Πόσο εύκολο είναι να μιλήσει ή να γράψει κανείς για ένα τραγικό γεγονός, παραμένοντας σχεδόν απάνθρωπα αποστασιοποιημένος; Και γιατί η αποστασιοποίηση του αφηγητή είναι αυτή που καθιστά τελικά την αφήγησή του τραγική και ανθρώπινη;
Το σχόλιο ντύνει το γεγονός με το μανδύα της υποκειμενικότητας, και κάθε ρούχο ως ένα βαθμό καλύπτει, και επομένως συνειδητά ή ασυνείδητα κουκουλώνει, το γυμνό σώμα. Στο βιβλίο του Άντονι Μάρα "Αστερισμός ζωτικών φαινομένων", ο δημοσιογραφικός λόγος, η διατήρηση μιας ασφαλούς απόστασης από το γεγονός, η απουσία σχολίων, φανερώνουν απροκάλυπτα τα τραυματισμένα και ακρωτηριασμένα σώματα των Τσετσένων ανταρτών, και όχι μόνο. Και δεν αποκαλύπτονται μόνο σώματα, αλλά και ψυχές, άλλοτε παιδικές και άλλοτε γερασμένες, άλλοτε υγιείς και άλλοτε προσβεβλημένες από ανίατες ασθένειες, άλλοτε αθώες και άλλοτε γεμάτες ενοχές, πάντα τραυματισμένες. Ποτέ καμία ψυχή δεν παραμένει αλώβητη μετά από έναν πόλεμο. Ακόμα κι αν το σώμα έχει την τύχη να γλιτώσει.
Πότε ήταν η τελευταία φορά που άρχισες τη μέρα σου με το ξυπνητήρι; [...]
Μ' ένα σπίτι να σε περιμένει; Με ηλεκτρικό για ν' ανάψεις
τα φώτα, με θέρμανση να γαργαρίζει απ' τα καλοριφέρ, με φωνές να λένε
"Γεια σου" και "Πώς ήταν η μέρα σου" και "Κλείσε την κωλόπορτα κάνει
παγωνιά", κι εσύ να τους ακούς με τ' αφτιά σου κι όχι μες στο κεφάλι
σου, αυτούς που ξέρουν τ' όνομά σου;

Τίποτα
σ' αυτόν ή τον επόμενο κόσμο δεν ήταν χειρότερο απ' τον σωματικό πόνο.
Στη μετά θάνατον ζωή, όπου δε θα 'ταν τίποτα παραπάνω από μια ψυχή, δε
θα 'χε σώμα να του χτυπήσουν, δέρμα να του γδάρουν, αίμα να τρέξει,
μάτια να του εξορύξουν, νύχια να του βγάλουν, αναπνοή να του κόψουν,
έντερα να μη λειτουργούν, κι έτσι η τιμωρία του Θεού θα ήταν πάντα πιο
ήπια από την ανθρώπινη.

Κάπου μεταξύ ακρωτηριασμών, ευνουχισμών, βιασμών, εξοριών, βασανιστηρίων, εκτελέσεων και μεταναστεύσεων, παρεμβάλλεται η καθημερινότητα που σ' αυτή τη θέση μοιάζει αφοπλιστικά ποιητική.
Κοίταξε τα μαραμένα γάντια·
ο πατέρας της θα 'χε βρει το χορό της μαγευτικό και θα την είχε πάρει
στην αγκαλιά του αποκαλώντας την θαλάσσια ανεμώνη του. Η επιδοκιμασία
του μπορούσε να προσδώσει μαγεία και στην πιο αδιάφορη μέρα, μπορούσε να
χαρίσει στη Χαβάα την αυτοπεποίθηση και τη σιγουριά που της έλειπαν.
***
Χρόνια
αργότερα, όταν ήταν ακόμα τόσο μικρή ώστε να χρειάζεται ένα φιλί πριν
πάει για ύπνο, ο πατέρας της ακουμπούσε τα σκασμένα χείλη του στο
μάγουλό της και, μ' έναν ψίθυρο γλυκού καπνού, της έλεγε: "Όνειρα γλυκά,
γλυκιά μου Τσαρίνα".
Η προσευχή, τα πλαστικά χειρουργικά γάντια, που καρφιτσωμένα σ' ένα παιδικό φουστάνι θυμίζουν θαλάσσιες ανεμώνες, η αγάπη της μάνας για το παιδί της πριν ακόμη αυτό γεννηθεί, η φιλία που δοκιμάζεται, πεθαίνει και ανασταίνεται λίγο πριν από το θάνατο, η φροντίδα της ανήμπορης από την άνοια και την παράλυση συντρόφου, η γενναιοδωρία, η καλοσύνη. Αυτά επιβιώνουν και μετά το πέρας της αφήγησης. Εκεί βρίσκονται όσοι χάθηκαν, εκεί οι δικοί μας χαμένοι γίνονται αθάνατοι.
Τα αποσπάσματα είναι από το βιβλίο: Anthony Marra, Αστερισμός ζωτικών φαινομένων (μτφρ. Αχιλλέας Κυριακίδης), ΙΚΑΡΟΣ, Aθήνα 2013
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου