Τις μέρες που η καρδιά είναι σφιγμένη από τη λύπη, τα βιβλία παύουν να αποτελούν καταφύγιο. Μόνο τα παραμύθια μπορούν ν' ανοίξουν τις αγκάλες τους και να προσφέρουν ό,τι κατά καιρούς αναζητήσαμε. Στο ζεστό τους κουκούλι, βρίσκει κανείς την παρηγοριά και τη σοφία. Κάπως έτσι επέστρεψα στη συλλογή της Αγνής Στρουμπούλη "Ο δέντρος", που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Καλειδοσκόπιο τον χειμώνα που μας πέρασε και περιλαμβάνει 37 λαϊκά παραμύθια για δέντρα και φυτά.
Έναν καιρό ήτο μια άκληρη που 'βλεπε τα παιδάκια των αλλωνών. Ελυπείτο πολλά που δεν είχε κι εκείνη κανένα, κι επαρακάλει το Θεό να της δώσει κι εκείνης παιδία, κι ας ήτο ό,τι κι αν ήτο. Στα πολλά της παρακάλια, ο Θιος ήριψεν μπροστά της ένα δαφνόκουκκον.[1]
Κάποια από τα παραμύθια της συλλογής ανήκουν στην ειδική κατηγορία παραμυθιών που αφορούν "παιδιά με αλλόκοτη μορφή". Σ' αυτά, ένας γέρος και μια γριά ζούνε μαζί χρόνους πολλούς, αλλά δεν έχουνε παιδάκια και παρακαλούν τον Θεό να τους δώσει παιδιά κι ας είναι όπως κι αν είναι. Ο Θεός ακούει την επιθυμία τους και τους στέλνει άλλοτε ένα κουκί, άλλοτε ένα δαφνόκουκο, άλλοτε ένα κολοκύθι. Κι εκείνοι πάντοτε το προσέχουν και το φροντίζουν σαν αληθινό παιδάκι, αγνοώντας τη χλεύη των γειτόνων τους.
Επήρε το δαφνόκουκκον, εφίλησέν το, ετύλιξέν το καλά καλά σε πολλά πανιά σαν μωρουδάκι, ήβαλέν το σε κούνια ολόασπρη κι εκούνιαν το κι εναννάριζέν το. Οι γειτόνισσές της, πού 'ξεραν πως δεν είχε παιδί κι ήκουσαν τα ναννουρίσματά της, την αρώτηξαν από περιέργειά τως ίντα ναννάριζε. ["Το δαφνόκουκκον"]
Η συνέχεια του παραμυθιού είναι πάντοτε ακριβοδίκαια για το ζευγάρι των γερόντων που αγάπησε και φρόντισε έναν καρπό, ένα φυτό ή ένα δέντρο ωσάν να 'τανε παιδί. Σε κάποια παραμύθια ο καρπός χάνεται αλλά από τα δάκρυά των γονιών του φυτρώνει ένα μεγάλο δέντρο και μέσα από τα κλώνια του πετάγεται μια πανέμορφη κόρη. Άλλοτε, πάλι, τα κουκιά σκάνε και γίνονται παιδιά και πάει λέγοντας.
Σαν έφτασε η ώρα τους γέννησαν μαζί. Η βασίλισσα απόχτησε ένα όμορφο κοριτσάκι και το παλάτι φόρεσε τα γιορτινά του. Χαρές και γέλια και τραγούδια για τον ερχομό της βασιλοπούλας. Κείνη η γελαδαρού γέννησε ένα κολοκύθι, μα τι να κάνει, μάνα ήταν. Το πήρε στην αγκαλιά της, το φάσκιωσε και το 'βαλε στη σαρμανίτσα [κούνια] να κοιμηθεί. ["Το κολοκύθι"]
Το γνωστότερο από τα παραμύθια αυτής της κατηγορίας είναι το "Τσουκαλάκι", παραμύθι της Καρπάθου που απαντά σε 29 παραλλαγές στο νησί και πολλές άλλες σε όλη την Ελλάδα. "Το παραμύθι έχει ως θέμα του ένα άτεκνο ζευγάρι, το οποίο προσευχήθηκε στον Θεό να του χαρίσει ένα παιδί κι αν ακόμα είναι Τσουκαλάκι. Η επιθυμία του ζευγαριού ικανοποιήθηκε και ο Θεός τούς έστειλε για παιδί ένα Τσουκαλάκι. Το παιδί-Τσουκαλάκι εστάλη στον γάμο μιας αρχοντοπούλας, απ' όπου έφερε πρώτα φαγητά, κατόπιν λίρες και την τρίτη φορά τα περιττώματα της νύφης. Στο τελευταίο "δώρο" η μητέρα του "παιδιού" θύμωσε και έσπασε το Τσουκαλάκι. Από τα συντρίμμια τότε ακούστηκε η παραπονεμένη φωνή:
Καλά ρε μαμά! Τα φουφφού φουφφού τα ήθελες, τα λιλλιά λιλλιά τα ήθελες και τα κακκά κακκά δεν τα 'θελες;[2]
Σοφία Καλογεροπούλου |
Έχει ενδιαφέρον να μελετήσει κανείς τη λειτουργία που επιτελούσαν αυτού του είδους τα παραμύθια στις τοπικές κοινωνίες και να επιχειρήσει να ερμηνεύσει τις νοοτροπίες, αλλά και τις συνθήκες που δημιούργησαν την ανάγκη να πλαστούν τέτοιου είδους αφηγήσεις. Το "Τσουκαλάκι", μάλιστα, ξεχωρίζει από όλα τα άλλα, μιας και εδώ το παιδί δεν προέρχεται από τον κόσμο των φυτών και των ζώων, αλλά από τον υλικό κόσμο του νοικοκυριού, τον οποίο σε σπάνιες περιπτώσεις ο παραμυθιακός ανιμισμός μετατρέπει σε έμψυχο. Είναι επίσης εντυπωσιακό το γεγονός ότι το Τσουκαλάκι σε ελάχιστες παραλλαγές μεταμορφώνεται τελικά σε άνθρωπο και το πιθανότερο είναι ακόμα και σ΄αυτές, η σκηνή της μεταμόρφωσης να προστέθηκε αργότερα από κάποιους αφηγητές, για να δώσουν το ευτυχισμένο τέλος που θα ικανοποιούσε τον ακροατή.
Σε εποχές και κοινωνίες που ο προορισμός του ανθρώπου ταυτιζόταν με τη δημιουργία οικογένειας και την απόκτηση τέκνων και η τεκνογονία θεωρούνταν ύψιστη στιγμή συνεργασίας Θεού και ζευγαριού, η ατεκνία πιστευόταν για ντροπή και κατάρα. Αποτελούσε μείζον πρόβλημα για το ζευγάρι και για τη λύση του το αντρόγυνο κατέφευγε άλλοτε στη μαγεία και άλλοτε στον Θεό.
Το πρώτο που αναρωτιέται κανείς είναι αν η μητέρα του παραμυθιού αγαπά το Τσουκαλάκι, καθώς το εκμεταλλεύεται για να της φέρνει καλούδια και φλουριά, και όταν της φέρνει τις ακαθαρσίες της αρχοντοπούλας, εκείνη το τιμωρεί με τον σκληρότερο τρόπο. Ο Βασίλης Γεργατσούλης υποστηρίζει ότι το παραμύθι μπορεί να ερμηνευτεί με δύο διαφορετικούς τρόπους: Θα μπορούσε το Τσουκαλάκι να συμβολίζει το κάθε παιδί, που άλλοτε πράττει το καλό -και τότε οι γονείς το παινεύουν- και άλλοτε πράττει το κακό και το τιμωρούν. Η μάνα όμως εδώ, αντί να νουθετήσει το παιδί της, το πετάει, το εγκαταλείπει. Μοιάζει να αφαιρεί από το παιδί της τη ζωή, που υπήρξε για εκείνη θείο δώρο.
Σύμφωνα με τη δεύτερη ερμηνεία, τα δώρα που φέρνει το Τσουκαλάκι στους γονείς του συμβολίζουν την πορεία της ζωής του ανθρώπου: η ανάγκη για φαγητό (φουφφού=το φαγητό), η ανάγκη για πλουτισμό (τα λιλλιά=οι λίρες), η πορεία προς τα γηρατειά (κακκά=τα περιττώματα, η ανημπόρια). Όσο ο άνθρωπος φέρνει φαγητό και χρήματα στην οικογένεια, εκείνη του το ανταποδίδει. Όταν γερνά και κάνει τα κακά του πάνω του, ανήμπορος πια να προσφέρει, τον παραπετούν και τον διώχνουν. Άλλοι υποστήριξαν πως το Τσουκαλάκι είναι το παιδί που δεν είναι αρτιμελές, που παρουσιάζει προβλήματα στην ανάπτυξη και την εξέλιξή του.
Όποια ερμηνεία κι αν σκεφτεί και δώσει κανείς, δεν αναιρείται η αίσθηση για το δίκιο και το άδικο που αποκτά ο ακροατής στο τέλος του παραμυθιού. Η ιδιοτέλεια των γονέων που επιθυμούν να γίνουν τα παιδιά τους ό,τι εκείνοι ονειρεύονται, η περιφρόνηση για τον αδύναμο, η αγάπη που θεωρείται άδολη, ενώ πολλές φορές έχει αποδέκτη μόνο εκείνον του οποίου έχουμε την εύνοια είναι πράγματα που αφορούν και σήμερα τον άνθρωπο. Εξάλλου, αν όλα όσα αναφέρουν τα παραμύθια είχαν προ πολλού τελειώσει, θα ήταν αδύνατο να εξηγήσουμε τη γοητεία που ασκούν και σήμερα οι φαινομενικά απλοϊκές ιστορίες τους. Μέσα στις τόσες αλλαγές, ο άνθρωπος έμεινε ίδιος.
***
[1] Αγνή Στρουμπούλη, Ο δέντρος: Παραμύθια λαϊκά με δέντρα και φυτά, Καλειδοσκόπιο, Αθήνα 2017.
[2] Βασίλης Ι. Γεργατσούλης, "Το τσουκαλάκι": ένα λαϊκό παραμύθι της Καρπάθου, Αθήνα 2003.
[3] Στις εικόνες της ανάρτησης έργα του Ράλλη Κοψίδη που συνόδευσαν συλλογές λαϊκών παραμυθιών του Γιώργου Ιωάννου και Γ.Α. Μέγα.