Σελίδες

Τρίτη 11 Φεβρουαρίου 2014

Ρομπέρτο Μπολάνιο, Φυλαχτό


 Εγώ δεν είχα ακούσει σχεδόν τίποτα για το Ρομπέρτο Μπολάνιο. Εγώ είχα ακούσει μόνο για ένα μυθιστόρημά του, το "2666", αλλά δεν το είχα διαβάσει. Εγώ δεν έχω διαβάσει πολύ τους Λατινοαμερικάνους συγγραφείς, αλλά για κάποιο λόγο τους αγαπώ. Εγώ αγαπώ τη Λατινική Αμερική. Εγώ αγαπώ τη Χιλή, αγαπώ το Μεξικό, αγαπώ τις φαβέλες της Βραζιλίας, τα αγαπώ όλα αυτά. Αλλά δεν τα ξέρω. Τα έχω ακούσει, τα έχω φανταστεί, αλλά δεν τα έχω μελετήσει. Εγώ ξέρω ότι ο Ρομπέρτο Μπολάνιο γεννήθηκε στη Χιλή, αλλά έζησε στο Μεξικό. Ξέρω ότι επέστρεψε στην πατρίδα του για να βοηθήσει στο "χτίσιμο της επανάστασης" το σοσιαλιστικό καθεστώς του Αλιέντε. Πίστευε στο σοσιαλισμό, πίστευε στους τροτσκιστές, πίστευε σ' αυτά. Φυλακίστηκε γι' αυτά. Εγώ ξέρω ότι ο Μπολάνιο πίστευε πως η λογοτεχνία είναι πολιτική πράξη. Πίστευε σ΄αυτή την πολιτική πράξη. Πίστευε πως αυτή η πράξη μόνο πολιτική είναι. Έζησε τη ζωή του στην Ισπανία. Ξέρω όμως ότι ο Ρομπέρτο Μπολάνιο θεωρούσε μοναδική του πατρίδα τη γυναίκα του. Τη γυναίκα του και τα δυο παιδιά τους. Εγώ είμαι μια καινούργια αναγνώστρια του Μπολάνιο. Αυτά ξέρω. Δεν ξέρω τίποτα άλλο. Ξέρω όμως ακόμα ότι μου αρέσει πολύ αυτό το λιγνό πρόσωπο. Μου αρέσει το βλέμμα πίσω από τα στρογγυλά γυαλιά. Φαίνεται τίμιο.

Αυτή θα μπορούσε να είναι μια άσκηση ύφους με αφορμή το μυθιστόρημα του Ρομπέρτο Μπολάνιο "Φυλαχτό". Πρόκειται για το μυθιστόρημα του Μπολάνιο που κυκλοφόρησε τελευταία στα ελληνικά από τις εκδόσεις Άγρα, σε μετάφραση του Κρίτωνα Ηλιόπουλου.

Πρωταγωνίστρια είναι η Αουξίλιο Λακουτύρ, μητέρα της ποίησης του Μεξικού όπως αποκαλεί η ίδια τον εαυτό της, και φίλη όλων των Μεξικανών. Η Αουξίλιο είναι Ουρουγουανή, κατάγεται από το Μοντεβιδέο, αλλά μια μέρα αποφάσισε να φύγει για το Μεξικό. Η Αουξίλιο κυριολεκτικά ζει στη σχολή Φιλολογίας και Φιλοσοφίας και επιβιώνει δακτυλογραφώντας σημειώσεις, μεταφράζοντας κείμενα, κάνοντας εθελοντικά μικροδουλειές για τους καθηγητές της σχολής, ενώ φροντίζει τους Ισπανούς ποιητές Λεόν Φιλίπε και Πέδρο Γκάρφιας.

Κι αυτοί μου έλεγαν μ' εκείνη την τόσο χαρακτηριστική ισπανική προφορά που δεν τους εγκατέλειψε ποτέ, μια αγκαθωτή  μουσικούλα σαν να περικύκλωναν τα Θ και να άφηναν τα Σ πιο ορφανά αλλά και πιο φιλήδονα. Αουξίλιο, μου έλεγαν, πάψε να σκαλίζεις το πάτωμα, Αουξίλιο, άσε ήσυχα αυτά τα χαρτιά, βρε παιδάκι μου, η σκόνη ταιριάζει πάντα με τη λογοτεχνία. Κι εγώ στεκόμουν και τους κοίταζα και σκεφτόμουν πόσο δίκιο έχουν, σκόνη πάντοτε, και λογοτεχνία πάντοτε, και τότε εγώ, που αναζητούσα διαρκώς λεπτομέρειες, έπιανα να φαντάζομαι διάφορες παράδοξες και μελαγχολικές καταστάσεις, φανταζόμουν όλη τη σκόνη του κόσμου που έμπαινε στις βιβλιοθήκες, σιγά σιγά, επίμονα, ακατάπαυστα...


Η Αουξίλιο Λακουτύρ ζει στη σχολή Φιλολογίας και Φιλοσοφίας. Βρίσκεται στη σχολή το Σεπτέμβριο του 1968, την ημέρα που οι αστυνομικές δυνάμεις του Μεξικού εισβάλλουν στο πανεπιστήμιο παραβιάζοντας το άσυλο και σκορπίζουν το φόβο και το θάνατο στους φοιτητές. Κλείνεται για μέρες στις τουαλέτες γυναικών, παρατηρώντας τη σελήνη στη χάση της ή στο γέμισμά της να μετακινείται από πλακάκι σε πλακάκι και παρασύρεται σ' ένα παραλήρημα αναμνήσεων, φαντασιώσεων και οραμάτων, όπου ο χρόνος δεν έχει καμία υπόσταση. Η σπειροειδής κίνησή του παλινδρομεί ανάμεσα στο παρελθόν και το μέλλον, ανάμεσα σε όσα η Αουξίλιο έζησε, ζει ή πρόκειται να ζήσει. Εντοιχισμένη μέσα στο μήνα Σεπτέμβριο, κλεισμένη στις γυναικείες τουαλέτες, καθισμένη στη λεκάνη, που γίνεται ο δικός της θρόνος, θυμάται τους φοιτητές, τους νεαρούς καλλιτέχνες, τους έρωτες, τις πλατωνικές σχέσεις, τα δόντια που έχασε  στο "βωμό των ανθρωποθυσιών", τη γη, τη ζωή στο Μεξικό, το λόγο των ποιητών του. 

Η σκοτεινή νύχτα της ψυχής προχωράει στους δρόμους της πόλης του Μεξικού και τα σαρώνει όλα. Τώρα πια ελάχιστα τραγούδια ακούγονται, εδώ, όπου παλιότερα τα πάντα ήταν ένα τραγούδι. Το νέφος της σκόνης κονιορτοποιεί τα πάντα. Πρώτα τους ποιητές, μετά τους έρωτες, και μετά, όταν πια φαίνεται ότι έχει κορεστεί και ότι χάνεται, το νέφος επιστρέφει και εγκαθίσταται στο πιο ψηλό σημείο της πόλης σου ή του μυαλού σου και σου λέει με μυστηριώδεις εκφράσεις ότι δεν πρόκειται να κινηθεί. 

Κανένα τοπίο δεν περιγράφεται, αλλά η πόλη είναι εκεί. Τα σοκάκια και οι δρόμοι της, η σκοτεινή νύχτα, η φτώχεια, ο φόβος, οι απειλητικές σκιές. Είναι όλα εκεί. 

Αχ, φιλαράκια μου, άλλος ένας επαναλαμβανόμενος και θανατηφόρα λατινοαμερικάνικος φόβος: να ψάχνεις το όπλο σου και να μην το βρίσκεις, να το ψάχνεις εκεί που το άφησες και να μην το βρίσκεις. [...]

[...] διότι ο θάνατος είναι η βακτηρία της Λατινικής Αμερικής και η Λατινική Αμερική δεν μπορεί να βαδίσει χωρίς τη βακτηρία της.

Καμία σκηνή βίας δεν περιγράφεται, καμιά μάχη, καμιά αιματοχυσία, αλλά η βία είναι εκεί. Οι στρατιώτες είναι εκεί, έχουν περικυκλώσει το κτίριο του πανεπιστημίου, έχουν συλλάβει τους συντρόφους της Αουξίλιο Λακουτύρ. Μια γενιά φοιτητών, ένας κύκλος χαμένων ποιητών που δε θα προλάβουν να αποκτήσουν μέλλον, αλλά η Αουξίλιο, η μητέρα όλων των ποιητών του Μεξικού, θα τους διαφυλάξει στη μνήμη της. Η ατομική μνήμη είναι αυτή που θα τη βοηθήσει να επιβιώσει από τον εφιάλτη. Η μνήμη γίνεται καταφύγιο, γίνεται κραυγή, γίνεται μαρτυρία, γίνεται συλλογική. Η συλλογική μνήμη μετατρέπει μια χαοτική πρωτοπρόσωπη αφήγηση στον ποιητικότερο πολιτικό λόγο.

Και παρότι το τραγούδι που άκουσα μιλούσε για τον πόλεμο, για τα ηρωικά κατορθώματα μιας ολάκερης γενιάς νεαρών της Λατινικής Αμερικής που θυσιάστηκαν, εγώ ήξερα ότι πάνω απ' όλα μιλούσε για αξίες και για καθρέφτες, για τον πόθο και για την ηδονή. 
Και αυτό το τραγούδι είναι το φυλαχτό μας.

Η μνήμη είναι το φυλαχτό μας.

Ρομπέρτο Μπολάνιο, Φυλαχτό (μτφρ. Κρίτων Ηλιόπουλος), Εκδόσεις 'Αγρα 2013
  
 

2 σχόλια:

  1. Πολύ ωραίο το κείμενο σας για τον Ρομπέρτο Μπολάνιο κι ενιαφέρον !

    Μιχαήλ-Άγγελος (απο blog 2ου Γυμνασίου Ελληνικού)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Σ' ευχαριστώ, Μιχαήλ-Άγγελε. Να είσαι καλά! Το βιβλίο, βέβαια, είναι πολύ πιο ενδιαφέρον από το δικό μου κείμενο.

    ΑπάντησηΔιαγραφή