Ανεβάσαμε σε μας το μονό αυτό κρεβάτι, τη μέρα που μάζεψαν απ’ τη γειτονιά μας τους εβραίους, κι απ’ το ίδιο κιόλας βράδυ, αν δεν κάνω λάθος, άρχισα να κοιμάμαι σ’ αυτό. Το πάπλωμα, το στρώμα, και τα λερά σεντόνια του τα είχαν στο μεταξύ άλλοι αρπάξει. Το κρεβάτι ήταν το μόνο πράγμα που είχε απομείνει τελικά μέσα στο άγρια λεηλατημένο διαμέρισμα. Και το μόνο εβραϊκό πράγμα, που ύστερα από πολύ δισταγμό πήραμε –το ορκίζομαι.
Κοιμόταν ο Ίζος σ’ αυτό. Δυο χρόνια μεγαλύτερός μου, μα φίλος μου. Συχνά, παίζοντας στο διαμέρισμά τους κρυφτό ή άλλα παιχνίδια, κρυβόμασταν αποκάτω ή χωνόμασταν για να πάρουμε τη μπάλα που είχε κυλήσει. Κάποτε μάλιστα, που λείπαν οι δικοί μου, μας είχαν κοιμήσει αγκαλιά στο κρεβάτι αυτό. Τότε πρωτοείδα το νεανικό τριχωτό στεφάνι της ήβης. Είναι αλήθεια πως είχε αρκετούς κοριούς το κρεβάτι, και παρ’ όλο το κυνήγημα που αργότερα τους κάναμε, δεν εξολοθρεύτηκαν ποτέ εντελώς. Ήρθε καιρός που δόξαζα το Θεό γι’ αυτή τη διάσωση. Κάτι είχε σωθεί απ’ το αίμα του Ίζου και ενωθεί ίσως με το δικό μου.
Μέσα στου Ίζου το δωμάτιο μονάχα το καφετί σιδερένιο κρεβάτι του είχε απομείνει. Σίγουρα, δεν το είχαν αρπάξει γιατί είχε πολλές σούστες σπασμένες. Όταν το είδα, σαν να ξαναείδα τον Ίζο μπροστά μου. Ανέβηκα απάνω του και το είπα: ήθελα το κρεβάτι του. Με δυσκολία κατέβηκαν να με βοηθήσουν. Ήταν άλλωστε όλοι τους πλαγιασμένοι απ’ την πρωινή ταραχή. Το ανεβάσαμε, δέσαμε γερά τις σούστες του και κατόπι το ζεματίσαμε για τους κοριούς. Άρχισα να κοιμάμαι σ’ αυτό από το ίδιο βράδυ, από τότε δηλαδή που άρχισαν τα μεγάλα μαρτύρια του Ίζου.
Κοιμήθηκα σ’ αυτό το κρεβάτι για πολλά χρόνια. Όλες τις χαρές –ποιες χαρές;– και τ’ ατέλειωτα μαρτύρια της νιότης μου. Εδώ με πιάσανε αργότερα οι αγωνίες, οι αϋπνίες, τα άγχη, και το κρεβάτι ξαναπήρε απ’ τα στριφογυρίσματά μου να σπάνει. Προσπαθώντας να αυτοθεραπευτώ –πράγμα που θαρρώ πως σχεδόν τα κατάφερα– αμέτρητες οργιαστικές σκηνές και συνθέσεις έχω στήσει πάνω σ’ αυτό. Μια αόρατη, θαρρείς, παρουσία μ’ έριχνε σ’ ένα ατέλειωτο ερωτικό παροξυσμό. Κάθε βράδυ και κάτι άλλο, κάτι καινούργιο και πιο τολμηρό ή, στις εξαιρετικές περιπτώσεις, νέες παραλλαγές στο βασικό μοτίβο. Όταν παράγινε εκείνο το κακό, και μπλέχτηκαν ερωτισμοί, αυτοερωτισμοί, διαβάσματα, ανέχειες, κρίσεις θρησκευτικές, που μου τις δημιούργησαν πρόωρα κάτι ολέθριοι τύποι, έφτασα στο σημείο ν’ αποδίδω το κατάντημά μου ακόμα και στο κρεβάτι του Ίζου. Το καταραμένο αυτό κλινάρι είχε φάει τον Ίζο, τώρα πήγαινε να φάει κι εμένα.
Προχτές, ένας παλιατζής που φέραμε για να μας ξαλαφρώσει απ’ τις παλιατσαρίες μας, αρνήθηκε, ευτυχώς, να το πάρει. Είναι σαράβαλο, είπε, δεν αξίζει ο κόπος. Αυτό έχει συμβεί κι άλλες φορές• δεν μπορέσαμε να το ξεφορτωθούμε. Κι έτσι το κρεβάτι εξακολουθεί να σκουριάζει στην αποθήκη μας. Εγώ, όμως, άρχισα να σκέφτομαι σοβαρά μήπως θα πρέπει να το επιδιορθώσω και ν’ αρχίσω να κοιμάμαι και πάλι σ’ αυτό. Είναι μάταιο κι αστείο σχεδόν να επιμένω να κοιμάμαι σε διπλό κρεβάτι. Δεν ξορκίστηκε έτσι καθόλου το κακό. Άλλον άνθρωπο δεν είδα να γλυκανασάνει στο πλάι μου. Ας ξαναβρώ τουλάχιστον τις φαντασίες μου και τα παλιά οράματά μου, όποια κι αν είναι. Κάτι είναι κι αυτό.
Πολλές φορές τη νύχτα, καθώς κάθομαι κλεισμένος μέσα και δουλεύω ή στοχάζομαι, προσπαθώ να ανακαλέσω τα γέλια, τις χαρές, τα αστεία, τους χορούς και τις γλυκιές φιλικές ματιές, που διασταυρώθηκαν επί δεκαετίες σ΄ αυτούς τους βουβούς τώρα χώρους και σχεδόν απορώ με τη ματαιότητα των εγκοσμίων και τη μουγγαμάρα των στοιχείων της ύλης, που είναι βέβαια αυτά τα ίδια με τότε. Τίποτε!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου