Τις ήσυχες μέρες του καλοκαιριού, όταν η πόλη έχει αδειάσει, συγγενείς και φίλοι είναι διασκορπισμένοι στα νησιά και κατασκηνώνουν σε ερημικές ή κοσμικές παραλίες του Αιγαίου, είναι ωραίο να βάζουμε στο πρόγραμμα πράγματα που σπάνια προλαβαίνουμε να κάνουμε όταν το φθινοπωρινό πρόγραμμα αρχίζει και οι δουλειές είναι πολλές. Μετά τα θερινά σινεμά, που είναι πάντοτε πρώτα στη λίστα των προτιμήσεων γιατί εκεί μπορούμε να δούμε ταινίες που σπάνια παίζονται στους χειμερινούς κινηματογράφους, ακολουθούν οι εκθέσεις στα διάφορα μουσεία της πόλης. Κι αυτή τη φορά, η έκθεση ζωγραφικής και γλυπτικής του Αμερικανού George Condo, που θα φιλοξενείται στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης μέχρι και τον Οκτώβριο. Εξάλλου, η επίσκεψη σε μια τέτοια έκθεση ανήκει στα πράγματα που είναι προτιμότερο να κάνουμε μόνοι, ακολουθώντας τον δικό μας ρυθμό και απολαμβάνοντας το χάζεμα στο πωλητήριο και το καφέ του μουσείου μετά το τέλος της περιήγησης.
Ο Condo λοιπόν ήταν μια ευχάριστη έκπληξη. Δεν ήταν μόνο το περιεχόμενο της έκθεσης απολαυστικό, αλλά και το στήσιμό της μοντέρνο και ξεκούραστο. Τα έργα δεν εκτίθενται με χρονολογική σειρά ούτε ομαδοποιούνται με λογική τη θεματολογία τους. Αντίθετα, ο επισκέπτης σε κάθε αίθουσα έρχεται αντιμέτωπος με κάτι διαφορετικό. Αλλού βλέπει γλυπτά και αλλού ζωγραφικά έργα. Λάδια σε μεγάλους καμβάδες, ασπρόμαυρα σχέδια, πορτρέτα και κολάζ μοιάζουν να είναι ατάκτως ερριμμένα στις αίθουσες του μουσείου. Κοινή συνισταμένη όλων αυτών είναι τα παράξενα πλάσματα που πρωταγωνιστούν στην τέχνη του Condo και συνθέτουν μια δική του, προσωπική και σύγχρονη κομέντια ντελ άρτε: γκροτέσκοι χαρακτήρες, ιερείς, πότες, τραπεζίτες, καλόγριες και μπαλαρίνες ταλαντεύονται ανάμεσα στη γελοιότητα και την απόγνωση.
Κάθε φιγούρα φαίνεται πως είναι οικεία, ταυτόχρονα όμως δημιουργεί και την αίσθηση του ανοίκειου, αρνούμενη να υποταχθεί στις απαιτήσεις του ρόλου που καλείται να διαδραματίσει. Επιτρέπεται ένας ιερέας να χασκογελά; Μια μοναχή να φλερτάρει; Ένα ζευγάρι αρλεκίνων να αισθάνεται θλίψη; Μια μπαλαρίνα να είναι άσχημη; Ένας μεθύστακας συμπαθητικός; Ένα παιδί να καπνίζει και στο βλέμμα του να διακρίνεται ολοκάθαρο το μίσος; Όλα επιτρέπονται σ' αυτή τη φρενήρη "πινακοθήκη ηλιθίων": γουρλωτά μάτια, αλλόκοτες οδοντοστοιχίες, κεφάλια τετραγωνισμένα ή κομμένα, εικόνες που αναμειγνύονται με έντονες αποχρώσεις του κίτρινου, του πράσινου και του μοβ.
Η τεχνική του κολάζ συνδυάζεται με ζωγραφική και με αδρά ίχνη, σαν σκίτσα καμωμένα με λάδι, στα διάσημα "αντίποδα όντα" (antipodal beings), που εμφανίζονται στο έργο στα μέσα περίπου της δεκαετίας του 1990. Τα πλάσματα αυτά, μακρυμάλλικα, με μεγάλα αυτιά, είναι τα πρώτα που καταχωρήθηκαν στο ολοένα ευρυνόμενο πάνθεον των φανταστικών χαρακτήρων του Condo.[1]
Η τεχνική του κολάζ συνδυάζεται με ζωγραφική και με αδρά ίχνη, σαν σκίτσα καμωμένα με λάδι, στα διάσημα "αντίποδα όντα" (antipodal beings), που εμφανίζονται στο έργο στα μέσα περίπου της δεκαετίας του 1990. Τα πλάσματα αυτά, μακρυμάλλικα, με μεγάλα αυτιά, είναι τα πρώτα που καταχωρήθηκαν στο ολοένα ευρυνόμενο πάνθεον των φανταστικών χαρακτήρων του Condo.[1]
Σε πολλά έργα του Condo είναι εμφανής η επίδραση της ποπ αρτ, αλλά και των αμερικανικών κόμικς ή των κινουμένων σχεδίων της Ντίσνεϊ. Στα πορτρέτα των κυριών της μεγαλοαστικής τάξης μπορεί κανείς να παρατηρήσει ένα κολιέ από γυαλιστερές πέρλες ή ένα ακριβό ποτήρι κρασί στο χέρι της γυναικείας φιγούρας να συνδυάζεται με ένα πρόσωπο που θυμίζει άλλοτε τον Μπάγκς Μπάνι και άλλοτε τον Μίκι. Άλλες φορές, ένα ξεδοντιάρικο χαμόγελο αχνοφαίνεται κάτω από την ολοστρόγγυλη και κατακόκκινη μύτη-κλόουν.
Η ερωτική και σαρκαστική διάθεση των προσώπων δίνει στα έργα έναν χαρακτήρα οργιαστικό, και όλα μαζί συνθέτουν ένα σύνολο που χλευάζει την καθημερινότητά μας, αποστρέφεται κάθε σοβαροφάνεια και μας φορά κολάρο το φωτοστέφανο.
Πέρα από τα ζωγραφικά έργα, ενδιαφέρον παρουσιάζουν και τα σχέδια του Condo, μερικά από τα οποία θυμίζουν κυβιστικά σχέδια του Πικάσο.
Το σχέδιο αποτέλεσε διαχρονικά προπαρασκευαστικό στάδιο για καλλιτέχνες και ζωγράφους. Για τον Condo, ωστόσο, υπήρξε από νωρίς μια σημαντική και αυτόνομη διαδικασία, υπό την έννοια ότι, ως μέσο, του επέτρεψε έναν μεγάλο αυθορμητισμό και μια ευελιξία της χειρονομίας. Για τον Condo, σχέδιο και ζωγραφική λειτουργούσαν πάντα συμπληρωματικά το ένα προς το άλλο.
Σ' αυτή την έκθεση, που φαίνεται πως κυριαρχεί παντού η υπερβολή και διακωμωδείται με τέτοιο τρόπο η πραγματικότητα ώστε να καταλήγει παρωδία του ίδιου της του εαυτού, περισσότερο συγκινεί η τρυφερότητα με την οποία ο καλλιτέχνης αντιμετωπίζει τους ήρωές του. Μπορεί να μοιάζουν μανιακοί, τρελοί, εκστασιασμένοι, αλλά στην πραγματικότητα θυμίζουν εξαντλημένους και εξαθλιωμένους κλόουν, γελωτοποιούς και σαλτιμπάγκους μιας άλλης εποχής, που ήταν υποχρεωμένοι να πουλούν το χαμόγελό τους για να επιβιώσουν.
Οι κλόουν δεν είναι επάγγελμα προς εξαφάνιση. Στις προσωπογραφίες του Condo απαντούν συχνά. Το πραγματικό τους πρόσωπο, σκυθρωπό και κουρασμένο, είναι ζωγραφισμένο άλλοτε στο μέτωπο και άλλοτε στον πισινό τους. Οι ασύμμετρες οδοντοστοιχίες τους μαρτυρούν την αμηχανία τους: να κλάψουν ή να γελάσουν; Συχνά είναι μαχαιρωμένοι πισώπλατα ή καπνίζουν στο ολιγόλεπτο διάλειμμά τους από τη δουλειά. Εκεί όπου πρέπει υποχρεωτικά να είναι ευχάριστοι και χαμογελαστοί. Εκεί που όλοι υποχρεούμαστε να είμαστε ευχάριστοι και χαμογελαστοί.
***
[2] Για περισσότερες πληροφορίες, ρίξτε μια ματιά εδώ.