Πέμπτη 16 Αυγούστου 2018

"Ήσυχες μέρες του Αυγούστου"

Vincent  Mahé, Neighbors

Τις μέρες του καλοκαιριού που μένουμε στην Αθήνα η γειτονιά αποκτά μια αίσθηση διαφορετική. Άνθρωποι αράζουν στις αυλές και τα μπαλκόνια, τρώνε έξω, μιλούν,  γελούν, φιλονικούν, χαζολογούν, δεν ντρέπονται. Ακούς τα μαχαιροπίρουνα να χτυπούν στα σερβίτσια, τα ποτήρια να τσουγκρίζουν, ακούς το πλύσιμο των πιάτων από τον φωταγωγό, όλες οι κουζίνες γίνονται μία. Πού και πού, ακούς καβγάδες. Αν είσαι τυχερός και μένεις σε ωραία γειτονιά, μπορεί να ακούσεις ένα ζευγάρι να αγαπιέται. 


Χθες το απόγευμα οι απέναντι γύρισαν από κάποια κοντινή παραλία όπου είχαν απολαύσει το μπάνιο τους. Η κυρία Στέλλα ζητούσε επίμονα από τον σύζυγό της να της ορκιστεί πως δεν είναι χοντρή. Εκείνος επαναλάμβανε διαρκώς: "Στ' ορκίζομαι, ρε Στέλλα, γαμώτο, στ' ορκίζομαι. Τι θέλεις να είσαι δηλαδή; Πετσί και κόκκαλο;" Που σημαίνει "χοντρή είσαι, αλλά δε με πειράζει". Πράγματι, η κυρία Στέλλα είναι ευτραφής. 


Μεταξύ των ανθρώπων που επέλεξαν ή αναγκάστηκαν να περάσουν το καλοκαίρι τους στην πόλη υπάρχει μια συνενοχή. Καλημερίζονται το πρωί και σκέφτονται "τι να κάνουμε, ξεμείναμε κι εμείς εδώ". Άλλοι είναι ηλικιωμένοι, άλλοι φροντίζουν ηλικιωμένους, άλλοι έμειναν άφραγκοι, άλλοι αναγκασμένοι να δουλέψουν. 


Αυτή η κοινοβιακή αίσθηση που δημιουργούν οι γειτονιές του κέντρου το καλοκαίρι σε κάνει συχνά να αναρωτιέσαι τι γίνεται πίσω από κάθε κουρτίνα που ανεμίζει στο βραδινό αεράκι. Ξαφνικά οι άνθρωποι δε νοιάζονται αν τους βλέπεις ή όχι. Οι πιο τολμηροί βγαίνουν (ημί)γυμνοί στις βεράντες τους, πότε για ένα τσιγάρο, πότε για να απλώσουν στα γρήγορα ένα ρούχο. Νομίζουν τάχα πως είναι οι μόνοι που έμειναν στη γειτονιά.

























Βγαίνεις στο μπαλκόνι και αφουγκράζεσαι: το νερό στο ντουζ, τα ψώνια να τακτοποιούνται στις ντουλάπες, τα βραδινά δελτία ειδήσεων, τις διαφημίσεις της τηλεμάρκετινγκ αργά τη νύχτα.


Το πίσω μπαλκόνι του σπιτιού μου βλέπει τον όμορφο κι ολάνθιστο κήπο ενός μικρού γηροκομείου. Από την κρεβατοκάμαρα ακούγονται οι γριούλες να παραπονιούνται στις κυρίες που τις προσέχουν. Άλλοτε το νερό είναι κρύο, άλλοτε η πετσέτα βρεγμένη, άλλοτε θέλουν να πάνε προς νερού τους. Συχνότερα πονούν ή ζητούν τη μανούλα τους. 


Τον χειμώνα τα παράθυρα θα κλείσουν και οι θόρυβοι της γειτονιάς θα ξεχαστούν. Θα κουρνιάσει ο καθένας στο σαλονάκι του και θα περιμένει το επόμενο καλοκαίρι για να χαμογελάσει ξανά στον γείτονά του.


Σημειωτέον: Οι εικόνες του Γάλλου εικονογράφου  Vincent  Mahé δεν αποδίδουν την ατμόσφαιρα της καυτής και έρημης αυγουστιάτικης Αθήνας. Δίνουν, όμως, πολύ όμορφα την εικόνα αυτών των γνωστών-άγνωστων που συμβιώνουν στις μεγαλουπόλεις και γνωρίζονται τόσο καλά και τόσο ελάχιστα μεταξύ τους.

***

[1] Εικονογράφηση:  Vincent  Mahé, Neighbors 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου