Από την περασμένη Δευτέρα το Τρίτο Πρόγραμμα εκπέμπει κανονικά στις γνωστές του συχνότητες, καθώς και στην παλιά συχνότητα του Δεύτερου, που προς το παρόν παραμένει βουβό. Το γεγονός ήταν μια πολύ ευχάριστη έκπληξη για τους λάτρεις της κλασικής μουσικής που συναντήθηκαν πάλι με τους αγαπημένους τους ραδιοφωνικούς παραγωγούς. Όσο να 'ναι, ακούγοντας καλή μουσική στο αυτοκίνητο η οδήγηση γίνεται ευκολότερη και ο προορισμός μοιάζει λιγότερο μακρινός. Μεταξύ άλλων, τη Δευτέρα εξέπεμψε και η "Laterna Μagica" της Κατερίνας Σχινά, μια εκπομπή για τη λογοτεχνία και τον πολιτισμό γενικότερα.
Η εκπομπή πήρε το όνομά της από μια εφεύρεση του 17ου αιώνα, το μαγικό φανό. Πρόκειται για έναν προβολέα που μας θυμίζει πολύ τη μηχανή προβολής σλάιτς που μέχρι πρόσφατα χρησιμοποιούσαμε. Η εφεύρεση αποδίδεται στον Αθανάσιο Κίρχερ, κατά πάσα πιθανότητα λανθασμένα. Ωστόσο με αφορμή την εκπομπή, ακούστηκε το όνομα αυτού του πολυσχιδούς ανθρώπου της Αναγέννησης, του Ιησουίτη στοχαστή που αποτέλεσε έναν πραγματικό homo universalis. Ο Κίρχερ ασχολήθηκε με την αιγυπτιακή αρχαιολογία, τον οριενταλισμό, τη φυσική, την αστρονομία, τη ζωολογία, τις τεχνικές επιστήμες, και του αποδίδονται πάμπολλες εφευρέσεις. Οι περισσότερες αφορούν μηχανές που στην πιο εξελιγμένη τους μορφή χρησιμοποιούμε σήμερα, όπως για παράδειγμα ο πολυγράφος. Στην περίπτωσή του Κίρχερ φαντασία και πραγματικότητα μπερδεύονται και τα όρια ανάμεσα στη φήμη και την εξακριβωμένη πληροφορία είναι δυσδιάκριτα. Το όνομά του ουσιαστικά αποκαταστάθηκε μετά τη δεκαετία του ΄70, κατά τη διάρκεια της οποίας εμπλουτίζεται εντυπωσιακά η βιβλιογραφία που τον αφορά.
Η προσωπικότητά του ενέπνευσε και τη λογοτεχνία. Το νησί της προηγούμενης μέρας του Ουμπέρτο Έκο και το Εκεί που ζουν οι τίγρεις του Ζαν Μαρί Μπλας ντε Ρομπλές είναι δύο τέτοιες περιπτώσεις και μπορεί να μην είναι και οι μοναδικές.
Η προσωπικότητά του ενέπνευσε και τη λογοτεχνία. Το νησί της προηγούμενης μέρας του Ουμπέρτο Έκο και το Εκεί που ζουν οι τίγρεις του Ζαν Μαρί Μπλας ντε Ρομπλές είναι δύο τέτοιες περιπτώσεις και μπορεί να μην είναι και οι μοναδικές.
Ο Ρομπλές γράφει για την εποχή του Κίρχερ: Ο αιώνας του Κίρχερ είναι μια εποχή μεταμόρφωσης του κόσμου, αλλά επίσης και μια εποχή βίας: Τριακονταετής πόλεμος, θρησκευτικές διαμάχες, συγκρούσεις με τους Οθωμανούς, αποικισμός Αμερικής. Πολύ γρήγορα αντιλήφθηκα ότι παρουσιάζει εντυπωσιακές ομοιότητες με τον δικό μας κόσμο. Θεώρησα ενδιαφέρον να καθρεφτίσω αυτά τα δύο σύμπαντα. Θέλησα να αναμείξω πολλούς αφηγηματικούς τρόπους: το περιπετειώδες μυθιστόρημα, τον φιλοσοφικό μύθο, τον φανταστικό και τον παράδοξο κόσμο του Μπόρχες και του Μπιόι Κασάρες, το ψυχολογικό μυθιστόρημα, την ποίηση του Μπωντλαίρ, τους αφορισμούς, το λαϊκό τραγούδι, την εγκυκλοπαίδεια.
Η επιθυμία του συγγραφέα φαίνεται φιλόδοξη, αλλά μάλλον τα κατάφερε παραπάνω από καλά. Σ' ένα μυθιστόρημα 690 σελίδων, ιστορίες διαφορετικών ανθρώπων και διαφορετικών εποχών πλέκονται σε μια εντυπωσιακή σταυροβελονιά. Πρωταγωνιστής της ιστορίας, αν δεχτούμε ότι πρέπει να υπάρχει τέτοιος σ' ένα μυθιστόρημα, είναι μάλλον ο Ελεάζαρ φον Βογκάου, που εργάζεται ως ανταποκριτής στη Αλκάνταρα της Βραζιλίας και ζει μαζί με τον παπαγάλο του, τον Χάιντεγκερ, και μια όμορφη μουλάτα, τη Σολεντάτ.
Όταν αποφάσισε να αφήσει το Σάουν Λουίς για να αγοράσει σπίτι στην Αλκάνταρα, δυσκολεύτηκε να επιλέξει. Ετούτη η παλιά μπαρόκ πόλη, κόσμημα της βραζιλιάνικης αρχιτεκτονικής του 18ου αιώνα, ερειπωνόταν. Εγκαταλειμένη από την ιστορία, μετά την πτώση του μαρκήσιου ντε Πομπάλ, στο έλεος του δάσους, των εντόμων και της υγρασίας, κατοικούνταν πλέον από λιγοστούς πάμπτωχους ψαράδες, που δεν μπορούσαν να ζήσουν αλλού παρά μόνο σε παράγκες από λαμαρίνες, πηλό και τενεκέδες ή σε μισογκρεμισμένες τρώγλες.
Ο Ελεάζαρ, για να ξεπεράσει ίσως το διαζύγιό του με την Ελάινε, αναλαμβάνει το σχολιασμό ενός ανέκδοτου χειρόγραφου που αφορά της ζωή του Αθανάσιου Κίρχερ. Το μυθιστόρημα μοιράζεται στα δύο. Στα μονά κεφάλαια παρακαλουθούμε τη ζωή του Ελεάζαρ, της πρώην συζύγου του, που εργάζεται ως παλαιοντολόγος στο πανεπιστήμιο της Μπραζίλια, της κόρης του, Μοέμα, που είναι φοιτήτρια εθνολογίας αλλά προτιμά να περνά τον καιρό της πίνοντας cachaça και παίρνοντας ναρκωτικά, και στα ζυγά τις περιπέτειες και τα ταξίδια του Ιησουίτη Αθανάσιου Κίρχερ. Θα είχε ενδιαφέρον να χώριζε κανείς το βιβλίο στα δύο και να πειραματιζόταν σε μια διαφορετικού τύπου ανάγνωση. Βιβλία σαν κι αυτό του Ρομπλές σού δίνουν τη δυνατότητα να "παίξεις" με τις σελίδες τους. Θυμίζουν κάπως παρτιτούρα φούγκας: όλες οι φωνές τραγουδούν την ίδια μελωδία, αλλά με διαφορετικό τρόπο και σε διαφορετικό χρόνο. Παίζεις και τις τέσσερις φωνές μαζί, αλλά κατά τη διάρκεια της μελέτης μπορείς να τις διαχωρίσεις και να παίξεις την καθεμιά χωριστά. Είναι τέσσερα διαφορετικά κουβάρια που πλέκονται και μπλέκονται μεταξύ τους καταλήγοντας σ' ένα ψυχεδελικό μωσαϊκό. Αν θέλεις τα ξηλώνεις, τα διαχωρίζεις, τα ξαναπλέκεις...
Στο μυθιστόρημα του ντε Ρομπλές, αυτός που δένει τα κουβάρια της ιστορίας και λειτουργεί ως καταλύτης στην εξέλιξή της είναι ο "Νέλσον ο ελαφρύς", γονατιστός από γεννησιμιού του, με τα κόκαλα της κάθε γάμπας ενωμένα μεταξύ τους να καταλήγουν σε κολοβά πόδια, κινούνταν σαν ζώο, με τη βοήθεια των χεριών του. [...] σερνόταν παντού με τινάγματα αρκετά επιδέξια, μες στη σκόνη των δρόμων. Υποχρεωμένος, λόγω της αναπηρίας του, να επιδίδεται σε άχαρα ακροβατικά, έμοιαζε από μακριά με πετροκάβουρα ή, για την ακρίβεια, με τεράστιο ορθόποδο. Ένα ανάπηρο παιδί που ονειρεύεται την εκδίκηση και προσφέρει βοήθεια τη στιγμή που η ιστορία βρίσκεται στην πιο κρίσιμη καμπή της. "Είμαι λυκάνθρωπος στ' ολόγιομο φεγγάρι", μονολογούσε, σαν χαμένος, "δεν λειτουργεί τίποτα μέσα μου..."
Και ανάμεσα σ' αυτά, Ινδιάνοι που υπηρετούν πρώην ναζιστές στρατιωτικούς μαγειρεύοντας σούπες από πιράνχας, άνθρωποι που νοσταλγούν την περίοδο της δικτατορίας, οι θεωρίες του σοφού γιατρού Εούκλιντες για τη σκλαβιά και την εξοικείωση, ένας διεφθαρμένος κυβερνήτης και η αλκοολική σύζυγός του, μύθοι και παραδόσεις της Βραζιλίας από τη γριά Φιρμίνα, το εμπόριο ανθρώπινου λίπους από τους Αμερικάνους, αγνοί ψαράδες, άνθρωποι της Δύσης, ιθαγενείς της Λατινικής Αμερικής. Μια laterna magica ποιες εικόνες θα πρόβαλλε άραγε από αυτό το μυθιστόρημα-ποταμό; Εικόνες του Σάουν Λουίς, εικόνες της Αλκάνταρα, εικόνες της φαβέλας του Πιραμπού, φρέσκιες ψαριές και ζουμερά μάνγκο, την κρήνη των Τεσσάρων ποταμών, την πριγκίπισσα του Βασιλείου-όπου-κανείς-δεν-φτάνει, "μια αιώρα που την λικνίζει το πεπρωμένο", την ίδια τη ζωή...
Από τη σκλαβιά μπορούμε να ξεφύγουμε, καίτοι δύσκολα, αλλά από την πολυετή εξοικείωση ποτέ. Και, περί αυτού πρόκειται: μια οργανωμένη εξάσκηση του σώματος και του πνεύματος με στόχο την εξυπηρέτηση ενός και μόνο σκοπού, της υπακοής. Οπότε "απείθεια", ξέρεις... Υπό αυτές τις συνθήκες, ετούτη η λέξη δεν έχει πια μείζον νόημα. Εκφράζει απλώς μια πρόσκαιρη άρνηση του νόμου, μια παρένθεση, καταδικαστέα βέβαια, αλλά συγχωρητέα μες στα πλαίσια της υπακοής. Και, αν το σκεφτείς, θα παραδεχτείς πως ισχύει περίπου το ίδιο για όλον τον κόσμο... Η παραβίαση ενός κανόνα, όλων των κανόνων, ισοδυναμεί με την επιλογή νέων, και συνεπώς με την επιστροφή στους κόλπους της ευπείθειας. Έχουμε την αίσθηση πως απελευθερωνόμαστε, πως αλλάζουμε τον εαυτό μας σε βάθος, ενώ, απλούστατα, αλλάξαμε αφέντη. Το φίδι που δαγκώνει την ουρά του, καταλαβαίνεις...
[...]Η παραβίαση είναι που κάνει τον κόσμο να προχωρά, διότι αυτή, και μόνον αυτή, γεννά τους ποιητές, τους δημιουργούς, αυτά τα κακά παιδιά που αρνούνται να υπακούσουν σ' έναν κώδικα, σ' ένα κράτος, σε μια ιδεολογία, σε μια τεχνική, σε δεν ξέρω 'γω τι... σε ό,τι παρουσιάζεται κάποια μέρα ως το τέλος του τέλους, η αδιαμφισβήτητη και αλάθητη απόληξη μιας εποχής.
Τα αποσπάσματα είναι από το βιβλίο Jean-Marie Blas de Roblès, Εκεί που ζουν οι τίγρεις (μτφρ. Ρίτα Κολαίτη), Πόλις 2012
Η επιθυμία του συγγραφέα φαίνεται φιλόδοξη, αλλά μάλλον τα κατάφερε παραπάνω από καλά. Σ' ένα μυθιστόρημα 690 σελίδων, ιστορίες διαφορετικών ανθρώπων και διαφορετικών εποχών πλέκονται σε μια εντυπωσιακή σταυροβελονιά. Πρωταγωνιστής της ιστορίας, αν δεχτούμε ότι πρέπει να υπάρχει τέτοιος σ' ένα μυθιστόρημα, είναι μάλλον ο Ελεάζαρ φον Βογκάου, που εργάζεται ως ανταποκριτής στη Αλκάνταρα της Βραζιλίας και ζει μαζί με τον παπαγάλο του, τον Χάιντεγκερ, και μια όμορφη μουλάτα, τη Σολεντάτ.
Όταν αποφάσισε να αφήσει το Σάουν Λουίς για να αγοράσει σπίτι στην Αλκάνταρα, δυσκολεύτηκε να επιλέξει. Ετούτη η παλιά μπαρόκ πόλη, κόσμημα της βραζιλιάνικης αρχιτεκτονικής του 18ου αιώνα, ερειπωνόταν. Εγκαταλειμένη από την ιστορία, μετά την πτώση του μαρκήσιου ντε Πομπάλ, στο έλεος του δάσους, των εντόμων και της υγρασίας, κατοικούνταν πλέον από λιγοστούς πάμπτωχους ψαράδες, που δεν μπορούσαν να ζήσουν αλλού παρά μόνο σε παράγκες από λαμαρίνες, πηλό και τενεκέδες ή σε μισογκρεμισμένες τρώγλες.
Ο Ελεάζαρ, για να ξεπεράσει ίσως το διαζύγιό του με την Ελάινε, αναλαμβάνει το σχολιασμό ενός ανέκδοτου χειρόγραφου που αφορά της ζωή του Αθανάσιου Κίρχερ. Το μυθιστόρημα μοιράζεται στα δύο. Στα μονά κεφάλαια παρακαλουθούμε τη ζωή του Ελεάζαρ, της πρώην συζύγου του, που εργάζεται ως παλαιοντολόγος στο πανεπιστήμιο της Μπραζίλια, της κόρης του, Μοέμα, που είναι φοιτήτρια εθνολογίας αλλά προτιμά να περνά τον καιρό της πίνοντας cachaça και παίρνοντας ναρκωτικά, και στα ζυγά τις περιπέτειες και τα ταξίδια του Ιησουίτη Αθανάσιου Κίρχερ. Θα είχε ενδιαφέρον να χώριζε κανείς το βιβλίο στα δύο και να πειραματιζόταν σε μια διαφορετικού τύπου ανάγνωση. Βιβλία σαν κι αυτό του Ρομπλές σού δίνουν τη δυνατότητα να "παίξεις" με τις σελίδες τους. Θυμίζουν κάπως παρτιτούρα φούγκας: όλες οι φωνές τραγουδούν την ίδια μελωδία, αλλά με διαφορετικό τρόπο και σε διαφορετικό χρόνο. Παίζεις και τις τέσσερις φωνές μαζί, αλλά κατά τη διάρκεια της μελέτης μπορείς να τις διαχωρίσεις και να παίξεις την καθεμιά χωριστά. Είναι τέσσερα διαφορετικά κουβάρια που πλέκονται και μπλέκονται μεταξύ τους καταλήγοντας σ' ένα ψυχεδελικό μωσαϊκό. Αν θέλεις τα ξηλώνεις, τα διαχωρίζεις, τα ξαναπλέκεις...
Στο μυθιστόρημα του ντε Ρομπλές, αυτός που δένει τα κουβάρια της ιστορίας και λειτουργεί ως καταλύτης στην εξέλιξή της είναι ο "Νέλσον ο ελαφρύς", γονατιστός από γεννησιμιού του, με τα κόκαλα της κάθε γάμπας ενωμένα μεταξύ τους να καταλήγουν σε κολοβά πόδια, κινούνταν σαν ζώο, με τη βοήθεια των χεριών του. [...] σερνόταν παντού με τινάγματα αρκετά επιδέξια, μες στη σκόνη των δρόμων. Υποχρεωμένος, λόγω της αναπηρίας του, να επιδίδεται σε άχαρα ακροβατικά, έμοιαζε από μακριά με πετροκάβουρα ή, για την ακρίβεια, με τεράστιο ορθόποδο. Ένα ανάπηρο παιδί που ονειρεύεται την εκδίκηση και προσφέρει βοήθεια τη στιγμή που η ιστορία βρίσκεται στην πιο κρίσιμη καμπή της. "Είμαι λυκάνθρωπος στ' ολόγιομο φεγγάρι", μονολογούσε, σαν χαμένος, "δεν λειτουργεί τίποτα μέσα μου..."
Και ανάμεσα σ' αυτά, Ινδιάνοι που υπηρετούν πρώην ναζιστές στρατιωτικούς μαγειρεύοντας σούπες από πιράνχας, άνθρωποι που νοσταλγούν την περίοδο της δικτατορίας, οι θεωρίες του σοφού γιατρού Εούκλιντες για τη σκλαβιά και την εξοικείωση, ένας διεφθαρμένος κυβερνήτης και η αλκοολική σύζυγός του, μύθοι και παραδόσεις της Βραζιλίας από τη γριά Φιρμίνα, το εμπόριο ανθρώπινου λίπους από τους Αμερικάνους, αγνοί ψαράδες, άνθρωποι της Δύσης, ιθαγενείς της Λατινικής Αμερικής. Μια laterna magica ποιες εικόνες θα πρόβαλλε άραγε από αυτό το μυθιστόρημα-ποταμό; Εικόνες του Σάουν Λουίς, εικόνες της Αλκάνταρα, εικόνες της φαβέλας του Πιραμπού, φρέσκιες ψαριές και ζουμερά μάνγκο, την κρήνη των Τεσσάρων ποταμών, την πριγκίπισσα του Βασιλείου-όπου-κανείς-δεν-φτάνει, "μια αιώρα που την λικνίζει το πεπρωμένο", την ίδια τη ζωή...
Από τη σκλαβιά μπορούμε να ξεφύγουμε, καίτοι δύσκολα, αλλά από την πολυετή εξοικείωση ποτέ. Και, περί αυτού πρόκειται: μια οργανωμένη εξάσκηση του σώματος και του πνεύματος με στόχο την εξυπηρέτηση ενός και μόνο σκοπού, της υπακοής. Οπότε "απείθεια", ξέρεις... Υπό αυτές τις συνθήκες, ετούτη η λέξη δεν έχει πια μείζον νόημα. Εκφράζει απλώς μια πρόσκαιρη άρνηση του νόμου, μια παρένθεση, καταδικαστέα βέβαια, αλλά συγχωρητέα μες στα πλαίσια της υπακοής. Και, αν το σκεφτείς, θα παραδεχτείς πως ισχύει περίπου το ίδιο για όλον τον κόσμο... Η παραβίαση ενός κανόνα, όλων των κανόνων, ισοδυναμεί με την επιλογή νέων, και συνεπώς με την επιστροφή στους κόλπους της ευπείθειας. Έχουμε την αίσθηση πως απελευθερωνόμαστε, πως αλλάζουμε τον εαυτό μας σε βάθος, ενώ, απλούστατα, αλλάξαμε αφέντη. Το φίδι που δαγκώνει την ουρά του, καταλαβαίνεις...
[...]Η παραβίαση είναι που κάνει τον κόσμο να προχωρά, διότι αυτή, και μόνον αυτή, γεννά τους ποιητές, τους δημιουργούς, αυτά τα κακά παιδιά που αρνούνται να υπακούσουν σ' έναν κώδικα, σ' ένα κράτος, σε μια ιδεολογία, σε μια τεχνική, σε δεν ξέρω 'γω τι... σε ό,τι παρουσιάζεται κάποια μέρα ως το τέλος του τέλους, η αδιαμφισβήτητη και αλάθητη απόληξη μιας εποχής.
Τα αποσπάσματα είναι από το βιβλίο Jean-Marie Blas de Roblès, Εκεί που ζουν οι τίγρεις (μτφρ. Ρίτα Κολαίτη), Πόλις 2012
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου