Αγάπη: Είναι το σκοτεινό και μυστηριώδες Τσεκούρι. Το κρατάμε κι ας μην το ξέρουμε.
Αγιότητα: Είδος κόλλας που χρησιμοποιούμε για να μένει στο κομμένο κεφάλι το φωτοστέφανο.
Αγνοούμενος: Ένας πραγματικά σοβαρός λόγος για να κόβεις τις πολλές καλημέρες.
Αλκοόλ: Η μοναδική θρησκεία με άμεσα αποτελέσματα.
Βροχή: Παράγωγο διύλισης των χθεσινών προσευχών. Προσβλέπουμε πάντα στο απόσταγμα.
Γραφειοκρατία: Διαδικασία μύησης στον υπερρεαλισμό. Από μια ευρύτερη οπτική συνιστά τη μόνη απόδειξη πως το «έθνος-κράτος» υπάρχει.
Ευτυχία: Μυθικό κυριακάτικο τέρας που σου γλείφει το πρόσωπο με τη μορφή του παιδιού σου και ξυπνάς. Με την πρώτη κουβέντα για λογαριασμούς ή ένα ελαφρύ τσούξιμο στους όρχεις χάνεται.
Οικογένεια: Η πίκρα πως όλα όσα ζήσαμε -το αντιπυρετικό ανά τρίωρο, το κλάμα για το ζωγραφιστό σπαθί του πειρατή που δεν είναι όρθιο, η αγκαλιά από το αμάξι ως την εξώπορτα ενώ κοιμάται, ο αυτοκράτορας Μπαμπαντιανός και τα μαξιλαρένια τείχη της Κωνσταντινούπολης το άλμα από τον καναπέ προς την κόχη του τραπεζιού, ο δράκος που εισβάλλει στη σπηλιά-κουβέρτα μας, η μουσούδα του Μιγκέλ στο χαλί των παιχνιδιών, το ντουλάπι με τις άφταστες σοκολάτες- κάποτε θα χωρούν σε μια κουνημένη φωτογραφία.
Θα μπορούσα να γράψω ένα αγαπημένο μου λήμμα-ποίημα για καθένα από τα γράμματα της αλφαβήτου, αλλά είναι δύσκολο να χωρέσω νανουρίσματα, λουκουμάδες, κουνημένες οικογενειακές φωτογραφίες, ραδιοφωνάκια, τσίχλες και άλλα σπουδαία και μεγάλα μικροπράγματα σε μία ανάρτηση.
Η «Κωμωδία» των Γιάννη Στίγκα και Νικόλα Ευαντινού δεν είναι θεία. Είναι τόσο ανθρώπινη όσο κι ένας παράδεισος όπου ο χρόνος αναμειγνύεται με ζάχαρη. Κάθε λίγο, σε πιάνει και μια γλύκα. Για τις παιδικές μας αναμνήσεις, τα σαστισμένα φιλιά που δώσαμε, τα νυχτερινά λεφούσια με φίλους, τα πτυχία μας, τα σκοτάδια μας, την ίδια την ποίηση.
***
[1] Γιάννης Στίγκας - Νικόλας Ευαντινός, Κωμωδία, Άγρα, Αθήνα 2021.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου