Σ' έναν μικρό και σκοτεινό χώρο προορισμένο για πάσης φύσεως θεατές, μια αφήγηση ζωντανεύει το αρχοντικό της οικογένειεας Λαπαθιώτη. Το αρχοντικό της οδού Κουντουριώτου. Κουντουριώτου και Οικονόμου γωνία, στα Εξάρχεια. Ξεφλουδισμένο από τον χρόνο και ετοιμόρροπο. Σαν τον ποιητή του. Ξεφλουδισμένος κι αυτός, ετοιμόρροπος, μπαίνει στη σκηνή φορώντας το κοστούμι του. Με ένα μαντήλι ή ένα λουλούδι στην κομβιοδόχη, σαν γνήσιος δανδής. Η είσοδός του γίνεται με βήματα αργά και σταθερά. Επιστρέφει σπίτι του πάντοτε τα ξημερώματα, λίγο πριν από το χάραμα. Τα βήματά του συνοδεύει η Σωτηρία Μπέλλου, που τραγουδά το "Μινόρε της αυγής".
Τι σχέση έχει ένας αριστοκράτης, και μάλιστα ολκής όπως ο Λαπαθιώτης, με το μπουζουκάκι και την παρηγορητική φωνή της Μπέλλου; Πώς δεν έχει. Είναι ο σεβασμός των "ευγενών" για τη λαϊκότητα. Ίδιο τον συναντάμε και στον Καβάφη, τον Ιωάννου, τον Χριστιανόπουλο.
Ο ποιητής επιστρέφει από τη νύχτα, καταρρακωμένος από τον ήχο ενός βιολιού, και μονολογεί. Αλλού εξομολογείται, αλλού διακρίνεται ο ποιητικός του λόγος, αλλού η βουρκωμένη σιωπή του. Απ' έξω έρχονται οι ήχοι της οδού Αθηνάς και κάνουν την αφήγηση πειστικότερη. Ο Λαπαθιώτης το γράφει συχνά πως του άρεσε να ξεφεύγει από τις συντροφιές και τις οχληρές περιποιήσεις των οδηγών του και να περιπλανιέται εδώ κι εκεί, σε συνοικίες μακρινές, σκοτεινές και επικίνδυνες. Η νυχτερινή περιπλάνηση του έδινε "ένα αίσθημα παράξενο, απιθανότητος, παραμυθιού και ονείρου".
Ύστερα η φωνή του ποιητή εναλλάσσεται με εκείνη του Γιώργου Ιωάννου, που το 1971, όταν πήρε των ομματιών του και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, νοίκιασε ένα σπίτι κοντά στην οικία Λαπαθιώτη. Εκεί που βρισκόταν άλλοτε η ταβέρνα του Γιώργη του Μιχαλάκου, του κουλού.
Θα υπήρχε, λοιπόν, κάποια άλλη οπτική γωνία,
κάποια διαφορετική σχέση και συνάφεια ή μάλλον δεν θα υπήρχε και πάλι τίποτα,
μα θα ήταν πάντα, αυτό, που είναι και τώρα: ο Λαπαθιώτης να διαγράφει τα
τελευταία στάδια του κύκλου του σ΄ αυτή τη γειτονιά, κι εγώ δεκάξι χρονών
έφηβος στη Θεσσαλονίκη, τρομοκρατημένος και τσαλαπατημένος, ζώντας μέσα στον
εφιάλτη της Κατοχής και της άλλης καταπίεσης, να διαβάζω ό,τι έβρισκα μπροστά
μου από τα κείμενά του.
Ο Ιωάννου, σαν να είναι μπροστά σου. Μαζεμένος, αντικοινωνικός, μεστός στα λόγια του. Πίσω του το σκηνικό: φωτογραφίες γυμνών ανδρών από το λεύκωμα του ηθοποιού, εικαστικού και αεροπόρου Θάνου Βελούδιου, που "έζησε και φιλοκομψοτέχνησε κι αυτός στον αέρα και στο περιθώριο μιας ολόκληρης εποχής".
Μόνον ανίδεοι και ξιπασμένοι μπορούν σήμερα
να λένε πως ο Λαπαθιώτης ήταν ένας μέτριος ή και ασήμαντος ποιητής του
μεσοπολέμου, κι αυτό γιατί δεν μπορούν να δουν άλλο τίποτε παρά μονάχα τα
ποιήματά του, και μάλιστα αυτά τα δημοσιεύσιμα, ενώ ο Λαπαθιώτης ήταν ένας
δυνατός αισθησιακός ποιητής και προπαντός μια πνευματική προσωπικότητα. Η
ποίηση του Λαπαθιώτη βρίσκεται στα ανέκδοτα τολμηρά ποιήματά του. [...] πόση σπουδαία και ξεχωριστή σημασία έχει αυτό και πόσο όλοι
αυτοί με τις πανεπιστημιακές μεζούρες στο χέρι δεν μπορούν κάτι τέτοια να τα
«πιάσουν». Κάθε τόσο ρίχνουν στη μέση διάφορους ποιητές της εποχής του και της
παρέας του, λέγοντας ότι ο Λαπαθιώτης είναι πιο αδύνατος από αυτούς, ανυπόφορα
αισθηματικός σε μερικά, ακόμα και σαλιάρης.
Ο Ιωάννου αγωνιούσε για την τύχη εκείνου του αρχοντικού και απευθύνθηκε στο δήμο Αθηναίων για να το σώσει. Σήμερα στέκει ακόμη στη συμβολή των οδών Κουντουριώτου και Οικονόμου, εγκαταλελειμμένο κι απεριποίητο. Μυρίζει κάτουρο και σκουπιδίλα, σαν την πόλη που το φιλοξενεί. "Ένα κουρελάκι του δρόμου", όπως συνήθιζε να λέει για την ψυχή του ο ποιητής.
Πολλές φορές τη νύχτα, καθώς κάθομαι
κλεισμένος μέσα και δουλεύω ή στοχάζομαι, προσπαθώ να ανακαλέσω τα γέλια, τις
χαρές, τα αστεία, τους χορούς και τις γλυκιές φιλικές ματιές, που
διασταυρώθηκαν επί δεκαετίες σ΄ αυτούς τους βουβούς τώρα χώρους και σχεδόν
απορώ με τη ματαιότητα των εγκοσμίων και τη μουγγαμάρα των στοιχείων της ύλης,
που είναι βέβαια αυτά τα ίδια με τότε. Τίποτε!
Στην παράσταση "Ο γείτονάς μου Ναπολέων Λαπαθιώτης" τα στοιχεία της ύλης ζωντανεύουν μέσα από έναν μονόλογο καλό, απλό, συνταρακτικά ευαίσθητο.
***
[1]
Η παράσταση "Ο γείτονάς μου Ναπολέων Λαπαθιώτης" ανεβαίνει στο Bijoux
de kant hood σε σκηνοθεσία Γιάννη Σκουρλέτη. Στον πρωταγωνιστικό ρόλο ο
Αντώνης Γκρίτσης.
[2] Τα αποσπάσματα είναι από το κείμενο του Γιώργου Ιωάννου "Ο γείτονάς μου ο Λαπαθιώτης", στο οποίο βασίστηκε η παράσταση. Το κείμενο του Ιωάννου δημοσιεύτηκε στο περιοδικό "Η Λέξη" τον Απρίλιο του 1984 και μπορεί να το διαβάσει κανείς εδώ.
[2] Τα αποσπάσματα είναι από το κείμενο του Γιώργου Ιωάννου "Ο γείτονάς μου ο Λαπαθιώτης", στο οποίο βασίστηκε η παράσταση. Το κείμενο του Ιωάννου δημοσιεύτηκε στο περιοδικό "Η Λέξη" τον Απρίλιο του 1984 και μπορεί να το διαβάσει κανείς εδώ.