Σελίδες

Τρίτη 10 Απριλίου 2018

Αφαίρεση και εμπειρία

  Μια φορμαλιστική προσέγγιση του ιδεολογικού φαινομένου

Το βιβλίο του Παντελή Λέκκα «Αφαίρεση και εμπειρία: Μια φορμαλιστική προσέγγιση του ιδεολογικού φαινομένου» ξεκινά με μια παραδοχή. Όσοι έχουμε βρεθεί στη σύγχρονη μορφή της αγοράς των κλασικών χρόνων, δηλαδή στο παραδοσιακό καφενείο, έχουμε έρθει αντιμέτωποι αφενός με τη δυσφορία που μας προκαλούν οι ιδεολογικές εμμονές των άλλων, αφετέρου με τη δυσφορία που προκαλεί στους άλλους η διάσταση λόγων και έργων στην πολιτική. Πόσες φορές, αλήθεια, δεν έχουμε καταδικάσει πολιτικές και κυβερνητικά σχήματα για πολιτική ασυνέπεια και υποκρισία; Τα πολιτικά προγράμματα συχνά εξαγγέλλουν αλλαγές που δεν είναι δυνατόν να εφαρμοστούν στην κοινωνική πραγματικότητα, και το ανεφάρμοστο των αφαιρέσεών τους δεν οφείλεται απαραίτητα σε κακές προθέσεις. Τι προσφέρει επομένως η περιπτωσιολογική πρόσληψη της πολιτικής ως προδοσίας, πέρα από μια εκτόνωση συναισθημάτων αγανάκτησης; Πόσο μπορεί να προχωρήσει ο συλλογισμός μας πέρα από την παραδοχή της ατέλειας του ανθρώπου και των κοινωνιών που δημιουργεί; 
   
Τέτοιου είδους εμπειρικές παρατηρήσεις δεν είναι παρά «εκδηλώσεις της συνείδησης που έχουμε για την απόσταση που χωρίζει την αφαίρεση από την εμπειρία στην πολιτική» και οι τρόποι να άρουμε το χάσμα μεταξύ αυτών είναι δύο: είτε το γεφυρώνουμε ασπαζόμενοι μια ιδεολογική ουτοπία και ζώντας στον μικρόκοσμό της είτε αποδεχόμαστε πως είναι από τη φύση του αγεφύρωτο. 

Το δίλημμα –οπαδοί μιας ιδεολογίας ή κυνικοί απολιτίκ– μοιάζει να οδηγεί σε αδιέξοδο. Αυτό που ενδιαφέρει τον συγγραφέα στο πόνημά του είναι να ορίσει τις δύο έννοιες –αφαίρεση και εμπειρία– αλλά και να ιχνηλατήσει τους ιστορικούς και κοινωνικούς μετασχηματισμούς του δίπολου στο πέρασμα από την παράδοση στη νεοτερικότητα και τη μετανεοτερική κοινωνία. Αν, δηλαδή, το μίγμα αφαίρεσης και εμπειρίας αποτελεί μια «ανθρωπολογική και κοινωνιακή σταθερά», έχει ενδιαφέρον να δούμε πώς άλλαξε η δοσολογία των συστατικών του στο πέρασμα από τον «πολιτικό εμπειρισμό των παραδοσιακών κοινωνιών στην ιδεολογική πολιτική των νεοτερικών κοινωνιών».

Στην παραδοσιακή κοινωνία οι αφαιρέσεις έρχονται εκ των υστέρων να εκλογικεύσουν την εμπειρία και είναι μεταφυσικές. Δεν υπόσχονται αλλαγές και εγκόσμιες ουτοπίες. Στη νεοτερικότητα, αντίθετα, οι αφαιρέσεις έχουν έναν ενεργόφιλο χαρακτήρα. Δεν ερμηνεύουν απλώς τον κόσμο, αλλά υπόσχονται σε εκείνους που τις ασπάζονται πως θα τους απαλλάξουν από τα δεινά του. Βασικό τους χαρακτηριστικό αποτελεί ακριβώς αυτή η υπόσχεση αλλαγής προς το καλύτερο και δικαιότερο, η υπόσχεση συνολικής αναμόρφωσης του κόσμου βάσει αφηρημένων αρχών. Με αυτή την έννοια, γίνεται πιο κατανοητή η φράση του Αϊζάια Μπερλίν που αποθησαυρίζει ο Λέκκας, σύμφωνα με την οποία «η πραγματική αξία των ιδεολογιών είναι ότι έχουν διευρύνει με τόσο θαυμαστό τρόπο τους ορίζοντες της φαντασίας μας για τις ανθρώπινες δυνατότητες». Με την πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού, η πίστη στις ιδεολογίες δοκιμάζεται, αλλά ο άνθρωπος εξακολουθεί να βλέπει τον κόσμο μέσα από το πρίσμα τους.
 

Με τον όρο «αφαίρεση», λοιπόν, εννοούμε κατά κύριο λόγο τις ιδεολογίες, ενώ με τον όρο «εμπειρία» την πολιτική πρακτική. Στις παραδοσιακές κοινωνίες, λέει ο Λέκκας, οι αφαιρέσεις σχετίζονται με δοξασίες μεταφυσικού χαρακτήρα και αποτυπώνονται σε μυθολογίες και δόγματα. 

Μέσα στην φτώχεια, τις αρρώστιες, την ανισότητα, την ανελευθερία, τις προκαταλήψεις, την μοιρολατρία και τους περατούς ορίζοντες της κοινωνίας του, ο παραδοσιακός άνθρωπος νιώθει παρά ταύτα ριζωμένος στον περιορισμένο μικρόκοσμό του και ζει με την σιγουριά ότι έχει ο ίδιος βαθιές και απρόσβλητες ρίζες. 

Στις σύγχρονες κοινωνίες, οι αφαιρέσεις είναι σαφώς εκκοσμικευμένες. Η τεχνολογία και η ορθολογικότητα δεσπόζουν, διατρέχουν κάθε πεδίο ανθρώπινης δράσης. Η μεγαλύτερη διαφορά, ωστόσο, ανάμεσα στην παράδοση και τη νεοτερικότητα συνίσταται στο γεγονός ότι στη μεν πρώτη το νόημα είναι ενιαίο, στη δε δεύτερη θρυμματίζεται. Η απαλλαγή από την παράδοση έχει βαθύ υπαρξιακό κόστος για τον σύγχρονο άνθρωπο, καθώς οδηγεί σε κατάρρευση όλων των βεβαιοτήτων του. Στην παράδοση, επομένως, οι αφαιρέσεις ισορροπούν με την εμπειρία, ενώ στη νεοτερικότητα της επιβάλλονται. Την πολιτική στην παραδοσιακή κοινωνία την καθοδηγεί η πρακτική εμπειρία, με τη μοιρολατρία που τη χαρακτηρίζει, και όχι οι αφηρημένες αρχές. 
 
Στην «Υπόθεση Τουλάγιεφ» του Βίκτορ Σερζ, μια σειρά ιδεολόγων που στις δίκες της Μόσχας βρέθηκαν να κατηγορούνται για ρεφορμισμό, οπορτουνισμό, προδοσία, αποδέχονται κατηγορίες και ομολογούν εγκλήματα που δεν είχαν διαπράξει, για να μη ρίξουν νερό στο μύλο του εχθρού –τις καπιταλιστικές κοινωνίες της Δύσης– με τη μη ομολογία τους. Θυσιάζονται, και η θυσία τους θυμίζει τη θυσία μαρτύρων που δίνουν τη ζωή τους στο όνομα της θρησκείας τους, αφού βασικά χαρακτηριστικά τους αποτελούν η προσωπική αυταπάρνηση και ο ιδεολογικός ασκητισμός. Δικαίως ο Παντελής Λέκκας μάς θυμίζει την άποψη του Νίτσε, σύμφωνα με την οποία «ο μηδενισμός του τύπου της Αγίας Πετρούπολης, δηλαδή η πίστη στην μη πίστη μέχρι σημείου μαρτυρικού θανάτου δηλώνει, πάντοτε και πάνω από όλα, την ίδια την ανάγκη της πίστης». Το ίδιο συμβαίνει και στο μυθιστόρημα «Το μηδέν και το άπειρο» του Άρθουρ Κέσλερ, που φέρνει ως παράδειγμα ο συγγραφέας. Η φορμαλιστική θεώρηση του φαινομένου των ιδεολογιών μπορεί εδώ να επιτρέψει να διακρίνουμε ομοιότητες μεταξύ αυτών και των θρησκειών. 
 
Και στις δύο περιπτώσεις έχουμε να κάνουμε με συστήματα που ορίζουν τη σκέψη και δράση του ανθρώπου και προσπαθούν να κατανοήσουν και να ερμηνεύσουν τον κόσμο. Και στις δύο περιπτώσεις, πιστοί και ιδεολόγοι προσπαθούν να εξηγήσουν το φυσικό κακό, λέει ο Λέκκας. Κοιτούν στο παρελθόν, επισημαίνοντας αμαρτήματα και λάθη, και προσβλέπουν στο μέλλον, για μια λυτρωτική λύση. Φαίνεται πως ο μόνος χρόνος για τον οποίο αδιαφορούν είναι ο παρών. Αυτό που υπόσχεται η θρησκεία δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί σε τούτη τη ζωή. Αντίθετα, αυτό που υπόσχεται η ιδεολογία είναι μια εγκόσμια αλλαγή με αμιγώς πολιτικό περιεχόμενο, στόχους και μεθοδολογία. Ο μέλλων χρόνος είναι αυτός που ευαγγελίζεται μια λυτρωτική λύση, η νοηματοδότησή του όμως είναι διαφορετική σε κάθε περίπτωση.

Μετά την πτώση των καθεστώτων του υπαρκτού σοσιαλισμού οι μεγάλες αφηγήσεις επλήγησαν και αποδείχτηκε περίτρανα πως πράγματι «όλα τα ζώα είναι ίσα, αλλά μερικά ζώα είναι πιο ίσα από τα άλλα». Φαίνεται πως με ατελή εργαλεία –δηλαδή ανθρώπινα κατασκευάσματα– δεν μπορεί να προκύψει μια τέλεια κοινωνία. Η ουτοπία στην πραγματικότητα, όπως και στη λογοτεχνία, μετατρέπεται σε δυστοπία. Ο σύγχρονος άνθρωπος, λοιπόν, στέκεται πιο επιφυλακτικός απέναντι στις ιδεολογίες. Ωστόσο, εξακολουθεί να ασπάζεται αφηρημένες αρχές και να θεάται τη ζωή του μέσα από αφαιρέσεις.
 

Και τι συνέβη στις περιπτώσεις εκείνες όπου οι ιδεολογίες του δυτικού κόσμου επιβλήθηκαν ως πανάκεια σε κράτη της Ανατολής που είχαν συνηθίσει να λειτουργούν εμπειρικά; Κυριάρχησαν οι αφαιρέσεις σε κοινωνίες όπου ο ρόλος της πολιτικής ήταν υποβαθμισμένος και αντιμετωπιζόταν σαν απωθητική αναγκαιότητα, με αποτέλεσμα την επιβολή καθεστώτων καταδικασμένων στην αστάθεια.
Αν υποθέσουμε ότι οι ιδεολογίες αποβλέπουν στην ανάληψη της εξουσίας, πρέπει να δούμε πώς ορίζεται αυτή. Οι σύγχρονες ιδεολογίες αναφέρονται στην εξουσία που, σύμφωνα με τον συγγραφέα, στις νεοτερικές κοινωνίες λειτουργεί πολύ πιο συγκεντρωτικά απ' ό,τι στις αυταρχικότερες παραδοσιακές. Ο πολίτης και του δημοκρατικότερου έθνους-κράτους εξαρτάται απόλυτα από αυτό: στο κράτος πληρώνει τους φόρους του, στο κράτος εμπιστεύεται τη μόρφωση των παιδιών του, εναποθέτει την ασφάλεια και την περίθαλψή του. Το κράτος υπάρχει σε κάθε πτυχή της ζωής του. Εύστοχη είναι η παρατήρηση του Παντελή Λέκκα ότι, ούτε λίγο ούτε πολύ, το κράτος στις νεοτερικές κοινωνίες διαδραματίζει τον ρόλο που παίζει ο Θεός στις παραδοσιακές· «δίκης ὀφθαλμός ὅς τά πάνθ' ὁρᾷ».

Πώς εξηγείται, όμως, το γεγονός ότι οι ιδεολογίες, ενώ είναι όλες τους λογικές, βρίσκονται σε λογική σύγκρουση μεταξύ τους; Ο ιδεολογικός τρόπος σκέπτεσθαι και πράττειν είναι πράγματι απόλυτα λογικός, όπως απόλυτα λογική είναι και η επιχειρηματολογία της κάθε ιδεολογίας. Η εμπιστοσύνη στην εργαλειακότητα της λογικής από τη μια και η πίστη στην ηθική ανωτερότητα των ιδεολογικών μας αφαιρέσεων μπορούν να ερμηνεύσουν τον δογματισμό και του πιο ευγενούς ιδεολόγου, όπως και τη δυσφορία που μας προκαλούν οι ιδεολογικές εμμονές των άλλων, για να επιστρέψουμε στην αφετηρία μας; Είχε δίκιο βεβαίως ο Αριστοτέλης όταν έλεγε πως ο άνθρωπος είναι «ἔλλογο ὄν». Εκτός όμως από έλλογο, είναι και άλογο (ὄν), με ένστικτα και πάθη. Η απολυτότητα της λογικής δεν αποτελεί κλειδί του παραδείσου.

Όλοι έχουμε συνείδηση του γεγονότος ότι κάποια στιγμή η ανθρώπινη ιστορία υπέστη μια ριζική τομή. Άλλοι τοποθετούν την αλλαγή στην εφεύρεση της τυπογραφίας από τον Γουτεμβέργιο, άλλοι στην Αναγέννηση, τη Θρησκευτική Μεταρρύθμιση, τον Διαφωτισμό, τη Γαλλική ή τη Βιομηχανική Επανάσταση. Το ενδιαφέρον και οι αναζητήσεις του ερευνητή τοποθετούν το ορόσημο κάθε φορά σε άλλο σταθμό. Οι στοχαστές μπορεί να ερίζουν, αλλά μοιάζει αρκετά πειστική η άποψη πως ο Καλβίνος ήταν ο πρώτος ιδεολόγος. Ανεξάρτητα, πάντως, από το πού τοποθετείται η τομή, αναμφισβήτητα συνιστά ιστορική αλλαγή. Είναι η μετατροπή του παλιού σε νέο, ή αλλιώς η μετατροπή της «κοινότητας» σε «κοινωνία». Η κοινότητα είναι ατελής, λειτουργεί εμπειρικά και χαρακτηρίζεται από ανισότητες στο εσωτερικό της, αφού στη λειτουργία της κυριαρχούν οι οικονομικές, πολιτικές και πνευματικές ελίτ, οι λογιών λογιών συντεχνίες.

Με λίγα λόγια, θα λέγαμε πως στην παράδοση όλα είναι μυστηριώδη και συνάμα οικεία. Η καθημερινότητα είναι επενδεδυμένη με δεδομένα και σταθερά νοήματα, και μάλιστα κληροδοτημένα. Στην παραδοσιακή κοινωνία η πολιτική καθοδηγείται από την πρακτική εμπειρία και όχι τις αφηρημένες αρχές, ενώ τόσο η κοινωνική θέση των μελών της όσο και ο κοινωνικός ρόλος τους έχουν προκαθοριστεί με σαφήνεια. Στη νεοτερική κοινωνία, από την άλλη, όλα είναι θαμπά και αβέβαια. Όταν εξετάζουμε τις κοινότητες του παρελθόντος μέσα από τον φακό του παρόντος, τότε οπωσδήποτε μοιάζουν ανελεύθερες και σκοταδιστικές.

Στις παραδοσιακές κοινωνίες, επισημαίνει ο Παντελής Λέκκας, τα μέλη της κοινότητας μοιάζουν μεταξύ τους παρά τις επιμέρους διαφορές. Και μοιάζουν γιατί μοιράζονται τις ίδιες απόψεις για τη ζωή και τον θάνατο, διαποτισμένες με το στοιχείο της θρησκευτικότητας, που αποτελεί στοιχείο συνεκτικό, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν μπορεί να υποστηρίζει ή και να εχθρεύεται ένα καθεστώς. Στις σύγχρονες κοινωνίες η θρησκεία είναι ένα πολιτισμικό προϊόν και αποτελεί πια επιλογή. Αποδεσμευμένος από το πεπρωμένο του, ο σύγχρονος άνθρωπος αισθάνεται ανασφαλής και μόνος. Εκκοσμίκευση και εξατομίκευση είναι έννοιες αλληλένδετες και εξηγούν την υπαρξιακή μας αγωνία.

Η χειραφέτηση του ανθρώπου τον καταδικάζει στην αυτογνωσία «είτε τη βιώνει ως συναρπαστική ευκαιρία ή ως εφιαλτικό όνειρο».

Σ' αυτό το εξατομικευμένο περιβάλλον οι ιδεολογίες έχουν ρόλο παραμυθιακό, αποτελούν «νάρκης του άλγους δοκιμές», για να θυμηθούμε τον καβαφικό στίχο. Γι' αυτό το λόγο, άλλωστε, αναφέρονται και ως κοσμικές ή εγκόσμιες θρησκείες.

Υπάρχουν πολλοί σταθμοί στην ιστορία που αποτέλεσαν ορόσημα στη μετάβαση από τη νεοτερική στη μετανεοτερική κοινωνία. Μεταξύ άλλων, αναφέρονται το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και η επικράτηση του καπιταλισμού, η εκλογή της Μάργκαρετ Θάτσερ στο Ηνωμένο Βασίλειο και η διάλυση του κοινωνικού κράτους, η σύγχρονη ηλεκτρονική επικοινωνία και κοινωνική δικτύωση, το τρομοκρατικό χτύπημα στους Δίδυμους Πύργους. Βασικό χαρακτηριστικό του μετανεοτερικού κόσμου είναι η αποϊδεολογικοποίησή του. Η μοναδική από τις ιδεολογίες που φαίνεται να επιμένει και να επανέρχεται είναι ο εθνικισμός. Κατά τ' άλλα, η εμπειρία φαίνεται μάλλον να κερδίζει έδαφος σήμερα και ο σύγχρονος άνθρωπος επιζητά να επιστρέψει στην παράδοση με πολλούς τρόπους. Χθόνιες μετακουλτούρες, οικολογισμοί, θρησκείες, ισλαμικοί και προτεσταντικοί φονταμενταλισμοί, επιστροφή σε μορφές κοινοτισμού, όλα δείχνουν την αγωνία του μεταμοντέρνου υποκειμένου να επιχειρήσει νέες «νάρκης του άλγους δοκιμές». 
 
Αν ο σύγχρονος άνθρωπος παραμένει ένας τραυματισμένος νοσταλγός της παράδοσης και η ιδεολογία δεν προσφέρει παρηγοριά πια, σε τι απομένει να πιστέψουμε; 

***

[1] Παντελής Λέκκας, Αφαίρεση και εμπειρία: Μια φορμαλιστική προσέγγιση του ιδεολογικού φαινομένου, Εκδόσεις Τόπος, Αθήνα 2012.
[2] Στην εικονογράφηση έργα του Ralph Steadman.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου