Ὁ καλλιτέχνης συγγραφεύς, ὁ δημοσιεύσας ἐντεχνοτάτης πλοκῆς καί ἀνατολικοτάτου χρωματισμοῦ διηγήματα, ὁ πρῶτος ἴσως ὑποσημάνας τήν αναγέννησιν τῆς ἑλληνικῆς διηγηματογραφίας, προεκάλει, πλην ἐλαχίστων ἐξαιρέσεων, ἀνοήτους κρίσεις και σχολαστικάς παρατηρήσεις. [...] Καί ὄμως ὁ Βιζυηνός πολύ τελειότερον τοῦ ποιητοῦ τῶν ἐπικολυρικῶν και τῶν ἐρωτοσατυρικῶν στίχων εἶναι διηγηματογράφος ποιητής
(Κωστή Παλαμα, Άπαντα, τόμ. Β', Γκοβόστης - Μπίρης, Αθήνα 1962)
Ο
Γεώργιος Βιζυηνός γεννήθηκε το 1849 στη Βιζύη, μια μικρή κωμόπολη της
Ανατολικής Θράκης. Οι γονείς του ήταν άνθρωποι απλοί, φτωχοί και θεοσεβούμενοι.
Η μητέρα του, η Δεσποινιώ ορφάνεψε σε μικρή ηλικία και την υιοθέτησε ένα
ευκατάστατος πραγματευτής από τη Βιζύη, που δεν είχε δικά του παιδιά. Ο πατέρας
του, ο Μιχαήλος δούλευε στη Βιζύη ως μπακάλης. Πέθανε από τύφο σε νεαρή ηλικία
κι έτσι η Δεσποινιώ χήρεψε νέα, μένοντας μόνη με τα πέντε παιδιά της. Τα παιδιά
της ήταν ο Χρηστάκης, που ήταν αγροτικός ταχυδρόμος και δολοφονήθηκε (Ποιος ήτο ο φονεύς του αδερφού μου), η
Αννιώ, που κατά λάθος τη σκότωσε η μητέρα της πλακώνοντάς την με το σώμα της
στον ύπνο της (Το αμάρτημα της μητρός
μου), ο Γεώργιος (ο συγγραφέας), η Αννιώ, που πέθανε σε μικρή ηλικία και ο
Μιχαήλος, που δεν πρόλαβε να γνωρίσει τον πατέρα του, γιατί εκείνος πέθανε
προτού γεννηθεί το παιδί.
Ο
Βιζυηνός, αφού τελείωσε το δημοτικό στη Βιζύη, πήγε στην Κωνσταντινούπολη, όπου
δούλεψε σε ραφτάδικο μαζί με το μεγάλο του αδερφό. Εκεί φάνηκε η πρώτη του
έφεση για τα γράμματα και ιδιαίτερα τα εκκλησιαστικά. Προστατευόμενος του
Γιάγκου Γεωργιάδη συνέχισε τις σπουδές του στην ενοριακή σχολή της Πόλης.
Βλέποντας την κλήση του στα γράμματα, ο Γεωργιάδης τον βοήθησε να συνεχίσει τις
σπουδές του στη Λευκωσία της Κύπρου, όπου τελείωσε το Σχολαρχείο και ήταν
ασκούμενος καλόγερος και ψάλτης. Ο Βιζυηνός ήθελε να γίνει κληρικός αλλά οι
έντονες αισθηματικές του εμπειρίες τον έκαναν να συνειδητοποιήσει ότι οι θυσίες
θα ήταν πολλές…
Φοίτησε
ωστόσο στη Θεολογική σχολή της Χάλκης με την οικονομική βοήθεια του ευεργέτη
του, Γ. Ζαρίφη, και άρχισε παράλληλα να ασχολείται με την ποίηση. Την πρώτη του
ποιητική συλλογή, Ποιητικά Πρωτόλεια,
την εξέδωσε με την προτροπή του Τανταλίδη και ακολούθησε ο Κόρδος, με τον οποίο ο ποιητής βραβεύτηκε στο Βουτσιναίο ποιητικό
διαγωνισμό. Ακολουθούν οι ποιητικές συλλογές Βοσπορίδες Αύραι, Μύθοι λαού και παραδόσεις, Λυρικά, Ατθίδες Αύραι,
με τις οποίες ο ποιητής θα αρχίσει να απομακρύνεται από τους φαναριώτες και το
ρομαντισμό για να ασκηθεί στη χρήση της δημοτικής γλώσσας και την καταγραφή
παραδόσεων του λαού. Ας σημειωθεί ότι το βραβείο του Βουτσιναίου διαγωνισμού
ποίησης το κέρδισε για δεύτερη φορά με την ποιητική συλλογή ’Αραις, Μάραις, Κουκουνάραις.
Μετά
την αποφοίτησή του από το Γυμνάσιο ο Βιζυηνός φοίτησε στη Φιλοσοφική Σχολή
Αθηνών και κατόπιν συνέχισε τις σπουδές του στη Γερμανία, όπου ανακηρύχτηκε
διδάκτωρ με την έκδοση της διδακτορικής διατριβής Το παιχνίδι από ψυχολογική και παιδαγωγική άποψη.
Μετά
τις σπουδές στη Γερμανία ο Βιζυηνός έζησε στο Λονδίνο και το Παρίσι, όπου το
1883 εξέδωσε το διήγημα Το αμάρτημα της
μητρός μου αρχικά στα γαλλικά και έπειτα και στα ελληνικά. Επέστρεψε όμως
στην Αθήνα, όπου εργάστηκε ως καθηγητής στο γυμνάσιο και αργότερα ανακηρύχθηκε
υφηγητής στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Ο
θάνατος του ευεργέτη του, Γ. Ζαρίφη,
σήμανε και το τέλος της οικονομικής ασφάλειας για το Βιζυηνό. Κάτω από
την οικονομική πίεση αυτή αποφάσισε να προωθήσει μια μεταλλευτική επιχείρηση σε
περιοχή με πλούσια μεταλλεύματα, όπου είχε κληρονομήσει κτήματα από την
οικογένεια της μητέρας του. Η επιχείρηση απέτυχε παταγωδώς. Η αποτυχία αυτή σε
συνδυασμό με ερωτικές και άλλες απογοητεύσεις οδήγησαν το Βιζυηνό στην τρέλα.
Πέθανε έγκλειστος στο Δρομοκαϊτειο Ψυχιατρείο το 1896.
Το αυτοβιογραφικό στοιχείο στη διηγηματογραφία του Βιζυηνού
"Τον Βιζυηνό τον θεωρούσαν κυρίως ποιητή στην εποχή του. Ποιητής ξεκίνησε και δεν έπαψε να θεωρείται ποιητής ως το θάνατό του. Αν εξακολουθούσε να λογαριάζεται και να κρίνεται ως ποιητής και πιο ύστερα, φοβάμαι πως σπανιότερα θα τον θυμόμαστε και θα τον αναφέραμε σήμερα. Ευτυχώς, και για κείνον και για μας, από το 1882, όπως είδαμε, γύρω δηλαδή στα τριαντατρία χρόνια του, είχε αρχίσει να γράφει και διηγήματα, που όχι μόνο του εξασφάλισαν την υστεροφημία, αλλά και, ουσιαστικά, εγκαινίαζαν τότε μια νέα περίοδο του νεοελληνικού διηγήματος με μεγαλύτερες αξιώσεις. [...]
Είναι, λοιπόν, ο Βιζυηνός ο πρώτος που έγραψε νεοελληνικό διήγημα με τέτοιες αξιώσεις και τόσο υψηλούς στόχους. Χωρίς κανένα ανάλογο προηγούμενο, χωρίς παράδοση διηγηματογραφική πίσω του, έβαλε τις βάσεις κι έδειξε το σωστό δρόμο για τη δημιουργία νεοελληνικής διηγηματογραφίας, εισάγοντας, εκτός απ' τ' άλλα, την αλήθεια και τη γνησιότητα του βιωματικού στοιχείου, αν σκεφτούμε, ότι πρώτη ύλη για τα διηγήματα και τις νουβέλες του στάθηκε η γεμάτη απρόοπτες εξελίξεις και μεταστροφές της τύχης ατομική του ζωή και η οκογενειακή του τραγωδία, με ήρωες τον εαυτό του και τα πρόσωπα του στενού οικογενειακού του περιβάλλοντος και με κεντρική ηρωίδα σε δύο απ' τα καλύτερά του κομμάτια τη μητέρα του. [...]
Έτσι, αν προκειμένου για άλλους συγγραφείς η εξέταση της ζωής τους είναι στοιχείο βοηθητικό για τη μελέτη του έργου τους, η εξέταση της ζωής του Βιζυηνού (για τούτο, άλλωστε, επιμείναμε σε τόσες λεπτομέρειες) αποτελεί μια πρώτη γεύση της αφηγηματικής του πεζογραφίας και μια εισαγωγή στο χώρο και στον τόπο που κινείται, αλλά ταυτόχρονα κι ένα είδος επιλόγου, απ' όπου μαθαίνουμε για την τύχη των υπόλοιπων προσώπων, όσων άφησε στις διηγήσεις του δίχως τελειωτική κατάληξη, και, τέλος, για την τύχη και του ίδου του συγγραφέα, μια κι αντιπροσωπεύει κι εκείνος ένα απ' αυτά τα πρόσωπα, ώστε καλά το παρατήρησε ο Παν. Μουλλάς πως "ἡ ἀνάγνωση τοῦ Βιζυηνοῦ προχωρεῖ συνήθως ἀπό τη βιογραφία πρός το ἔργο". Θα το λέγαμε μάλιστα κατηγορηματικότερα: δεν μπορεί παρά ν΄αρχίζει από τη βιογραφία και να προχωρεί προς το έργο.
Πέρα όμως απ'αυτήν την πρώτη ύλη του βιώματος, υπάρχει η τέχνη της αφήγησης και της πλοκής. Γιατί ο Βιζυηνός δεν περιορίζεται στο αυτοβιογραφικό στοιχείο. Χρησιμοποιεί συνήθως το πρώτο πρόσωπο, επειδή, όπως πιστεύει ο Απόστολος Σαχίνης, του χρειάζεται "ἕνας τρόπος ἐκφραστικῆς ἀμεσότητας, ἕνας τρόπος προσωπικῆς συναισθηματικῆς συμμετοχῆς". Μα σκοπός του δεν είναι ν' αυτοβιογραφηθεί και ν'αφηγηθεί τα προσωπικά του παθήματα και τα παθήματα της οικογένειάς του, αλλά να συνθέσει έργα ικανά να δώσουν μια εικόνα του ανθρώπινου δράματος, όπου ο μύθος, η πλοκή και τα πρόσωπα να κινούνται και να συμπλέκονται με τη δύναμη του μοιραίου. Ιδιαίτερα πρέπει να εξαρθεί η δραματική πυκνότητα και οι επεμβάσεις της μοίρας, που φέρνουν τους χαρακτήρες αντιμέτωπους, καθώς από το ένα, το αρχικό μοιραίο γεγονός, προκύπτουν στη συνέχεια άλλες δραματικές συνέπεις με αντίχτυπο πάνω σε όλους."
Στεργιόπουλος Κ., 1997, "Γεώργιος Βιζυηνός", Η παλαιότερη πεζογραφία μας. Από τις αρχές της ως τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, Αθήνα: Σοκόλης,, Τόμος ΣΤ', σελ. 44-47
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου