Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γερμανόφωνη Λογοτεχνία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γερμανόφωνη Λογοτεχνία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 2 Αυγούστου 2018

Για την ομορφιά και την ασχήμια

Dominique Issermann by Leonard Cohen
 
Η μεγαλύτερη ομορφιά στον άνθρωπο είναι η αρμονία. Μ' αυτό δεν εννοώ την εξωτερική, αλλά την αρμονία που ακτινοβολεί ένδοθεν, μια ορισμένη ισορροπία κι ένα ορισμένο ισοζύγιο μεταξύ αρνητικών και θετικών ιδιοτήτων συνθέτουν ένα μοναδικό και χαρακτηριστικό όλον. Όταν, για παράδειγμα, βλέπουμε μια γάτα, βλέπουμε κάτι απολύτως τέλειο. Και όμως η γάτα δεν είναι κάτι απολύτως "τέλειο". Δεν μπορεί ούτε να πετάξει, ούτε να γαβγίσει, ούτε να μιλήσει, ούτε να λογαριάσει, νομίζω πως υπάρχουν πολλά ακόμη που δεν μπορεί να κάνει. Μα όλα όσα κάνει τα κάνει τέλεια, και ποτέ δεν της περνούσε από το μυαλό να δοκιμάσει κάτι για το οποίο δεν είναι ικανή, για παράδειγμα να χορέψει. Υπάρχουν και άνθρωποι που όλα σ' αυτούς είναι τέλεια και σε απόλυτη αρμονία, άνθρωπoι που διαθέτουν τέτοια αυτοκυριαρχία, τέτοια ικανότητa αυτοκριτικής και τόσο πηγαία φυσικότητα που ποτέ δεν κάνουν κάτι το οποίο δεν ξέρουν να κάνουν. Γι΄αυτό δεν είναι ποτέ άσχημοι, γιατί άσχημες είναι μόνο η αδεξιότητα, η γελοιότητα και η ανόητη ματαιοδοξία. [1]

***

[1] Απόσπασμα από άρθρο της Μίλενα Γιέσενσκα στην τσέχικη εφημερίδα Νάροντνι Λίστυ.
Μαργκαρέτε Μπούμπερ-Νόϋμαν, Μίλενα από την Πράγα (Μτφρ. Τούλα Σιετή), Κίχλη & τα πράγματα, Αθήνα 2015.

Παρασκευή 19 Αυγούστου 2016

Το χρώμα της Δευτέρας Παρουσίας

 Ένα τραγικό κυνήγι φαντασμάτων...

Στο μυθιστόρημα του Λέο Πέρουτς "Ο Μαιτρ της Δευτέρας Παρουσίας", τη νύχτα τις 26ης Σεπτεμβρίου 1909, στην έπαυλη του αυλικού ηθοποιού Ευγένιου Μπίσοφ μια παρέα ευγενών κυρίων συγκεντρώνονται για να παίξουν μουσική δωματίου. Την παρέα αποτελούν ο Ευγένιος Μπίσοφ, η σύζυγός του Ντίνα Μπίσοφ, ο αδερφός της Φέλιξ, ο δόκτωρ Γκόρσκι, ο μηχανικός Σόλγκρουπ και ο βαρόνος φον Γιος, που αναλαμβάνει και τον ρόλο του αφηγητή. 

Κατά τη διάρκεια της βραδιάς, ο Ευγένιος Μπίσοφ μιλάει στους καλεσμένους του για τη γνωριμία του με έναν αξιωματικό του Πολεμικού Ναυτικού. Αφηγείται πώς βρέθηκε νεκρός μετά την προσπάθειά του να εξιχνιάσει τις συνθήκες κάτω από τις οποίες είχε αυτοκτονήσει ο αδερφός του. Λίγη ώρα αργότερα, ακούγεται ένας πυροβολισμός και ο Ευγένιος Μπίσοφ πέφτει στον κήπο νεκρός. Αυτοκτονία. 

Ο Φέλιξ κατηγορεί τον βαρόνο φον Γιος για τον θάνατο του Μπίσοφ. Η αντιζηλία μεταξύ τους κρατούσε από τότε που ο ηθοποιός παντρεύτηκε την Ντίνα, τη γυναίκα που αγαπούσε παράφορα ο βαρόνος. Η ομάδα των συνδαιτυμόνων ξεκινά μια έρευνα για να εξιχνιάσει το έγκλημα, και ο βαρόνος μια αφήγηση που στοχεύει περισσότερο να αποδείξει την αθωότητά του, παρά να αποκαλύψει την αλήθεια. 

Ένα ονειροπόλημα με παραπλάνησε! Μια άγνωστη βούληση με ανάγκασε να πάρω πάνω μου μια πράξη για την οποία δεν ευθυνόμουν. Όχι, δεν είχα έρθει εδώ! Δεν είχα μιλήσει με τον Ευγένιο Μπίσοφ, δεν είμαι δολοφόνος! Όλα ήταν όνειρο και φαντασίωση, που αναδύθηκαν από την Κόλαση και τώρα ξαναγύρισαν εκεί.

Οι εσωτερικοί χώροι, τα λίγα πρόσωπα, η σκοτεινή ατμόσφαιρα προσδίδουν θεατρικότητα στο έργο, ενώ το αμφιλεγόμενο ποιόν των χαρακτήρων τούς μετατρέπει σε καρικατούρες, και ο αναγνώστης αισθάνεται άλλοτε ότι διαβάζει ένα μυθιστόρημα αγωνίας και άλλοτε μια μαύρη κωμωδία.  

Μια διαβολική παγίδα! Καταλαβαίνετε; Το κέντρο της φαντασίας είναι συγχρόνως το κέντρο του φόβου. Αυτό είναι! Φόβος και φαντασία είναι άρρηκτα συνδεδεμένα μεταξύ τους. Ανέκαθεν οι μεγάλοι ονειροπόλοι ήταν δέσμιοι του φόβου και της φρίκης. 

Τελικά, στην εξιχνίαση του εγκλήματος οδηγεί ένα αντικείμενο -κάτι συνηθισμένο στα αστυνομικά μυθιστορήματα- ενώ για την αυτοκτονία του Μπίσοφ και όσων προσπαθήσουν να την ερμηνεύσουν ευθύνεται ένα κείμενο εγκιβωτισμένο στην αφήγηση του βαρόνου.

Πώς συνδέονται όλα αυτά με τη Δευτέρα Παρουσία, το χρώμα "του αίματος, της αμαρτίας και της φωτιάς" και τον φόβο της Κόλασης; Τι σχέση μπορεί να έχει ο τρόμος του ανθρώπου πριν από τη στιγμή της κρίσης, με τον τρόμο του δημιουργού μπροστά στο ανολοκλήρωτο ή αγέννητο έργο τέχνης;

Το βιβλίο ξεκινά με έναν "πρόλογο αντί επιλόγου" από τον αφηγητή, και κλείνει με έναν επίλογο αντί προλόγου από τον πρώτο εκδότη του, που απαντά σε αρκετά από τα ερωτηματικά που γεννώνται στον αναγνώστη. Έτσι κι αλλιώς, όλα παραμένουν ρευστά. Η αφήγηση του βαρόνου άλλοτε προσπαθεί να αποδείξει την αθωότητά του και άλλοτε μοιάζει με ομολογία ενοχής. 

Όπως πολλά σπουδαία έργα, έτσι και το έργο του Πέρουτς φεύγει πέρα από τις προθέσεις του δημιουργού του. Ο Μπένγιαμιν και ο Μπόρχες το χαρακτήριζαν αστυνομικό μυθιστόρημα, αν και ο ίδιος ο συγγραφέας του επέμενε πως ποτέ του δεν είχε ασχοληθεί με την αστυνομική λογοτεχνία.

Το βιβλίο του Πέρουτς κινείται ελεύθερα ανάμεσα στο αστυνομικό και το ψυχολογικό μυθιστόρημα, χωρίς να είναι τίποτα από τα δύο. Αν υποθέσουμε ότι καθένα από τα είδη αυτά περιστρέφεται γύρω από έναν άξονα, τότε αυτός για το αστυνομικό είναι η αλήθεια, για το ψυχολογικό οι προθέσεις και το ποιόν των πρωταγωνιστών. Το μυθιστόρημα αυτό ούτε ακολουθεί κατά βάση την εξωτερική πραγματικότητα, ώστε να είναι καθαρά αστυνομικό, αλλά ούτε και εμβαθύνει ιδιαίτερα στις εσωτερικές εντάσεις, ώστε να χαρακτηριστεί ψυχολογικό. 

Είναι ένα στοχαστικό, αλληγορικό μυθιστόρημα μυστηρίου, που μας υπενθυμίζει την άποψη της Beate Pinkerneil: "Το να θέλει κανείς να αποκρυπτογραφήσει τα παράδοξα συμβάντα στην αφήγηση του Πέρουτς είναι σαν να αναζητεί τη σαφήνεια εκεί που βασιλεύει η αμφιβολία".

Σε τελική ανάλυση, πόσα γνωρίζουμε ο ένας για τον άλλον; Κάθε άνθρωπος κουβαλάει μέσα του τη δική του "Ημέρα της Κρίσεως". Ποιος ξέρει;

***

[1] Οι εικόνες που συνοδεύουν την ανάρτηση είναι εξώφυλλα του γερμανικού περιοδικού Der Orchiddengarten, του πρώτου περιοδικού για τη λογοτεχνία του φανταστικού (1919-1921).

[2] Leo Perutz, Ο Μαιτρ της Δευτέρας Παρουσίας (μτφρ. Ρόζα Ιωαννίδου), Κίχλη, Αθήνα 2016. 
 




Τετάρτη 11 Δεκεμβρίου 2013

Αλληγορία και ολιγωρία στο "Μαγικό Βουνό"




Κάποιες φορές η ανάγνωση ενός βιβλίου μετατρέπεται σε μεταφυσική εμπειρία. Διαβάζεις ένα βιβλίο. Κάποιος σου το πρότεινε. Ή το πρότεινες εσύ στον εαυτό σου. Ή αποτελεί έναν ακόμα ψυχαναγκασμό: "Θεωρείται ένα από τα αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Πρέπει να το διαβάσεις!" Ξεκινάς, περνούν οι σελίδες, βυθίζεσαι όλο και βαθύτερα στο νόημά του, συμπάσχεις με τον ήρωα, πέφτεις για ύπνο και μόλις κλείσεις τα μάτια λέξεις, φράσεις και παράγραφοι περνούν από μπροστά σου, τυπωμένες πάνω σε χαρτάκια ποστ-ιτ. Και μετά αρχίζουν και σου συμβαίνουν παράξενα πράγματα. Ανεβάζεις δέκατα. Ο χρόνος κυλάει διαφορετικά. Οι άνθρωποι γύρω σου κινούνται αλλιώς. Ο καθένας θα μπορούσε να ενσαρκώσει ένα από τα πρόσωπα του βιβλίου. Η ζωή γίνεται ένα σκηνικό. Το βιβλίο ένα έργο που παίζεται μπροστά σου. 

Το "Μαγικό βουνό" του Τόμας Μαν συγκεντρώνει όλες αυτές τις ιδιότητες. Η υπόθεση είναι φαινομενικά απλή.  Ο νεαρός μηχανικός από το Αμβούργο Χανς Κάστορπ, επισκέπτεται το σανατόριο Μπέργκχοφ της Ελβετίας για να δει τον ξάδεφό του, Γιοάχιμ Τσείμσεν. Μια μικρή αδιαθεσία και ένας παρατεταμένος πυρετός οδηγούν το γιατρό του σανατορίου, αυλικό σύμβουλο Μπέρενς, να του προτείνει μια δαρκέστερη παραμονή. Τελικά ο Χανς Κάστορπ αποφασίζει να μείνει στο σανατόριο για τρεις βδομάδες. Μόνο που οι τρεις βδομάδες, χωρίς να το καταλάβει, μετατρέπονται σε επτά χρόνια. 

Το βιβλίο είναι ένα "έπος" 1200 σελίδων. Ο αναγνώστης κατά τη διάρκεια της ανάγνωσης ταυτίζεται με τον Χανς Κάστορπ και δεν μπορεί να αποφασίσει αν εξακολουθεί να διαβάζει επειδή κάποιος τον παρότρυνε να το κάνει, όπως ο σύμβουλος Μπέρενς τον Χανς, επειδή δεν επιτρέπει ο ίδιος στον εαυτό του να εγκαταλείψει την προσπάθεια ή επειδή και ο ίδιος -όπως και ο ήρωας- γοητεύεται και αφήνεται να παρασυρθεί από τη μαγική ατμόσφαιρα του σανατορίου. 

Κορυφαίες στιγμές ανάγνωσης και απόλαυσης αποτελούν τα όσα μπορεί να διαβάσει κανείς στο "Μαγικό βουνό" σχετικά με το χρόνο. Ο Τόμας Μαν μάς το ξεκαθαρίζει από την αρχή: Ο αφηγητής δεν θα ξεμπερδέψει στο άψε-σβήσε με την ιστορία του Χανς. Οι επτά ημέρες μιας εβδομάδας δεν θα αρκέσουν, ούτε και επτά μήνες. Το καλύτερο είναι να μην του είναι ξεκάθαρο από πριν πόσος γήινος χρόνος θα περάσει ενόσω τον κρατά σαγηνεμένο. 

Ο αναγνώστης καταλαβαίνει πως η παραμονή του Χανς στο σανατόριο θα παραταθεί. Άλλωστε ο Γιοάχιμ τον προειδοποιεί: "Έχουν έναν τρόπο εδώ να διαχειρίζονται τον ανθρώπινο χρόνο -είναι απίστευτο. Γι' αυτούς τρεις βδομάδες είναι σαν μια μέρα. Θα δεις."

Οι υπόλοιποι τρόφιμοι, όπως και ο Γιοάχιμ, γνωρίζουν ότι ο Χανς πλανάται οικτρά όσο νομίζει πως η πραμονή του θα περιοριστεί σ' αυτές τις είκοσι μέρες: "Ήρθατε, λοιπόν, τελείως οικειοθελώς σ' εμάς τους ξεπεσμένους και θέλετε να μας προσφέρετε για λίγο καιρό τη χαρά της συντροφιάς σας. Πολύ ωραία. Και τι διάστημα σχεδιάσατε; Δεν ρωτώ με λεπτότητα. Αλλά θα ήθελα πραγματικά να εκπλαγώ ακούγοντας πόσο χρόνο επιβάλλει κανείς στον εαυτό του, όταν αποφασίζει ο ίδιος και όχι ο Ραδάμανθυς!" λέει ο Σεττεμπρίνι, που έχει καταλάβει πολύ καλά πως ο χρόνος στο μαγικό βουνό είναι αδύνατον να υπολογιστεί και θέλει να γελάσει βλέποντας πόσο έξω θα πέσει ο νέος και αφελής επισκέπτης. Μα τι λέω, στο μαγικό βουνό δεν υπάρχουν επισκέπτες. Όποιος έρχεται μένει. Μπορεί βέβαια να φύγει, αλλά θα επιστρέψει. 

Μα γιατί ο χρόνος κυλά διαφορετικά στο μαγικό βουνό; Γιατί μονάδα μέτρησής του δεν είναι το δευτερόλεπτο αλλά ο μήνας; Είναι απλό. Λόγω της επανάληψης. Ας σκεφτούμε μια σειρά ημερών που περνάμε άρρωστοι στο κρεβάτι. Τίποτα δε συμβαίνει, τίποτα δε μας απασχολεί, η ίδια μέρα διαρκώς επαναλαμβάνεται. Η μονοτονία αγγίζει την αιωνιότητα. Κι όμως, γυρνώντας πίσω μάς φαίνεται πως ήταν μόνο μια στιγμή. Αν εγκλωβίσουμε έναν άνθρωπο για μεγάλο χρονικό διάστημα σ' έναν κλειστό και σκοτεινό χώρο, όταν θα απεγκλωβιστεί και τον ρωτήσει κάποιος πόσο μεγάλο είναι το χρονικό διάστημα που πέρασε, είναι σίγουρο ότι θα μας απαντήσει κάτι πολύ μικρότερο σε διάρκεια από το πραγματικό. Ακόμη κι αν υπέφερε εκεί μέσα.

Έτσι και για τους ασθενείς του Μπέργκχοφ, τα πράγματα αποκτούν μια διάσταση διαφορετική. Και τι είναι αυτό που τελικά φέρνει ο χρόνος στον καθέναν απ' αυτούς; Την αλλαγή. Όσο Ο Χανς Κάστορπ παραμένει στο σανατόριο αλλάζει. Πρόκειται για μια μαγική διαδικασία ενηλικίωσης κατά της διάρκεια της οποίας θα γνωρίσει τον έρωτα, τη φιλοσοφία, την απώλεια: 

Τώρα είδε πως κάτω στα πεδινά είχε πολύ ανεπαρκείς γνώσεις, πως στην πραγματικότητα βρισκόταν σε αγαθή άγνοια - ενώ εδώ οι προσωπικές εμπειρίες, των οποίων το περιεχόμενο προσπαθήσαμε πολλές φορές να υπαινιχθούμε και οι οποίες σε ορισμένες στιγμές του αποσπούσαν το επιφώνημα "Θεέ μου!", ανέπτυσσαν μέσα του ικανότητες να αντιλαμβάνεται και να κατανοεί την όλο και πιο έντονη χροιά του ανήκουστου, του τυχοδιωκτικού και ακατανόμαστου, που έφερε το πράγμα γενικά και για τον καθένα ανάμεσα σ' αυτούς εδώ πάνω. 

Όσο περνάει ο καιρός στο Μπέργκχοφ ο Χανς Κάστορπ αρχίζει να αισθάνεται περιφρόνηση για όσους ζουν στα πεδινά. Για τους ανθρώπους του κάμπου, που δεν έχουν τη δυνατότητα να γευτούν τις δικές του εμπειρίες. Ο κόσμος χωρίζεται στον κόσμο των πάνω και τον κόσμο των κάτω.  Και τον κόσμο των πάνω δεν μπορεί να τον εγκαταλείψει. Άλλωστε ο αέρας στα ελβετικά βουνά δε λειτουργεί ευεργετικά μόνο κατά της ασθένειας, αλλά και για την ασθένεια. Την τρέφει, την κρατά ζωντανή και οι τρόφιμοι τρομάζουν να φανταστούν την ζωή τους μακριά της. Παράλληλα, τα πρόσωπα που γνωρίζει, πρόσωπα-σύμβολα, δρουν ευεργετικά στην αλλαγή που συντελείται στον ήρωα. Ο ουμανιστής Σεττεμπρίνι και ο Ιησουίτης Νάφτα αποτελούν δύο πλευρές του ίδιου νομίσματος, πολύ διαφορετικές η μια με την άλλη. Η ανταλλαγή απόψεων μεταξύ τους γίνεται με τη μορφή του "αγώνα λόγων": θεός και πάθος, φύση και πνεύμα, πόλεμος και ειρήνη, ύλη και Ιδέα, θρησκεία και Διαφωτισμός, Δύση και  Ανατολή. 

"Α, όχι, εγώ είμαι Ευρωπαίος, δυτικός. Το δικό σας σύστημα αξιών είναι σκέτη Ανατολή. Η Ανατολή απεχθάνεται τη δράση. Ο Λαοτσέ δίδασκε πως η απραξία είναι καλύτερη από κάθε τι ανάμεσα σε γη και ουρανό. Όταν όλοι οι άνθρωποι σταματήσουν να δρουν, έλεγε, τότε θα επικρατήσει πλήρης ηρεμία και ευτυχία επί γης. Αυτή είναι η συνουσία σας."
"Έτσι, ε; Και ο δυτικός μυστικισμός; Και ο ησυχασμός, στον οποίο ανήκει ο Φενελόν, που διδάσκει ότι κάθε πράξη είναι κι ένα λάθος, επειδή η επιθυμία να είναι δραστήριος προσβάλλει το Θεό που θέλει μόνο αυτός να δρα;"


Ο Χανς καλείται να απαντήσει σε όλα αυτά. Δεν υπάρχει δίλημμα, συναίσθημα, προβληματισμός που να μην κάνει την εμφάνισή στο "Μαγικό βουνό". Μέσα σε μια κατάσταση φαινομενικής αδράνειας, ιδρυματοποίησης, εγκλεισμού ο Χανς Κάστορπ βιώνει την πιο απόλυτη ελευθερία. 

Το έργο ξεκινά και τελειώνει με τη φωνή του αφηγητή ηχηρή να αναφέρεται στο μεγάλο πόλεμο, μετά από τον οποίο τίποτα δε θα είναι πια το ίδιο. Μας παίρνει απ' το χέρι και μας μεταφέρει σ' έναν τόπο όπου ακούγονται ουρλιαχτά, στεναγμοί, σάλπιγγες και τύμπανα. Ανάμεσα σε τουφέκια, βρομισμένες χλαίνες και μπότες ξαναβρίσκουμε τον Χανς Κάστορπ μαζί με άλλους νέους που νοσταλγούν τα σπίτια τους και τις μανάδες τους. Τον ξαναβρίσκουμε με τη ξιφολόγχη στο χέρι, λίγο πριν το εκρηκτικό βλήμα τον πάρει από μπροστά μας για πάντα. 

Έχε γεια Χανς Κάστορπ, αγαθόκαρδο βασανοπαίδι της ζωής! Η ιστορία σου τελείωσε. Την αφηγηθήκαμε ως το τέλος. Δεν κράτησε ούτε λίγο ούτε πολύ, ήταν μια ερμητική ιστορία. Την αφηγηθήκαμε χάριν της ιδίας, δεν ήσουν εσύ η αιτία, γιατί εσύ παραήσουν απλός. Τελικά όμως ήταν η δική σου ιστορία. Αφού σε εσένα συνέβη, έπρεπε το δίχως άλλο να το αξίζεις [...]
Τράβα στο καλό - είτε ζήσεις είτε πέσεις! Οι ελπίδες σου είναι λίγες. Αυτός ο άγριος χορός στον οποίο άφησες να σε τραβήξουν θα κρατήσει ακόμη κάμποσα αμαρτωλά χρονάκια και δεν θα βάζαμε μεγάλο στοίχημα πως θα γλιτώσεις. Ειλικρινά, αφήνουμε το ζήτημα ανοιχτό και δεν μας πολυνοιάζει. Περιπέτειες της σάρκας και του πνεύματος ανύψωσαν την απλοϊκότητά σου, σε άφησαν να επιζήσεις πνευματικά ό,τι δεν φαίνεται πως θα επιζήσει το κορμί σου. Ήρθαν στιγμές που μέσα από θάνατο και ασέλγεια της σάρκας ξεφύτρωσε μπρος στα μάτια σου, παραισθητικά και σαν να κυβερνούσες, ένα όνειρο αγάπης. Θα ξεφυτρώσει άραγε και από αυτή την παγκόσμια γιορτή του θανάτου, μέσα από την άγρια πυρκαγιά που πυρπολεί τον βροχερό βραδινό ουρανό τριγύρω, κάποτε η αγάπη;



Τόμας Μαν, Το μαγικό βουνό (μτφρ. Θόδωρος Παρασκευόπουλος), Εξάντας, Αθήνα 1995

Τρίτη 24 Σεπτεμβρίου 2013

Ρόμπερτ Μούζιλ, Οι αναστατώσεις του οικότροφου Ταίρλες



Σε περιοχές όπου ο κόσμος υποφέρει η ιδεολογία γίνεται πολύ εύκολα αποδεκτή, επειδή οι άνθρωποι αναζητούν κάτι για να πιαστούν -ένα καλάμι που θα τους βγάλει από τη μιζέρια τους. [...] Οταν η ιδεολογία μετατρέπεται σε φανατισμό, η ανάγκη για την απάντηση ερωτημάτων σταματά να υπάρχει. Οσο λιγότερο έξυπνος είμαι τόσο ευκολότερα θα ακολουθήσω κάποιον που θα μου δώσει απαντήσεις .

Μίχαελ Χάνεκε (από συνέντευξη στον Observer για την ταινία «Η λευκή κορδέλα»)



Έστω ότι επισκέπτεστε ένα βιβλιοπωλείο. Πλησιάζετε στα ράφια της γερμανόφωνης λογοτεχνίας. Και κάπου εκεί, στη σκιά του Τόμας Μαν, του Ρίλκε, του Έσσε, ξετρυπώνετε τα βιβλία του Ρόμπερτ Μούζιλ. Πάρτε τα. Διάβασα πρόσφατα το μυθιστόρημα του Ρόμπερτ Μούζιλ, Οι αναστατώσεις του οικότροφου Ταίρλες. Επικίνδυνα και δυσάρεστα επίκαιρο.

Διαβάζοντας θυμήθηκα τη γερμανική ταινία Το κύμα του Ντένις Γκάνσελ όπου μέσα σε μια εκπαιδευτική κοινότητα και με αφορμή ένα παιδαγωγικό πείραμα αναδεικνύεται η κρυφή γοητεία του ολοκληρωτισμού. Το ίδιο και στη Λευκή κορδέλα του Μίχαελ Χάνεκε. Το οικοτροφείο του Ταίρλες θυμίζει εκείνο το προτεσταντικό χωριό της Γερμανίας. Ανεξήγητα περιστατικά συμβαίνουν. Μέσα σε μία φαινομενικά γαλήνια καθημερινότητα ο φασισμός γεννιέται.
Η υπόθεση του μυθιστορήματος εκτυλίσσεται σε ένα οικοτροφείο στις αρχές του 20ού αιώνα. Πρωταγωνιστής ο έφηβος Ταίρλες, ένα παιδί στην εφηβεία, την ηλικία όπου ο καθένας θέλει να σημαίνει κάτι, όμως είναι τόσο ανέτοιμος, που είναι αδύνατον να σημαίνει οτιδήποτε. [...] 


Ο Ταίρλες όμως ήταν από τη μία ανώτερος πνευματικά κι από την άλλη είχε αίσθηση του γελοίου όλων των αισθημάτων αυτού του είδους που η ζωή στο ίδρυμα γεννά στα παιδιά λόγω της ανάγκης για επαγρύπνηση στους καβγάδες και στα παλέματα. Έτσι, η ύπαρξή του απέκτησε μια ασάφεια, μια εσωτερική ανημπόρια, που δεν τον άφηναν να ανακαλύψει τον εαυτό του. 
Προσκολλήθηκε στους νέους του φίλους γιατί τον εντυπωσίασε η αγριότητά τους.

              
Η ζωή στο οικοτροφείο είναι βασανιστική. Τα βράδια, την ώρα που οι άνθρωποι πάνε στο θέατρο ή σε κάποιο ρεστοράν, ακούνε μουσική, κάνουν μια νέα γνωριμία, ερωτεύονται, στο ίδρυμα χτυπά το κουδούνι και νεκρώνουν τα πάντα: 

Τώρα ηχούσε το χτύπημα του κουδουνιού στα αυτιά του. Και τίποτα δεν φοβόταν τόσο όσο το χτύπημα αυτό, που καθόριζε αμετάκλητα σαν βάναυση μαχαιριά το τέλος της ημέρας. [...]

Τώρα δεν μπορείς να ζήσεις τίποτα πια, επί δώδεκα ώρες δεν θα συμβεί τίποτ’ άλλο, για δώδεκα ώρες θα ’σαι νεκρός: να ποιο ήταν το νόημα του ήχου αυτού.

Οι νέοι του ιδρύματος κάνουν παρέες και  δοκιμάζονται στον έρωτα με τη βοήθεια της Μπόζενας, μιας πόρνης της επαρχίας. Ο Ταίρλες επιλέγει να κάνει παρέα με δύο νέους που δεν εκτιμά. Ο ένας είναι ο Μπάινεμπεργκ που είχε την πεποίθηση πως χρησιμοποιώντας ασυνήθιστες πνευματικές δυνάμεις, μπορούσε να εξουσιάζει ανθρώπους και πράγματα. Ο άλλος ήταν ο Ράιτινγκ που ονειρευόταν πραξικοπήματα και υψηλή πολιτική· γι’ αυτό ήθελε να γίνει αξιωματικός.

Σημαντικό πρόσωπο και ο Μπαζίνι, οικότροφος που έχει κατηγορηθεί για μικροκλοπές και άλλα παραπτώματα και δανείζεται διαρκώς χρήματα από τους συμμαθητές του για να ξεχρεώσει. Ο Μπάινεμπεργκ και ο Ράιτινγκ αποφασίζουν να πειραματιστούν πάνω του και,  αντί να τον καταδώσουν στη Διεύθυνση και να αποβληθεί, τον μετατρέπουν σε υποχείριό τους.

Στην εξαιρετική εισαγωγή του ο Αλέξανδρος Ίσαρης αναφέρει πως κανένας ήρωας του βιβλίου δε θα μπορούσε να χαρακτηριστεί θετικός ή αρνητικός. Είναι όλοι τους αντιφατικοί. Αυτό σίγουρα ισχύει για τον πρωταγωνιστή. Ίσως και για τον Μπαζίνι, που είναι το θύμα. Ωστόσο ο Μπάινεμπεργκ και ο Ράιτινγκ εκδηλώνουν μια πρωτοφανώς κτηνώδη συμπεριφορά.

Ο Μπάινεμπεργκ διατυπώνει ξεκάθαρα τη θεωρία των ανώτερων και κατώτερων υπάρξεων. Αυτός και ο Ράιτινγκ είναι διεστραμμένοι και αρχομανείς. Οι εκδηλώσεις των μαθητών στο τέλος θυμίζουν την ομαδική υστερία των χιτλερικών. Ο Μπαζίνι είναι το θύμα που ταπεινώνεται και βασανίζεται με μεθόδους που θυμίζουν όλες τις μεθόδους των δικτατορικών καθεστώτων.

Οι δύο νέοι εξευτελίζουν το θύμα τους, το ταπεινώνουν, το μαστιγώνουν, το κακοποιούν σεξουαλικά. Τα κλιμακωτά βασανιστήριά του όμως τους αφήνουν όλο και πιο ανικανοποίητους. Στο τέλος ο Ράιτινγκ αναφέρει χαρακτηριστικά:

Το πιο έξυπνο, βέβαια, θα ήταν αν τον παραδίναμε στα παιδιά της τάξης. Λίγο να βοηθήσει ο καθένας, μπορούμε να τον ξεσχίσουμε, να τον κάνουμε κομμάτια. Αχ, τρελαίνομαι για μαζικές ενέργειες! Όλοι μαζί γίνονται ένας άνθρωπος και χωρίς πολλή προσπάθεια τα κύματα φουσκώνουν, φουσκώνουν, μέχρι που σκεπάζουν όλα τα κεφάλια.

Η ψυχολογία της μάζας. Ο άνθρωπος ταμπουρώνεται πίσω της και δείχνει το χειρότερό του πρόσωπο.

Οι Αναστατώσεις του οικότροφου Ταίρλες αποδείχτηκε εκ των υστέρων ένα προφητικό βιβλίο. Απεικονίζει την αυστηρή και αυταρχική αγωγή των νέων στα ιδρύματα των αρχών του 20ού αιώνα και ταυτόχρονα προβλέπει την άνοδο του ναζισμού. Πέρα από αυτά όμως αποτελεί  μια γλαφυρή περιγραφή των δύσκολων χρόνων της εφηβείας.

Η μετάφραση του Αλέξανδρου Ίσαρη είναι υποδειγματική. 

Ρόμπερτ Μούζιλ, Οι αναστατώσεις του οικότροφου Ταίρλες (μτφρ. Αλέξανδρος Ίσαρης) , Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2001.