού βιβλίου: "Δεν υπάρχει κανείς που να μπορεί να μας δεχτεί και να μας καταλάβει".
Ίταλο Κλαβίνο, Οι δύσκολοι έρωτες, Αστάρτη (μτφρ. Ανταίος Χρυσοστομίδης), Αθήνα 1985.
***