Σελίδες

Δευτέρα 21 Αυγούστου 2017

Το τετράγωνο αυγό και άλλες ιστορίες


Ο Έκτορ Χίου Μούνρο, γνωστότερος με το λογοτεχνικό ψευδώνυμο Σάκι, υπήρξε ιδιαίτερη περίπτωση στη βρετανική λογοτεχνία και πραγματικός μετρ του διηγήματος. Γεννήθηκε το 1870 στη Βιρμανία και πέθανε το 1916 στα χαρακώματα του γαλλικού μετώπου. Στο "Τετράγωνο αυγό" ο πόλεμος  παρουσιάζεται με τα μάτια του ασβού:
Τι σκέφτεται ο ασβός για τη ζωή δεν θα το μάθουμε ποτέ, και είναι κρίμα, αλλά δεν μπορούμε να κάνουμε και τίποτε· είναι αρκετά δύσκολο να ξέρεις τι σκέφτεται κανείς στα χαρακώματα. [...]

Παρεμπιπτόντως, το να είσαι παιδί σε ένα χωριό κοντά στην πρώτη γραμμή του πυρός πρέπει να προσφέρει ένα σημαντικό πλεονέκτημα: κανένας δεν επιχειρεί να σου μάθει νοικοκυροσύνη.

Η μητέρα του συγγραφέα βρήκε τραγικό θάνατο από μια αφηνιασμένη αγελάδα και ο Σάκι, τρίτο παιδί της οικογένειας, μεγάλωσε στην Αγγλία με δύο γεροντοκόρες πολύ αυταρχικές θείες. Μάλλον δεν είναι τυχαίο  που στις ιστορίες του παρακολουθούμε τα γεγονότα ιδωμένα άλλοτε από την οπτική γωνία ενός ζώου-τιμωρού και άλλοτε απ' αυτήν ενός καταπιεσμένου αγοριού, που επίσης γίνεται ανελέητος τιμωρός της ανόητης υποκρισίας των ενηλίκων. Η δε θεία, όταν πρωταγωνιστεί, είναι είτε αντιπαθητική είτε γελοία.
Στο διήγημα "Ο παραμυθάς",  μια θεία ταξιδεύει με τα τρία ανιψάκια της και ο καημένος συνεπιβάτης τους στο τρένο δεν μπορεί να βρει ούτε για ένα λεπτό την ησυχία του. Ώσπου αποφασίζει να αφηγηθεί στα τρία "τέρατα" την ιστορία ενός μικρού κοριτσιού. Το κοριτσάκι ήταν τόσο "φρικτά καλοσυνάτο" και είχε κερδίσει τόσα μετάλλια συνέπειας, προσήνειας και καλοσύνης, που κουδούνιζαν στο δάσος, κι έτσι τη βρήκανε οι λύκοι και την έφαγαν.  "Η πιο ακατάλληλη ιστορία που θα μπορεί να πει κανείς σε παιδιά! Υποσκάψατε τα θεμέλια επιμελούς εργασίας πολλών ετών!"

Στο διήγημα "Η αποθήκη", μια εξίσου μισητή θεία καταπιέζει μέχρις εσχάτων τον πολύ εξυπνότερο ανιψιό της, ενώ στη "Λουίζ" μια αφηρημένη γυναίκα δεν μπορεί να θυμηθεί σε ποιο από όλα τα πολυκαταστήματα του Λονδίνου ξέχασε την ανιψιά της: 

- Μένω κατάπληκτη, είπε η κληρονόμος χήρα, που μπορείς να κάθεσαι εκειπέρα πίνοντας ήσυχη το τσάι σου, ενώ πριν από λίγο έχασες την αγαπημένη σου ανιψιά.
- Μα τι είναι αυτά που λές! Μιλάς σαν να την άφησα στον άλλο κόσμο, ενώ απλώς θα μου παράπεσε για λίγο. Όπου να ΄ναι θα το θυμηθώ πού την έχασα, μην ανησυχείς καθόλου. 

Η ειρωνεία του Σάκι δεν αφήνει κανέναν ανέγγιχτο και σατιρίζει με εντυπωσιακή οξύνοια την παρακμή της εδουαρδιανής κοινωνίας. Ένας καθωσπρέπει Βρετανός οφείλει να πίνει κάθε απόγευμα ατάραχος το τσάι του είτε υποφέροντας τη μουρμούρα της συζύγου του είτε υπομένοντας τη σιωπή της. Ο σνομπισμός και το πείσμα της λαίδης Αν στο ομώνυμο διήγημα δεν βοηθούν καθόλου τον σύζυγό της να καταλάβει ότι στο μικροκαβγαδάκι τους την ώρα του τσαγιού εκείνη δεν απαντά στις απολογητικές του κουβεντούλες πολύ απλά επειδή είναι... νεκρή. 

 
Οι συμβάσεις του γάμου στις αρχές του περασμένου αιώνα ήταν τόσες, που φαίνεται πως δεν επέτρεπαν στον άντρα να διαχωρίσει μια ζωντανή από μια νεκρή σύζυγο.

- Όλα εντάξει με την πρόταση γάμου, ανακοίνωσε, ήμασταν στην έκτη τρύπα, όταν μου πρότεινε να τον παντρευτώ. Του είπα ότι χρειάζομαι κάποιο χρόνο να σκεφτώ την πρότασή του. Στην έβδομη τρύπα τού είπα το "ναι". 
- Κοριτσάκι μου, είπε η μητέρα της, νομίζω ότι λίγη παρθενική ντροπή και δισταγμός δε θα 'ταν άσχημα για την ώρα, αφού δεν έχει περάσει ουτε μια βδομάδα που τον γνώρισες. Θα μπορούσες τουλάχιστον να περιμένεις μέχρι την ένατη τρύπα. 

Πάνω από τις τρύπες του γκολφ, στην καλύτερη περίπτωση κατά τη διάρκεια μιας παρτίδας κρίκετ, χιλιάδες νεαρές Βρετανίδες ονειρεύονται τον εαυτό τους σύζυγο εκείνη την επίσημη ώρα του απογεύματος που θα κάθονται πίσω από φίνα πορσελάνινα και ασημένια σερβίτσια και οι φωνές τους θα κουδουνίζουν ευχάριστα σ' έναν χείμαρρο μικρών ερωτήσεων: "Το τσάι δυνατό ή ελαφρύ; Πόσο γάλα; Μήπως καθόλου; Ζάχαρη; Κρέμα;".

Ο Σάκι βάζει στο στόχαστρο της πένας του τη νοσηρότητα μιας βαρύθυμης και νωθρής μπουρζουαζίας που έχει αναγάγει την πλήξη της σε ιδεολογία. Σ' αυτή την κοινωνία υποκρισίας, τα παιδιά και τα ζώα αποτελούν μοναδικούς φύλακες της ζωής και της φαντασίας. Σ' έναν κόσμο που η ημιμάθεια περνιέται για καλλιέργεια και η κοινωνική πόζα γίνεται μόδα, τα παιδιά, ζωηρά και αθώα, άλλοτε με αφοπλιστική ειλικρίνεια και άλλοτε με καλοειπωμένα ψέματα, επιλέγουν τον δρόμο της ανυπακοής και διοχετεύουν τη στοργή τους σε παραμελημένα γεροντοπαλίκαρα, μυστικές αποθήκες, γουρουνάκια και κουνάβια. 



Σ' ένα από τα διηγήματα της συλλογής, η ανιψιά της κυρίας Γκέρτλμπερυ διαπιστώνει μονολογώντας πως όλα στη ζωή της είναι σύμβαση και αυταπάτη. Δεν είναι καλή χορεύτρια και κανένας δεν θα τη θεωρούσε όμορφη, αλλά όταν πηγαίνει στους ανιαρούς χορούς της τάξης της καμώνεται πως πετάει στον έβδομο ουρανό, πως προσελκύει βλέμματα καβαλιέρων-υποψήφιων μνηστήρων και πως θα επιστρέψει σπίτι της με ευχάριστες αναμνήσεις, παρά τις επίπλαστες και κούφιες κουβέντες στις οποίες ξόδεψε τις ώρες της.

Είμαστε πολλά ζώα καρφωμένα σε κάποια αναβαθμίδα Μάπιν, αλλά με την εξής διαφορά ως προς τις δυσμενείς συνθήκες που μας έλαχαν: τα ζώα είναι εκεί για να τα κοιτάζουν, ενώ εμάς δεν γυρίζει να μας κοιτάξει κανένας. 


*** 

[1] Σάκι, Το τετράγωνο αυγό και άλλες ιστορίες (μτφρ., επίμετρο: Ανδρέας Σπύρου), Ίνδικτος, Αθήνα 2013. 
[2] Στις δύο τελευταίες εικόνες μια εικονογράφηση του διηγήματος "Σρέντνι Βαστάρ" από την Emma Molony.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου