Τρίτη 13 Αυγούστου 2019

Η αλήθεια βαδίζει στα δάση


Οι Γερμανοί είναι ωστόσο παράξενοι άνθρωποι. Τη μία με τις βαθυστόχαστες σκέψεις τους και την άλλη με τις ιδέες εκείνες που ακατάπαυστα αναζητούν κι εισάγουν σ' όλες τις φάσεις της ζωής, φθάνουν στο σημείο να δυσκολεύουν τη ζωή τους υπερβολικά. 
Λότε Άισνερ (1896 - 1983)

Είναι δύσκολο να σκεφτεί κανείς έναν σκηνοθέτη πιο αντισυμβατικό από τον Βέρνερ Χέρτσογκ. Παράφρων ιδεαλιστής, μονομανής καλλιτέχνης, συνεργάστηκε επανειλημμένα με έναν ηθοποιό που μισούσε θανάσιμα: τον Κλάους Κίνσκι. Ο Χέρτσογκ ευχόταν καθημερινά τον θάνατο και την καταστροφή του ηθοποιού, ενώ κόντεψαν να σκοτώσουν ο ένας τον άλλον στην περουβιανή ζούγκλα όπου γυρίστηκε η ταινία Αγκουίρε: Η μάστιγα του θεού. Οι συντελεστές μαρτυρούν πως κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων ο Χέρτσογκ βασάνισε μέχρις εσχάτων ζώα, ηθοποιούς και ιθαγενείς. Κι όμως, ο ίδιος άνθρωπος συνέλαβε τον λυρικό Νοσφεράτου και τις ανεπανάληπτες εικόνες του Grizly Man

Όταν αρρώστησε η θεωρητικός του γερμανικού εξπρεσιονισμού και καλή του φίλη Λότε Άισνερ, την οποία θεωρούσε ιέρεια και μέντορά του, ο Βέρνερ Χέρτσογκ υποσχέθηκε στον εαυτό του πως αν ξεκινούσε με τα πόδια από το σπίτι του και έφτανε οδοιπορώντας μέχρι το δικό της, θα την απέτρεπε από τον θάνατο. Έτσι ξεκίνησε η "Οδοιπορία στον πάγο": μια πεζοπορία από το Μόναχο μέχρι το Παρίσι, ένα τάμα τριών εβδομάδων, που θα ξόρκιζε τον θάνατο.

Προχωρώ με βήμα αποφασιστικό και η γη σείεται και στενάζει. Όταν βαδίζω, βαδίζει ένας βίσονας. Όταν ξαποσταίνω, ξαποσταίνει ένα βουνό. 

“Όλα λύνονται βαδίζοντας. Το βάδισμα μας διδάσκει ό,τι η τέχνη δεν μπορεί” σημειώνει η επιμελήτρια του βιβλίου Ελένη Γιαννάτου.



Η φύση επιβάλλεται στον μοναχικό οδοιπόρο: κάθε πόνος βιώνεται εντονότερα, το φυσικό τοπίο γιγαντώνεται, ήχοι και εικόνες γίνονται απόλυτοι κυρίαρχοι του νου. Στις παρυφές των εθνικών οδών, ο εξαθλιωμένος άντρας περπατά μέχρι να τον εγκαταλείψουν οι δυνάμεις του. Τις νύχτες αναζητά καταφύγια σε εγκαταλελειμένα καταλύματα, άδεια σκυλόσπιτα, παρατημένα σχολεία και ερημικές καλύβες. Κοιμάται κάτω από ηλεκτροφόρα καλώδια και αφουγκράζεται το ρεύμα να κυλά στις αρτηρίες τους. Ο ήλιος χάνει τη μία μάχη μετά την άλλη.

Μια βαριά υγρασία πλανιέται στην ατμόσφαιρα. Ο δρόμος όσο πάει και ανηφορίζει. Κιτρινισμένες φτέρες, τσακισμένες από τη βροχή και το χιόνι, σκουπίζουν με το φύλλωμά τους το έδαφος. Τα σύννεφα και η ομίχλη τραβούν το δρόμο τους δίχως να με λογαριάζουν. Το νερό από τα λιωμένα χιόνια κελαρύζει στα ρυάκια. Φτάνοντας στην κορυφή, βρίσκομαι ξάφνου να βαδίζω μέσα στα σύννεφα. Γύρω μου όλα τα βράχια στάζουν. 

Ένα σκηνικό από βαριά σύννεφα, έρημα δάση, πεσμένα δέντρα, κοιλάδες και λιβάδια εναλλάσσεται με την αίσθηση του πόνου, της δίψας και της σιωπής. Κανένα συναίσθημα δεν εκφράζεται παρά μόνο μια προτίμηση για την απόλυτη μοναξιά: "Είναι καλή η μοναξιά; Ναι, είναι. Με τη διαφορά ότι μας αποκαλύπτει δραματικές προοπτικές για το μέλλον". 

Απόλυτη μοναξιά. Μοναδικός μου σύντροφος ένα μικρό ποτάμι που διασχίζει μια κοιλάδα. Για κάμποσα χιλιόμετρα ένας γκρίζος ερωδιός φτερουγίζει μπροστά μου. Κάθε τόσο σταματά να ξαποστάσει, περιμένοντας να πλησιάσω, για να ξανασηκωθεί από το έδαφος και να συνεχίσει την πτήση του. Είμαι αποφασισμένος να τον ακολουθήσω όπου κι αν πηγαίνει. Η πάχνη καλύπτει τα πάντα. Στα γυμνά κλαδιά των θάμνων κρέμονται δροσοσταλίδες.

Αμπελώνες, σπουργίτια, φύλλα που θροΐζουν στον άνεμο δημιουργούν μια αίσθηση φρεσκάδας. Το τοπίο γίνεται όλο και πιο πληκτικό, οι λέξεις στα βάθη της σκέψης αρχίζουν να χάνονται, ο έναρθρος λόγος μετατρέπεται σε ακατάληπτες κραυγές και κρωξίματα.

Όταν η μηλιά γαλήνεψε, και τα μήλα έπαψαν να κατρακυλούν εδώ κι εκεί στο χώμα, σκέφτηκα ότι τέτοια εγκατάλειψη από τον άνθρωπο είναι στ' αλήθεια απερίγραπτη. Η σημερινή μέρα είναι, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, μέρα ερημιάς και απόλυτης εγκατάλειψης. Με αυτές τις σκέψεις πλησίασα το δέντρο κι έπιασα να το ταρακουνώ, ώσπου απέμεινε ολόγυμνο. Μες στην απόλυτη ησυχία τα μήλα ηχούσαν σαν ταμπούρλα, μόλις έπεφταν στη γη. Όταν τελείωσα, ένιωσα να παραλύω από την τρομακτική σιωπή. 

Μετά από είκοσι μέρες πεζοπορίας, αγκαλιά με τη φύση και τον κίνδυνο, ο οδοιπόρος μπαίνει στο σπίτι της λατρεμένης του φίλης. Εκείνη του χαμογελά και το τσακισμένο του κορμί γεμίζει ευφορία. "Ανοίξτε το παράθυρο", είπε, "εδώ και μερικές μέρες μπορώ και πετάω". 

Η Λότε Άισνερ έζησε άλλα οκτώ χρόνια. 


***

[1] Βέρνερ Χέρτσογκ, Οδοιπορία στον πάγο: Μόναχο-Παρίσι, 23 Νοεμβρίου - 14 Δεκεμβρίου 1974 (μτφρ: Γιάννης Καλιφατίδης), Alloglotta, Αθήνα 2019. 
[2] Το κείμενο συνοδεύουν δύο πορτρέτα του σκηνοθέτη και δύο φωτογραφίες οδοιπορικών στα ελληνικά βουνά. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου