Πολλοί άνθρωποι όταν φτάνουν ή ξεπερνούν την ηλικία των τριάντα
αντιπετωπίζουν ένα δίλημμα: να αποτολμήσουν ή όχι το απονενοημένο
διάβημα; Να παντρευτούν ή να μην παντρευτούν; Υπάρχει και το κακόγουστο
αστείο, σύμφωνα με το οποίο ο ελεύθερος ζει σαν άνθρωπος και πεθαίνει σαν σκυλί. Ο παντρεμένος ζει σαν σκυλί και πεθαίνει σαν άνθρωπος. Να ζει κανείς ή να μη ζει; Τέλος πάντων, σημασία έχει να είναι ο άνθρωπος ευτυχής και ο καθένας νιώθει ευτυχής διαφορετικά. Έτσι κι αλλιώς όλα αυτά ακούγονται πια κάπως ξεπερασμένα.
Άραγε η λογοτεχνία τι έχει να πει εδώ; Στο αρχαίο θέατρο, ο θεατής νιώθει έλεο και φόβο για τους ήρωες και όσα τους συμβαίνουν. Βιώνει και ο ίδιος τα διλήμματα που εκείνοι αντιμετωπίζουν. Και όταν έρχεται αντιμέτωπος με ένα δίλημμα στην πραγματική του ζωή είναι πιο έτοιμος. Η Τέχνη τελικά δίνει απαντήσεις; Μας βοηθάει σε τίποτα; Μας κάνει καλύτερους; Μας αφήνει τους ίδους;
Στο Έγκλημα και Τιμωρία, ο Λιούζιν, αυτός ο αντιπαθητικός τύπος, ο αρραβωνιαστικός της Ντούνιας, αδερφής του Ρασκόλνικοφ, κάνει μια συζήτηση με τον Αντρέι Σεμιόνοβιτς για το γάμο. Ο νόμιμος γάμος μού χρειάζεται γιατί δε θέλω να φορέσω κέρατα και ν' αναστήσω ξένα παιδιά λέει ο Λιούζιν.
Ο Σεμιόνοβιτς όμως τον αποστομώνει για τα καλά:
Μα τι είναι λοιπόν τα κέρατα; Ω, τι παρερμηνεία! Τι κέρατα είναι αυτά; Γιατί τα είπαν κέρατα; Τι ανοησίες! Απεναντίας, στον πολιτικό ίσα ίσα γάμο, δε θα υπάρχουν καθόλου! Τα κέρατα δεν είναι παρά η φυσική συνέπεια κάθε νόμιμου γάμου, μια διόρθωσή του, να πούμε, μια διαμαρτυρία, έτσι που απ' αυτή την άποψη δεν είναι καθόλου ταπεινωτικά... Κι αν καμιά φορά εγώ - ας υποθέσουμε για μια στιγμή αυτή την ανοησία - παντρευτώ νόμιμα, πολύ θα ευχαριστηθώ αν αποκτήσω τα τρισκαταραμένα σας κέρατα. Θα πω τότε στη γυναίκα μου: "Φίλη μου, ως τα τώρα σ' αγαπούσα μονάχα, τώρα όμως σε εχτιμώ κιόλας, γιατί μπόρεσες και διαμαρτυρήθηκες!" Γελάτε; Είναι γιατί δεν έχετε τη δύναμη να αποτινάξετε τις προλήψεις σας! Καταλαβαίνω πολύ καλά, που να πάρει ο διάολος, πόσο δυσάρεστο είναι να σ' απατάει η νόμιμη γυναίκα σου. Αυτό όμως δεν είναι παρά η πρόστυχη συνέπεια μιας πρόστυχης πράξης, όπου έχουν ταπεινωθεί κι ένας κι άλλος. Όταν όμως τα κέρατα φοριούνται φανερά, όπως γίνεται στον πολιτικό γάμο, τότε πια είναι σαν να μην υπάρχουν καθόλου, είναι αδύνατο να υπάρξουν και χάνουν μάλιστα την ονομασία κέρατα. Απεναντίας, το μόνο που θα κάνει η γυναίκα σας είναι που θα σας αποδείξει πόσο πολύ σας εχτιμάει, θεωρώντας σας ανίκανο να σταθείτε εμπόδιο στην ευτυχία της και τόσο ανεπτυγμένον ώστε να μην την εκδικηθείτε, γιατί απόχτησε καινούργιο άντρα. Που να πάρει ο διάολος, είναι μερικές φορές που ονειρεύομαι πως αν με παντρεύανε, φτού! Αν παντρευόμουνα - πολιτικά ή νόμιμα, το ίδιο κάνει - νομίζω πως θα 'φερνα ο ίδιος έναν εραστή στη γυναίκα μου, αν έβλεπα πως αργεί ν' αποχτήσει μόνη της. "Φίλη μου" θα της έλεγα, "σ' αγαπώ πολύ, θέλω όμως επιπλέον να μ' εχτιμάς, ορίστε!"
Ακους εκεί! Αυτά λέει ο Ντοστογιέφσκι δια στόματος Σεμιόνοβιτς 150 χρόνια πριν. Τώρα απ' ό,τι φαίνεται, τον 19ο αιώνα στον πολιτικό γάμο -που δεν ήταν νόμιμος- επιτρεπόταν το κέρατο, ενώ στο θρησκευτικό όχι.
Ένας συγγραφέας που αντιμετώπιζε μεγάλη φοβία με το γάμο ήταν ο Φραντς Κάφκα. Δυο φορές είχε κοντέψει να παντρευτεί και καμία δεν το τόλμησε. Στο Γράμμα στον πατέρα, που αποτελεί ένα ψυχογράφημα του ίδιου του συγγραφέα αναφέρει χαρακτηριστικά:
Ἀλλά το σπουδαιότερο ἐμπόδιο γιά τόν γάμο μου εἶναι ἡ πεποίθηση,
ἀξερίζωτη πιά, ὅτι ἡ κάλυψη τῶν ἀναγκῶν μιᾶς οἰκογένειας, καί πόσο μᾶλλον ἡ
διακυβέρνησή της, ἀπαιτοῦν ὅλες τίς ἰδιότητες πού ἀνακάλυψα σε ἐσένα, ἰδιότητες
καλές ἤ κακές, θεωρημένες ἀξεχώριστα ὅπως εἶναι συνδεδεμένες ὀργανικά καί συγκεντρωμένες
ὅλες στο πρόσωπό σου: δύναμη καί περιφρόνηση γιά τόν ἄλλο, ὑγεία καί μιά κάποια
ἔλλειψη τοῦ μέτρου, εὐγλωττία καί σκληρός χαρακτήρας, αὐτοπεποίθση και δυσαρέσκεια
για ὅ, τι δεν προέρχεται ἀπό ἐσένα, αἴσθημα ἀνωτερότητας ἀπέναντι στόν κόσμο
και τυραννική συμπεριφορά, γνώση τῶν ἀνθρώπων καί ἐπίδειξη δυσπιστίας γιά τούς
περισσότερους ἀπό αὐτούς, καί στά παραπάνω νά προστίθενται ἰδιότητες ἀπόλυτα
θετικές, ὅπως ἡ ἐργατικότητα, ἡ ἀντοχή, ἡ ἐτοιμότητα πνεύματος, ἡ ἄγνοια τοῦ
φόβου. Ἐγώ δεν εῑχα σχεδόν τίποτε ἤ ἐλάχιστα ἀπ’ ὅλα αὐτά.
Η γυναίκα πάντως μέχρι πολύ πρόσφατα έπρεπε να παντρευτεί. Αλλιώς έμενε γεροντοκόρη, μεγαλοκοπέλα, στο ράφι και άλλα τέτοια. Σε μια σκηνή από τη Φόνισσα του Παπαδιαμάντη, η Χαδούλα αναπολεί πλάι στην εστία τα πάθη του βίου της, του ανωφελούς και μάταιου και βαρύ:
Όταν ήτο παιδίσκη, υπηρέτει τους γονείς της. Όταν υπανδρεύθη, έγινε σκλάβα του συζύγου της - και όμως, ως εκ του χαρακτήρος της και της αδυναμίας εκείνου, ήτο συγχρόνως και κηδεμών αυτού. Όταν απέκτησε τέκνα, έγινε δούλα των τέκνων της. Όταν τα τέκνα της απέκτησαν τέκνα, έγινε πάλιν δουλεύτρια των εγγονών της.
Αυτό σήμαινε γάμος. Και ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, αυτός ο άνθρωπος ο τόσο θεοσεβής και συνάμα τόσο ανθρώπινος, τόσο γεμάτος πάθη και τόσο κοντά στην αγιοσύνη, είχε καταλάβει πολύ καλά τη γυναίκα της εποχής του. Τη μάνα, τη γιαγιά, την παιδίσκη, την εγγόνα.
Τρεις αλλιώτικες απόψεις για το γάμο. Τρεις απόψεις που εκφράστηκαν εκατό και πλέον χρόνια πριν. Πολύ διαφορετικές μεταξύ τους αλλά και πολύ προχωρημένες. Και το ερώτημα του τίτλου παραμένει φυσικά αναπάντητο.
***
Τα αποσπάσματα ήταν από τα βιβλία:
Φιοντόρ Ντοστογιέφσκη, Έγκλημα και Τιμωρία (μτφρ. Άρης Αλεξάνδρου), Εκδόσεις Γκοβόστη 1990
Φραντς Καφκα, Γράμμα στον πατέρα (Φαίδων Καλαμαράς), Νεφέλη 1987
Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, Η Φόνισσα, Νεφέλη 1998
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου