Σελίδες

Πέμπτη 30 Απριλίου 2020

Ημερολόγιο καραντίνας #7: Ο θαυμαστός καινούργιος κόσμος του Heath Robinson


Ανοίγουν τα σχολεία, επανέρχεται σιγά σιγά η αγορά, γίνονται τα πρώτα δειλά βήματα επανεκκίνησης της οικονομίας κι η πανδημία καλά κρατεί. 


Στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης κυκλοφορούν διάφορα αστειάκια για το πώς θα αποφύγουμε τον συγχρωτισμό. Φουστάνια τούρτες που θα κρατούν τους καβαλιέρους μας σε ένα μέτρο απόσταση, ξυλοπόδαρα για την επιθυμητή διαφορά ύψους, μην τυχόν και φτερνιστεί κανείς και μας πάρουν τα σκάγια. 


Αυτά τα νέα μού θύμισαν έναν παλιό Βρετανό εικονογράφο που απ' ό,τι φαίνεται υπήρξε πολύ μπροστά από την εποχή του. 


Στα έργα του Heath Robinson οι άνθρωποι βρίσκουν τρόπους να κρατήσουν τις αποστάσεις. Πολύπλοκοι μηχανισμοί εξυπηρετούν τις καθημερινές τους ανάγκες. 


Δείτε τρόπο που βρήκε ο κύριος της παραπάνω εικόνας να προσφέρει στην αγαπημένη του ένα λουλουδάκι. Το λουλουδάκι θα αρθεί στο ύψος των περιστάσεων, αλλά ο κύριος θα παραμείνει εκεί που βρίσκεται, σε ενάμισι μέτρο απόσταση από την αγαπημένη του, ώστε να αποφύγει το ιικό φορτίο των αεροσταγονιδίων. 


Δείτε γερανούς και αναβατόρια που μπορούμε να εγκαταστήσουμε και στα σπίτια μας, ώστε η πολυεπίπεδη συγκατοίκηση να μειώσει τους κινδύνους συνωστισμού της οικογένειας στα σαλόνια και τις κουζίνες. 


Όσο κι αν φαίνεται απίστευτο, μέθοδοι πλυσίματος με ποτιστήρια και λάστιχα, ώστε να αποφευχθεί η κοινή χρήση του λουτροκαμπινέ, έχουν επίσης προταθεί στα μέσα και μάλιστα ειδικά για τη στιγμή επιστροφής από σούπερ μάρκετ. 


Δεν αποκλείεται τα σπίτια να αρχίσουν να επεκτείνονται προς τον ουρανό, να ζήσουμε τις Αόρατες πόλεις του Ίταλο Καλβίνο, να αυξηθούν οι εξωτερικοί ή αιωρούμενοι χώροι και τα εστιατόρια να εξοπλιστούν με τροφοδοτικά μηχανήματα, ώστε οι θαμώνες τους να μη χρειάζεται να αγγίζουν με τα γυμνά τους χέρια μεταλλικά κουταλοπίρουνα. 


Πρέπει να το πάρουμε απόφαση. Οι εποχές του συνωστισμού έχουν περάσει ανεπιστρεπτί. Το πολύ πολύ, όσο ακόμη η τεχνολογία δεν έχει προβλέψει τα πάντα, να ζήσουμε για ένα μικρό χρονικό διάστημα ακόμη την υπερφόρτωση των δικτύων κι αυτό ήταν όλο. 


Ο κόσμος όπως τον ξέραμε, κυρίες μου και κύριοι, δεν πρόκειται ποτέ να επιστρέψει. 

***


Την ανάρτηση συνοδεύουν έργα τα Heath Robinson. Για περισσότερα, δείτε εδώ

Τετάρτη 29 Απριλίου 2020

Σαν παραμύθι

΄
Έλα, ξύπνα! Ο χειμώνας πέρασε.

Θα βγούμε επιτέλους απ' τα σπίτια μας. 

Θα έρθω να χτυπήσω την πόρτα σου.


Θα τρέξουμε να χαρούμε την άνοιξη.

Θα διαλέξουμε λουλούδια για τη βεράντα μας. 

Θα επισκεφτούμε τα μαγαζιά της γειτονιάς.

Θα κάνουμε στεφάνια με τα λουλούδια της πασχαλιάς.

Θα πιάσουμε τον Μάη. 

Θα απλώσουμε την αιώρα μας στη σκιά των δέντρων. 

Θα διαβάσουμε έξω μέχρι να μας πάρει ο ύπνος. 

Θα δούμε τις κερασιές να γεμίζουν καρπούς. 

Θα ξαπλώσουμε στον ήλιο φουσκωμένοι από τα καλοκαιρινά φρούτα. 

Θα μπαρκάρουμε. 

Θ' αφουγκραστούμε τους ήχους της θάλασσας. 

Θα ταξιδέψουμε μακριά. 

***

Η εικόνες που συνοδεύουν την ανάρτηση είναι της εικονογράφου από την Κορέα 초록담쟁이 (Chodam). 
Μπορείτε να δείτε τα έργα της εδώ και το ιστολόγιό της εδώ
Την ανακάλυψα στο εξαιρετικό κορεάτικo περιοδικό Grafolio

Κυριακή 26 Απριλίου 2020

Δυο ιστορίες για το ανικανοποίητο

Ben Bauchau
"Δύσκολα ικανοποιείται κανείς"

Ο Καρδάν έπεσε άρρωστος. Ο θείος του τον ρώτησε:
"Τι θες να φας;"
"Το κεφαλάκι δυο αρνιών".
"Δεν έχει".
"Ε, τότε, τα δυο κεφαλάκια ενός αρνιού".
"Δεν έχει".
"Ε, τότε, δεν θέλω τίποτα"[1]

***

Το να θέλεις είναι το να μπορείς να επιλέξεις. Μα είναι τόσο δύσκολο να επιλέξεις! 
Το να μπορείς να επιλέξεις σημαίνει να μπορείς να θυσιάσεις κάτι. Μα είναι τόσο δύσκολο να θυσιάσεις κάτι! 
Ένας μικρός πρίγκιπας ετοιμαζόταν να πάει εκδρομή. Τον ρώτησαν λοιπόν: ο πρίγκιπας επιθυμεί να ιππεύσει ή να ταξιδέψει με πλοίο; Και αυτός απάντησε: Θέλω να ιππεύσω και να ταξιδέψω με πλοίο. 
Θέλουμε να τα έχουμε όλα, θέλουμε να είμαστε τα πάντα. Θέλουμε τη χαρά της ευτυχίας και την άβυσσο της θλίψης. Επιθυμούμε το πάθος της πράξης και την ηρεμία του θεατή. Ποθούμε την ακινησία της ερήμου και την οχλοβοή της αγοράς. Θέλουμε την ίδια στιγμή να είμαστε η μοναχική σκέψη και η φωνή του πλήθους.  Θέλουμε να είμαστε την ίδια στιγμή και μελωδία και ακόρντο. Την ίδια στιγμή! Μας πώς είναι δυνατόν! 
"Θέλω να ιππεύσω και να ταξιδέψω με πλοίο"[2].


***


[1] Χόρχε Λουίς Μπόρχες - Ντόλφο Μπόϊ Κασάρες, Σύντομες και παράξενες ιστορίες (μτφρ. Δημήτρης Καλοκύρης - Αχιλλέας Κυριακίδης), Ύψιλον/βιβλία, Αθήνα 1988. 
[2] Γιαλμάρ Σέντερμπεργκ, Δόκτωρ Γκλας (μτφρ. Αγγελική Νάτση), Printa, Αθήνα 2017.
[3] Η εικόνα που συνοδεύει την ανάρτηση είναι του Ben Bauchau. Δείτε περισσότερα για τη δουλειά του εδώ και εδώ

Παρασκευή 24 Απριλίου 2020

Ημερολόγιο καραντίνας #6: Μένουμε σπίτι


Victoria Anne
Το #μένουμε_σπίτι είναι το διασημότερο χάσταγκ των ημερών και απαντά σε πολλές διαφορετικές παραλλαγές. Με μικρά ή κεφαλαία γράμματα, κάτω παύλα, χωρίς παύλα, στα ελληνικά, στα αγγλικά. #StayHome, #StayAtHome, #StayTheFuckHome και άλλα τέτοια. 






















Επίσης, μπορεί να συνοδεύεται και από άλλες φράσεις, όπως "Μένουμε σπίτι -σώζει ζωές" ή "Μένουμε σπίτι -διαβάζουμε βιβλία". Στις τηλεοράσεις και στα ραδιόφωνα μάλλον είναι η πιο πολυφορεμένη φράση. Παρατηρώ, μάλιστα, πως την προφέρουμε με συγκεκριμένο επιτονισμό. Σκοπός είναι να ακούγεται περισσότερο σαν προτροπή, φιλική συμβουλή, και όχι σαν εντολή ή προσταγή. 


Tetsuhiro Wakabayashi

Είτε την ακούμε από εκπρόσωπους τύπου, γιατρούς, τον ίδιο τον πρωθυπουργό, το ύφος είναι λίγο πολύ το ίδιο. "Έρχεται Σαββατοκύριακο, αλλά δεν επιτρέπεται να χαλαρώσουμε. Μένουμε σπίτι. Μπορούμε να διαβάσουμε, να δούμε ταινίες, να πάμε για τρέξιμο ή περπάτημα, μόνοι ή με τον σύντροφό μας, τηρώντας τις απαραίτητες αποστάσεις...". 

Kristyna Litten
Kate Pugsley


























Κυκλοφόρησε και αντίστοιχο διαφημιστικό σποτ με καλλιτέχνες που μάς προτείνουν δραστηριότητες, για να χαρούμε τον καιρό μας στο σπίτι. Πόσους αγγίζει ένα τέτοιο μήνυμα; Ποιο είναι το ποσοστό των ανθρώπων που όταν μένει σπίτι διαβάζει, βλέπει ταινίες και, για να κάνει ένα μικρό διάλειμμα από τη σπιτική ρουτίνα, επιλέγει το τρέξιμο; Φυσικά, η πλειοψηφία των ανθρώπων συμμορφώνεται με τα μέτρα και καλά κάνει, αλλά τι μπορεί να σημαίνει αυτό για την καθημερινότητα των πολλών; 

Raahat Kaduji
Becca Stadtlander




















Θυμάμαι κάποτε κυκλοφορούσε ένα "αστειάκι" στο φέισμπουκ που έλεγε περίπου το εξής. "Πρωινό στις ΗΠΑ: γάλα με κορνφλέικς, πρωινή εφημερίδα, ελαφρύ τζόκινγκ. Πρωινό στην Ελλάδα: φραπές, τσιγάρο, φυλλάδιο Lidl". 
Είναι κάπως στερεοτυπικό και γνωρίζουμε πολύ καλά πως η επιλογή ανάμεσα στους New York Times και το φυλλάδιο προσφορών του Lidl δεν εξαρτάται από το πού, αλλά το πώς ζεις, με πόσα ζεις και κάτω από ποιες συνθήκες ζεις. Αφήστε που έχει αυξηθεί και στη χώρα μας ο αριθμός των ανθρώπων που προτιμούν τα κορνφλέικς για πρωινό, ενώ όλο και λιγότεροι άνθρωποι επιλέγουν τον φραπέ.

Sanae Sugimoto

Να μείνουμε, λοιπόν, σπίτι. Να περιορίσουμε τις μετακινήσεις και τις συναναστροφές. Μ΄ αυτόν τον τρόπο προστατεύουμε τους δικούς μας ανθρώπους, προστατεύουμε την τρίτη ηλικία και, κυρίως, προστατεύουμε το Εθνικό Σύστημα Υγείας που έχει πολύ περιορισμένες δυνατότητες. Σε ποιο σπίτι να μείνουμε;

Lucy Grossmith

Σε σπίτια πολλών και στριμωγμένων, σε σπίτια που δεν είναι σπίτια, σε σπίτια που ο χώρος για τον καθένα είναι ελάχιστος, σε σπίτια με τσακωμούς, φαγωμάρα και βία, σε σπίτια που φιλοξενούν υπερήλικες γονείς και άνεργα παιδιά. Πόσο μπορεί να μείνει κανείς σε ένα τέτοιο σπίτι, χωρίς διέξοδο και χωρίς εναλλακτική λύση;

Lindsey Loré Pemberton
Emma Block

























Το σπίτι έχει αρχίσει να μικραίνει. Για πόσο καιρό ακόμη θα μας χωράει; Αν οι πανδημίες ήρθαν για να μείνουν και ό,τι ζούμε δεν είναι παρά μια πρόβα τζενεράλε γι'αυτό που έρχεται, μάλλον οι λύσεις θα πρέπει στο μέλλον να είναι διαφορετικές. 

Joy Laforme

Και επειδή από ό,τι ακούω, ακόμη και η αρχιτεκτονική σπιτιών, υπηρεσιών, σχολείων σταδιακά θα αλλάξει για να φανεί αποτελεσματική και λειτουργική σε αντίστοιχες περιπτώσεις, ο Δαίμονας σήμερα συμβάλλει στο σχεδιασμό του μέλλοντος και προτείνει αρχιτεκτονικά σχέδια σπιτιών στα οποία δεν θα είχαμε και μεγάλη αντίρρηση να μείνουμε. 

Kveta Pacovska

Οι συνθήκες εγκλεισμού δεν μπορούν να παραμείνουν εσαεί ανθρώπινες. Ας σκεφτούμε τους ανθρώπους που ακριβώς σε τέτοιες συνθήκες περνούν ένα μεγάλο μέρος της ζωής τους. 

***

Τρίτη 14 Απριλίου 2020

Δόκτωρ Γκλας

Το πιο γλυκό πράγμα στον κόσμο, και το μόνο που μπορεί για λίγο να γλυκάνει αυτή την άθλια ζωή, είναι ο πόθος. Αλλά η ικανοποίηση του πόθου δεν είναι κάτι αξιόλογο. 

"Για να γίνει κανείς γιατρός, πρέπει να είναι είτε φιλόδοξος είτε φιλάνθρωπος". Ο δόκτωρ Γκλας δεν είναι τίποτε από τα δύο. Παρ' όλα αυτά, δίνει τον όρκο του Ιπποκράτη και υποδύεται στη Στοκχόλμη των αρχών του 20ού αιώνα τον ευυπόληπτο εστέτ γιατρό της αστικής τάξης. Από τη θέση αυτή, βρίσκεται συχνά αντιμέτωπος με ηθικά διλήμματα που, εκτός από τον σύγχρονο άνθρωπο, φαίνεται πως απασχολούσαν και τον Σουηδό αστό του 1905 -τότε που ο Γιάλμαρ Σέντερμεργκ έγραψε το ομώνυμο μυθιστόρημα. Το δικαίωμα στην έκτρωση, η ευθανασία, η αμαρτία, η σεξουαλική αυτοδιάθεση, η αυτοκτονία και η αυτοδικία είναι μερικά μόνο από τα ζητήματα για τα οποία διερωτάται ο γιατρός στο ημερολόγιό του. 

Γιατί πρέπει η αγάπη να είναι σαν το καταραμένο χρυσάφι των ξωτικών, που την επόμενη μέρα μετατρέπεται σε μαραμένα φύλλα, βρομιά ή φτηνή σούπα για καθημερινή κατανάλωση; Από τη λαχτάρα των ανθρώπων για την αγάπη έχει ανθίσει μια ολόκληρη πλευρά του πολιτισμού -ό,τι, δηλαδή, δεν αποβλέπει στην ανακούφιση από την πείνα ή στην απόκρουση των αντιπάλων. 

Μεταξύ άλλων ασθενών, ο δόκτωρ Γκλας κουράρει και τον Γκρεγκόριους, έναν λάγνο πάστορα με "χοντρό και βρόμικο πρόσωπο, κιτρινωπές φαβορίτες, αινιγματικό και πρόστυχο βλέμμα". Μια τρομακτική φυσιογνωμία που "ξεφυτρώνει στον άμβωνα σαν αποκρουστικός μύκητας". Ο πάστορας είναι παντρεμένος με την, κατά πολύ νεότερή του, Χέλγκα, προσωποποίηση της ομορφιάς και της αγνότητας. Η νεαρή γυναίκα δεν αντέχει να ικανοποιεί τα αχόρταγα σεξουαλικά ένστικτα του παπά και, όταν της γίνεται πλέον ολότελα αποκρουστικό να χορταίνει τις ορέξεις του συζύγου της, ζητά τη βοήθεια του γιατρού. Η Χέλγκα αποτελεί την ενσάρκωση των νεανικών φαντασιώσεων του Γκλας. Παρθένος στα τριάντα τρία του χρόνια, προτίμησε να μην προδώσει τα εφηβικά του όνειρα. Αφού οι επιθυμίες του για μια αγάπη αμόλυντη και εξιδανικευμένη δεν εκπληρώθηκαν, αποφάσισε ποτέ να μη "λερώσει το λευκό μαθητικό του πηλήκιο". 

Το νου σου, παπά! Έχω υποσχεθεί σε αυτή τη γυναίκα εκεί πέρα, αυτό το θηλυκό λουλούδι με τα φωτεινά μεταξένια μαλλιά, ότι θα την προστατέψω από σένα. Πρόσεχε, η ζωή σου είναι στα χέρια μου και αν θέλω μπορώ να σε κάνω μακαρίτη νωρίτερα από ό,τι θα ήθελες. Το νου σου, παπά, δεν ξέρεις ποιος είμαι, η συνείδησή μου είναι πολύ διαφορετική από τη δική σου. Εγώ ο ίδιος είμαι ο κριτής του εαυτού μου, ανήκω σε ένα ανθρώπινο είδος που ούτε καν υποψιάζεσαι ότι υπάρχει. 

Το μυθιστόρημα θεωρήθηκε αιρετικό και προκάλεσε έντονες αντιδράσεις στην εποχή του. Τον σύγχρονο αναγνώστη εντυπωσιάζουν τόσο τα ερωτήματα που εγείρονται ήδη εν έτει 1905 όσο και η χαμηλόφωνη, ενδοσκοπική αφήγηση, με το εξομολογητικό ύφος της ημερολογιακής γραφής και την κομψότητα που χαρακτηρίζει τον κεντρικό ήρωα. 

Πάντα ήμουν λίγο μοναχικός. Τη μοναξιά μου την κουβαλάω μαζί μου μέσα στο ανθρώπινο πλήθος όπως το σαλιγκάρι κουβαλάει το σπίτι του. Για κάποιους ανθρώπους η μοναξιά δεν είναι μια κατάσταση στην οποία έχουν περιέλθει. Είναι μια ιδιότητα. Και αυτό κάνει τη μοναξιά μου ακόμα πιο μεγάλη. Ό,τι και να γίνει, άσχετα με το αν τα πράγματα θα πάνε καλά ή άσχημα -η παντοτινή μου τιμωρία θα είναι το μοναχικό κελί μου. 

Ο νεαρός γιατρός είναι ένας ρομαντικός ιδεαλιστής που ζει μέσα στη μοναξιά και τη θλίψη. Ερωτεύεται γυναίκες που είναι ερωτευμένες με κάποιον άλλον, γιατί ο έρωτας τις κάνει να λάμπουν. Ο έρωτας, όμως, δεν τις καθιστά απλώς εκτυφλωτικές· τις τυφλώνει, με αποτέλεσμα ποτέ να μην έχουν μάτια για κείνον. Ο Γκλας είναι μια σκιά, ένα πρόσωπο σχεδόν ανύπαρκτο. Λατρεύει τη Χέλγκα, γιατί την εξιδανικεύει. Το ιδανικό, όμως, πρέπει πάντοτε να παραμένει απρόσιτο. Αν η Χέλγκα γίνει προσιτή, αυτομάτως θα συντελεστεί η απομάγευσή της. 

Ποτέ δεν θα γίνει δική μου. Ποτέ. Ποτέ δεν στάθηκα εγώ αιτία να κοκκινίσουν τα μάγουλά της, ούτε ευθύνομαι εγώ για τη νεκρική χλομάδα της. Και ποτέ της δεν θα διασχίσει το δρόμο μέσα στη νύχτα με την καρδιά της γεμάτη πόνο, κρατώντας ένα γράμμα για μένα. 

Το μόνο που ενδιαφέρει τον δόκτορα Γκλας είναι να πάψει να αποτελεί παρατηρητή της ζωής και να περάσει από το απόλυτο αίσθημα του κενού στην πράξη. Θα γίνει ο ήρωας που σκοτώνει το τέρας, χωρίς, όμως, να κερδίσει την αιχμάλωτή του. 

Κι εγώ τι ρόλο παίζω; Το δρόμο που διάλεξε εκείνη για τον εαυτό της, θα τον έπαιρνε και χωρίς τη βοήθειά μου. Εγώ απλώς καθάρισα λίγη από την αποκρουστική βρομιά για να μη λερωθούν τα μικρά της πόδια. Ο δρόμος της όμως, ακόμα κι έτσι, είναι δύσκολος. Πρέπει να είναι. Ο κόσμος είναι σκληρός για αυτούς που αγαπούν. Και στο τέλος καταλήγει πάντα στο σκοτάδι, και για τους ερωτευμένους και για όλους μας. 

***

Γιάλμαρ Σέντερμπεργκ, Δόκτωρ Γκλας (μετάφραση Αγγελική Νάτση), Printa, Αθήνα 2017

Σάββατο 11 Απριλίου 2020

Θεία κοινωνία σε κάψουλες

Nilanjan Chajravarty, "Holy Communion"

Βρισκόμαστε στη Στοκχόλμη, στις αρχές του 20ού αιώνα. Ο Δόκτωρ Γκλας δέχεται στο ιατρείο του τον πάστορα Γκρεγκόριους και συζητούν για την επικινδυνότητα της θείας κοινωνίας στην υγεία των πιστών. 

Φυσικά ξεκίνησε να λέει ένα σωρό ψυχαγωγικές ανοησίες, ως συνήθως, μιλώντας για το θέμα της θείας κοινωνίας.Το πρόβλημα με την καρδιά του το ανέφερε εν παρόδω, σαν μια ασήμαντη παρένθεση, και έτσι μου έδωσε την εντύπωση ότι είχε έρθει προκειμένου ν' ακούσει τη γιατρική μου άποψη σχετικά με την επικινδυνότητα της θείας κοινωνίας για την υγεία, κάτι που αυτόν τον καιρό συζητιέται σε όλες τις εφημερίδες εναλλάξ με την είδηση για το πελώριο τέρας της λίμνης. Δεν έχω ασχοληθεί με αυτό το θέμα, πού και πού βέβαια βλέπω κάποιο σχετικό άρθρο σε κάποια εφημερίδα, και διαβάζω το μισό. Πάντως απείχα πολύ απ' το να είμαι ενημερωμένος, και έτσι ο πάστορας ανέλαβε να μου εξηγήσει πώς έχει η κατάσταση. Τι πρέπει να γίνει κατά τη διάρκεια της θείας κοινωνίας προκειμένου να εμποδιστούν οι μεταδόσεις νοσημάτων; Περί αυτού επρόκειτο. Ο πάστορας θλιβόταν ιδιαιτέρως που είχε προκύψει ένα τέτοιο θέμα. Αφού όμως, προέκυψε, πρέπει να δοθεί μια απάντηση. Πολλές ήταν οι λύσεις που θα μπορούσαν να προταθούν. Η πιο απλή θα ήταν, ίσως, κάθε εκκλησία να εφοδιαστεί με έναν αριθμό μικρών κυπέλλων τα οποία ο διάκονος θα μπορούσε να καθαρίζει στην Αγία Τράπεζα μετά από κάθε γύρο θείας κοινωνίας -κάτι τέτοιο θα κόστιζε, βέβαια, αρκετά χρήματα. Ίσως να ήταν ακόμη και αδύνατον να εφοδιαστούν οι φτωχές ενορίες της επαρχίας με έναν ικανοποιητικό αριθμό ασημένιων κυπέλλων. 

Του υπέδειξα στα πεταχτά ότι στην εποχή μας, που το ενδιαφέρον για τη θρησκεία είναι συνεχώς αυξανόμενο, ενώ ένα σωρό ασημένια κύπελλα αγοράζονται για ποδηλατικούς αγώνες, σίγουρα δεν θα ήταν αδύνατον να προμηθευτούμε παρόμοια κύπελλα για θρησκευτικούς σκοπούς. Κατά τα άλλα, δεν μπορώ να θυμηθώ αν στις οδηγίες σχετικά με τη θεία κοινωνία αναφέρεται έστω και μία λέξη σχετικά με το ασήμι, αλλά αυτή τη σκέψη την κράτησα για τον εαυτό μου. 

Επιπλέον -συνέχισε ο πάστορας- έχει συζητηθεί η δυνατότητα ο καθένας  που θέλει να κοινωνήσει να φέρνει το δικό του κύπελλο ή ποτήρι. Τι εντύπωση θα έδινε όμως μια τέτοια εικόνα, αν δηλαδή οι πλούσιοι έρχονταν με ασημένιο σκαλιστό κύπελλο και οι φτωχοί, ενδεχομένως, με απλό κρασοπότηρο;

Κατά τη γνώμη μου κάτι τέτοιο θα φαινόταν λίγο γραφικό, αλλά δεν μίλησα και τον άφησα να συνεχίσει: Επιπλέον, ένα ιερέας που ανήκε στην καινούργια, φιλελεύθερη τάση, είχε προτείνει να λαμβάνουμε το αίμα του Σωτήρα μας σε κάψουλες. Στην αρχή αναρωτήθηκα αν είχα ακούσει καλά. "Σε κάψουλες, όπως το ρετσινόλαδο;" "Ναι, κοντολογίς, σε κάψουλες". Και, τέλος, ένα ιερέας της βασιλικής εκκλησίας είχε κατασκευάσει ένα εντελώς καινούργιο είδος κυπέλλου για τη θεία κοινωνία, κατοχύρωσε μάλιστα την πατέντα και έστησε μια ανώνυμη εταιρεία. [...] Του γύρισα την πλάτη και τον άφησα να μιλάει ενώ στο μεταξύ έφτιαχνα κάτι στο ντουλάπι που έχω τα εργαλεία μου. Του ζήτησα βιαστικά να βγάλει το παλτό του και το γιλέκο του, και είπα ότι, όσον αφορά το θέμα της θείας κοινωνίας, αποφάσισα χωρίς πολλές περιστροφές να δώσω την ψήφο μου στη μέθοδο με τις κάψουλες. 

***

Γιάλμαρ Σέντερμπεργκ, Δόκτωρ Γκλας (μτφρ. Αγγελική Νάτση), Printa, Αθήνα 2017.

Τετάρτη 8 Απριλίου 2020

Βήματα χαμένα στη ζούγκλα



Κάποια μέρα οι άνθρωποι θ' ανακαλύψουν ένα αλφάβητο στα στίγματα του χαλκηδόνιου, στη σκούρα βελούδινη υφή των λεπιδόπτερων και τότε θα μάθουν με κατάπληξη ότι κάθε πιτσιλωτό σαλιγκάρι ήταν ανέκαθεν ένα ποίημα.

Στα Χαμένα βήματα του Αλέχο Καρπεντιέ, ένας μουσικολόγος αποφασίζει να εγκαταλείψει προσωρινά τη γυναίκα του, επιτυχημένη ηθοποιό, και να πραγματοποιήσει με την επίσης ανεπιθύμητη σε κείνον ερωμένη του ένα ταξίδι στη ζούγκλα της Βενεζουέλας. Απεσταλμένος του πανεπιστημίου και υποστηρικτής της θεωρίας ότι η μουσική γεννήθηκε ως μίμηση των ήχων της φύσης, θα αναζητήσει στους πολιτισμούς της Λατινικής Αμερικής πρωτόγονα μουσικά όργανα που χάθηκαν στον χρόνο. 

Τα σπάνια μουσικά αντικείμενα που γυρεύει χρησιμοποιούνται σε πρωτόγονες ιεροτελεστίες και μυστήρια πανάρχαιων φυλών που ζουν σε χωριά χωμένα στη ζούγκλα. Σταμνιά ζωντανεμένα από το αγουαρδιέντε, ταμπούρλα από κορμούς, κοκάλινες φλογέρες, σάλπιγγες από κέρατα παράγουν πένθιμους ήχους που η ιστορία δεν μπόρεσε να μνημειώσει. Η διείσδυση στη σέλβα μετατρέπεται σε πορεία εσωτερικής αναζήτησης που θα αποκαλύψει στον πρωταγωνιστή τη χαμένη ταυτότητα του ανθρώπου· ένα χαμένο πρόσωπο του κόσμου.

Μπροστά στο μεγαλείο μιας φύσης αγνής και αμόλυντης, ο δυτικός άνθρωπος μοιάζει με ον βουβό, ανήμπορο, ασήμαντο, χωρίς γνώση. Μπροστά στην απλότητα και τη σοφία του πρωτόγονου, τα λόγια του δεν είναι παρά εγκωμιαστικές κοινοτοπίες. Κάτοικος ενός κόσμου δίχως κρησφύγετα, μιας φύσης δαμασμένης από αιώνες, ο ήρωας αποφασίζει να ακολουθήσει την αντίστροφη πορεία και να επιστρέψει στο παρελθόν των παιδικών του χρόνων, κάνοντας ένα ταξίδι στον τόπο που συνάμα είναι και ταξίδι σε χρόνο. 

Η ζωή στην αγκαλιά της ζούγκλας μοιάζει με παρτιτούρα που διαβάζεται ανάποδα, "αντίθετα απ' το κλειδί του Σολ, επιστρέφοντας στα μέτρα της Γένεσης". Η ώρα παύει να απασχολεί τον φιλοξενούμενο που, έκθαμβος μπροστά σε ό,τι χωράει στους ρυθμούς αυτής της συμφωνίας, αντιλαμβάνεται τις νέες αξίες των διαστημάτων, τη διαστολή του πρωινού, την αργή και λιτή εξέλιξη του ηλιοβασιλέματος.

Σαν τον Αδάμ και την Εύα στον παράδεισο, που είναι γυμνοί χωρίς να το ξέρουν, ο αφηγητής σκέφτεται τους ανθρώπους που βρέθηκαν στις απαρχές του χρόνου. Εκείνους που δεν είχαν σκεφτεί ακόμη να χρησιμοποιήσουν τον σπόρο, που η φουσκονεριά τούς απομόνωνε σε κάποιο δέλτα. Νιώθει σκοτοδίνη όταν σκέφτεται την πιθανότητα των πολλαπλών παλινδρομήσεων που του χαρίζει η ζούγκλα, λες και δεν θα φτάσει ποτέ στο έσχατο. 

Ο σύγχρονος άνθρωπος ταυτίζει το πεπρωμένο του με αυτό του Σίσυφου. Δεν θα πάψει ποτέ να βασανίζεται σε μια ατέρμονη και αδιέξοδη δοκιμασία που οδηγεί κατ' επανάληψη στο πουθενά. Λες κι ο Προμηθέας έκανε το μεγαλύτερο σφάλμα χαρίζοντας φωτιά, πολιτισμό και γνώση στον άνθρωπο, και το γένος θα ήταν πολύ πιο ευτυχισμένο αν εξακολουθούσε να ορίζεται από τους μεταφυσικούς του φόβους. 

Ο πρωταγωνιστής, άντρας, διανοούμενος, με βαθιά πνευματική καλλιέργεια, ερωτεύεται μια γυναίκα της σέλβας. Αδιαφορεί για τις προσαρμογές του νου, τη θέσπιση μιας ολοκαίνουργιας κλίμακας αξιών από μέρους του, που είναι απαραίτητη για την συνύπαρξή τους. Όλα τούτα ωχριούν μπροστά σε μια γυναίκα που ήταν όλη γυναίκα και τίποτε άλλο. 

"Μανιχαϊστής με τον τρόπο του έβλεπε τον κόσμο σαν πεδίο μάχης ανάμεσα στο φως της τυπογραφίας και τα μαύρα σκοτάδια της πρωτόγονης αμάθειας -πρόξενου κάθε ωμότητας- μέσα στα οποία ζούσαν όσοι αγνοούσαν έδρες, μουσικές και εργαστήρια". Τώρα ανακαλύπτει ξανά την παρορμητικότητα του ζευγαρώματος κι εκείνο το αρχέγονο στοιχείο του ερωτικού παιχνιδιού, το χαρακτηριστικό της ορμής των ζώων, των πρωτόπλαστων και των παιδιών, που αφήνονται χαρούμενα στις ηδονικές τους πράξεις χωρίς να έχουν ανάγκη την απομόνωση πίσω απ' τον σύρτη, την έλλειψη μαρτύρων ή τη συνενοχή στην αναζήτηση της σωματικής απόλαυσης.  

Η νεαρή Ινδιάνα τον κάνει περήφανο που είναι άντρας. Υπηρετεί τον αρσενικό με την πιο ευγενική έννοια του όρου: "δημιουργώντας σπιτικό με κάθε της κίνηση". Γιατί, παρόλο που δεν έχουν τη δική τους στέγη, τα χέρια της είναι κιόλας στο τραπέζι του κι η κανάτα με το νερό που φέρνει στο στόμα του είναι σκεύος με χαραγμένα τα αρχικά του.

Και αφού είχε κατορθώσει να απλοποιήσει τόσο τη ζωή του, αφού αρνήθηκε γεύσεις, συνήθειες, ανέσεις και απολαύσεις φτάνοντας να απολαμβάνει τον ύπνο στην αιώρα, το πλύσιμο του κορμιού με στάχτη και το ροκάνισμα καλαμποκιών ψημένων στη θράκα, ο ήρωας συνειδητοποιεί πως του είναι μάλλον αδύνατο να ζήσει χωρίς χαρτί και μελάνι. Από αμφιβολία, επαγγελματική διαστροφή ή συνέπεια, αποφασίζει να γυρίσει μόνο για να μεταλαμπαδεύσει στην ακαδημαϊκή κοινότητα τα πορίσματα της έρευνάς του και λίγους μήνες αργότερα να επιστρέψει στον επίγειο παράδεισο που ανακάλυψε. Μόνο που η επιστροφή του ανθρώπου στη χαμένη Αρκαδία δεν είναι ποτέ μια επιστροφή στο Ίδιο. 

***

Alejo Carpentier, Τα χαμένα βήματα (εισαγωγή-μετάφραση: Μελίνα Παναγιωτίδου), Εξάντας, Αθήνα 1993.