Πέμπτη 3 Νοεμβρίου 2016

Ιπτάμενη Μαργαρίτα



Ακολούθα με, αναγνώστη! 
Ποιος σου είπε πως δεν υπάρχει στον κόσμο ο αληθινός, 
ο πιστός αιώνιος έρωτας; Ας κόψουν τη σιχαμερή γλώσσα του ψεύτη!

 
Yelena Bryksenkova
Ο Μιχαήλ Μπουλγκάκοφ το λέει ξεκάθαρα στο "Ο Μαιτρ και η Μαργαρίτα", πως υπάρχει ο αιώνιος έρωτας. Είναι ο έρωτας του Μαιτρ για την αγαπημένη του, Μαργαρίτα Νικολάγιεβνα. Όλα όσα διηγείται ο Μαιτρ γι' αυτήν είναι πέρα για πέρα αληθινά. Η Μαργαρίτα είναι όμορφη, είναι έξυπνη, είναι τριάντα χρονών, και είναι γυναίκα ενός επιστήμονα που έχει μάλιστα πραγματοποιήσει μια σημαντικότατη ανακάλυψη εθνικής σημασίας! Ο άντρας της είναι νέος, όμορφος, τίμιος και λατρεύει τη γυναίκα του. Ζουν στον όροφο ενός θαυμάσιου παλιού αρχοντικού. Κι όμως, η Μαργαρίτα, ενώ έχει οτιδήποτε θα μπορούσε να ζητήσει, δεν είναι ευτυχισμένη. Γιατί στα μάτια της καίει πάντα μια μικρή ανεξήγητη φλόγα. Μα είναι σίγουρη πως κάτι θα συμβεί.

Το όνειρο που είδε την προηγούμενη νύχτα η Μαργαρίτα ήταν πραγματικά ασυνήθιστο. Γιατί σ' όλη τη διάρκεια αυτού του μαρτυρικού χειμώνα δεν είχε δει ποτέ στον ύπνο της τον μαιτρ. Τη νύχτα την εγκατέλειπε και βασανιζόταν μόνο τη μέρα. Αλλά εκείνο το βράδυ τον είδε. 

Ο Μαιτρ ζει κουρελιασμένος κι αξύριστος σ' ένα φτωχικό ξύλινο καλύβι. Δεν μπορείς να καταλάβεις τι φοράει.  Γύρω του η γη είναι ξερή και σβολιασμένη. Οι δυο αγαπημένοι βρίσκονται, χωρίζουν, επικοινωνούν νοερά, εξορίζονται από την πραγματικότητα, και εξακολουθούν να υπάρχουν ο ένας στη σκέψη του άλλου. Και η Μαργαρίτα υποφέρει μακριά του και ζει δυστυχισμένη. Ώσπου μια μέρα, το σκουπόξυλο χτυπά την πόρτα του σπιτιού της. 

Αόρατη, αόρατη, φώναξε ακόμη πιο δυνατά και ανάμεσα στις φυλλωσιές του σφενδάμου που της χάιδεψαν το πρόσωπο, περνώντας πάνω από την καγκελόπορτα, πέταξε μέσα στο στενό. Την ακολούθησε, πετώντας ξέφρενο ολότελα το βαλς.

Γυμνή και αόρατη η Μαργαρίτα τρυπώνει σε ξένα διαμερίσματα, ξεχαρβαλώνει μουσικά όργανα, ξεριζώνει και τσακίζει τις χορδές τους, σπάει ντουλάπες και καθρέφτες, σκίζει σεντόνια, προκαλεί παντού την αταξία, σπέρνει ιπτάμενη τον πανικό. 

Φτάνει ψηλά στον ουρανό, με ένα σάλτο, ξαναπλησιάζει τη  γη, νιώθει την ευωδιά των δασών, το γλυκό πρασίνισμα της φύσης, τις δροσοσταλίδες της αυγής στα λιβάδια, το παγωμένο νερό των ποταμών.

Μετά το εναέριο ταξίδι το νερό την μαγνήτιζε. Παράτησε τη σκούπα, πήρε φόρα και ρίχτηκε στο νερό με το κεφάλι. Το ανάλαφρο κορμί της βυθίστηκε σαν βέλος, τινάζοντας το νερό σχεδόν ως το φεγγάρι. 

Το ταξίδι της δεν τελειώνει. Οι φλογισμένες της πατούσες δεν την αφήνουν να ησυχάσει.

Κι εγώ στους δύσκολους ύπνους μου πετάω. Πετάω πάνω απ' την Αθήνα, πετάω πάνω από τη Μόσχα, πετάω πάνω από στέγες σπιτιών που ποτέ μου δεν είδα. Τα φώτα τους είναι αναμμένα και οι άνθρωποι μέσα ερωτεύονται. Περνώ πετώντας και ακούω τις ανάσες τους. Ανακατεύονται με το σφύριγμα του αέρα και όλα γίνονται το βουητό που με ξυπνά. Όσο πιο ψηλά πετώ, τόσο πιο βαθιά αισθάνομαι ότι πέφτω. 

Κάποτε σε ένα μικροσκοπικό σπιτάκι, παλιό, υγρό, εκκρεμές στη μέση του πουθενά, είδα να τρεμοπαίζει η φλόγα μιας παλιάς ξυλόσομπας. Ο Μαιτρ με περίμενε φορώνας τη ρόμπα του, και έκαιγε το χειρόγραφό του στη φωτιά.

Και σε κάθε ύπνο μου η πτήση γίνεται πτώση,  πάνω από κεραμοσκεπές και άκρες άγνωστων πολιτειών. Πτήση και πτώση, άλματα και βουτιές, εναλλάσσουν τον ύπνο με ξύπνιο. Και περιμένω εκείνη την ονειρική στιγμή που το πέταγμα δεν θα καταλήγει σε προσγείωση. Αλλά ό,τι φτερά και να φορέσω, κάθε φορά πέφτω. 

***

Μιχαήλ Μπουλγκάκοφ, Ο Μαιτρ και η Μαργαρίτα τφρ. Τίνα Καραγεωργή, Γιούρι Γιαννακόπουλος), Εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα 1991. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου