Τασκένδη, 1956 |
Έγινε το 20ό συνέδριο και ξαφνικά ο κήπος αυτός κι όλο το σπίτι μετατράπηκε σε πεδίο μάχης. Στο 20ό συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος Σοβιετικής Ένωσης ο Στάλιν, που σαν πέθανε το 1953 τον έκλαψε όλη η Σοβιετική Ένωση, για να μην πω όλος ο προοδευτικός κόσμος πάνω στη γη, γκρεμίστηκε από το βάθρο του. Μάθαμε για εγκλήματα, για στρατόπεδα συγκέντρωσης. Βέβαια, στην Τασκένδη τα νέα έφταναν πιο αργά και τμηματικά.
Σε ένα μεγάλο θέατρο ετοίμαζαν μια γιορτή για τον Ζαχαριάδη και ξαφνικά θόρυβος και αναμπουμπούλα. Διαδίδεται πως ο Ζαχαριάδης έφυγε κρυφά. Ο κόσμος σκορπίζεται, τρέχει στις πολιτείες του και πολλοί στην 14η, που βρίσκεται η διοίκηση του Κ.Κ Τασκένδης, να μάθουν τι συμβαίνει. Η κεντρική επιτροπή έχει ταμπουρωθεί στο κτίριο που είναι τα γραφεία. Ο κόσμος που είναι μαζεμένος απ' έξω φωνάζει: "Να φύγετε, να φύγετε. Τώρα θα τα μάθουμε όλα, γιατί μας φέρατε ως εδώ". Οι ταμπουρωμένοι πετάνε από τα παράθυρα τούβλα και καρεκλοπόδαρα. Μα και οι κάτω αρχίζουν να δέρνονται μεταξύ τους. Άγριο ξύλο. "Πώς τολμάτε να βρίζετε τον αρχηγό!" Αμέσως χωρίζονται σε ζαχαριαδικούς και αντιζαχαριαδικούς.
Η Άλκη Ζέη στην Πράγα |
Ήρθε στο σπίτι μας ο Ιάκωβος που έμενε στο διπλανό μας δωμάτιο και μας έφερε τα νέα. "Σκοτώνονται στη δέκατη τέταρτη πολιτεία". Κι εκεί, στον ήρεμο κηπάκο μας, παραταχτήκαμε ξαφνικά σε δυο στρατόπεδα. Ζαχαριαδικοί και αντιζαχαριαδικοί, δηλαδή δογματικοί και αντιδογματικοί. Οι μισοί πιστέψαμε πως αρχίζει καινούργια ζωή και οι άλλοι θέλανε με πείσμα να κρατηθούν σε ό,τι και σε όποιον πιστέψανε ως τα τώρα. Ο Γιώργος πήγε στους φίλους μας, τους καθηγητές τους Σοβιετικούς, να μάθει τα νέα και τα έμαθε, για τον Στάλιν, τα στρατόπεδα, και τότε αυτοί ομολόγησαν πως ήταν εξορία στην Τασκένδη.
Γύρισε γρήγορα γιατί ανησυχούσε. Στους δρόμους οι δικοί μας δέρνονται, η αστυνομία τα έχει χάσει και μαζεύει να περιθάλψει τους δαρμένους. Οι Ουζμπέκοι, αυτοί πια τα έχασαν εντελώς. Είχαν τους Έλληνες για φιλήσυχο λαό, με τα τραγούδια τους και τις γιορτές τους. Τι πάθανε ξαφνικά; Τι πάθαμε;
Μεσάνυχτα. Στο σπίτι μας μπαινοβγαίνει κόσμος. Ο Ζαχαρίας, ο Γιαννίδης και όλο το θεατρικό τμήμα, που όλοι είναι αντιδογματικοί. Οι πόρτες όλων των δωματίων είναι ανοιχτές. Μπαινοβγαίνει ο ένας στο δωμάτιο του άλλου και βρίζονται. Στο δικό μας έρχονται και βρίζουν. Βρίζουν εμένα δηλαδή. Τον Γιώργο τον σέβονται όλοι. Ήρθε και η Κλάρα που θυμήθηκε πως, όταν ήρθα στην Τασκένδη, της πήρα το δωμάτιό της. Ποια νομίζω ότι είμαι. Αυτή πολέμησε στο βουνό και έχει και τραύμα. Εγώ που κατέφτασα σαν κυρία και ρώτησα πού είναι το μπάνιο; Έκανε να με αρπάξει από τα μαλλιά, μα τη σταμάτησαν οι άλλοι κι ο Γιώργος την έβγαλε από το δωμάτιο. Ξαφνικά η κόρη μου, τεσσάρων μηνών, άρχισε να κλαίει, ξέχασα να τη θηλάσω! Η νύχτα προχωράει, μα κανείς δε λέει να φύγει.
***
[1] Έλληνες πολιτικοί πρόσφυγες στην Ανατολική Ευρώπη, Πρακτικά Ημερίδας, Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων, Αθήνα 2011.