Σελίδες

Τρίτη 29 Σεπτεμβρίου 2020

Βιβλία του καλοκαιριού

Οι φετινές ήταν όμορφες διακοπές. Βέβαια, όσο ομορφότερα κυλά το καλοκαίρι, τόσο πιο μακρινό φαίνεται όταν οι φθινοπωρινές υποχρεώσεις ξεκινούν. Τώρα λες κι έχουν περάσει χρόνια από το τελευταίο ηλιοβασίλεμα στο Παλιό Τρίκερι, το κολύμπι στα γαλαζοπράσινα νερά των Λειψών και τις βόλτες στα βράχια της Ικαρίας. Τα πράγματα δεν έχουν πάρει ακόμη τη φθινοπωρινή μορφή τους, το λέμε και αποκαλόκαιρο, αλλά το άγχος επανέρχεται και μόνο κάτι κλεφτά απογεύματα στη θάλασσα θυμίζουν καλοκαίρι. 

Να μην τα πολυλογούμε, ανάμεσα στα άλλα τον Σεπτέμβρη κάνουμε και τους απολογισμούς μας. Πόσα μέρη επισκεφτήκαμε, πόσους ανθρώπους αγαπήσαμε, πόσες θάλασσες κολυμπήσαμε, πόσα βιβλία διαβάσαμε. Φέτος, λοιπόν, οι διακοπές ξεκίνησαν με ένα μικρό "αφιέρωμα" σε έλληνες πεζογράφους. Μετά το εκπληκτικό Μαύρο Νερό, διάβασα και τη Θάλασσα του Μιχάλη Μακρόπουλου, που μου άρεσε εξίσου, αν και δεν με εξέπληξε τόσο όσο το προηγούμενο βιβλίο του. Λιωμένοι πάγοι, ερημωμένη γη, σεληνιακά τοπία και μνήμες ζωής. Μια λυρική απεικόνιση του τέλους. 

Το διήγημα είναι ένα είδος στο οποίο διαπρέπουν νέοι λογοτέχνες και μεταξύ άλλων ξεχώρισα τη Μοναξιά των σκύλων του Πάνου Τσίρου και το Πρώτα ο Θεός του Κώστα Βραχνού. Ελάχιστος χρόνος για να διαβάσεις μια ιστορία, αρκετός για να τη σκεφτείς. Κρατάς το βιβλίο πολύ ώρα στα χέρια σου, την περισσότερη αφαιρείσαι ή επιστρέφεις σε σκέψεις, πολύ λιγότερη διατρέχεις με το βλέμμα σου τις αράδες. Μπορεί να είναι και αυτό ένα χαρακτηριστικό της καλής λογοτεχνίας. 

Το Αντίο τώρα, τα λέμε αύριο του Γουίλιαμ Μάξουελ ήταν ένα σημαντικό βιβλίο. Σημαντικό για την απλότητά του,  γιατί υπενθυμίζει στον αναγνώστη πόσο μεγάλος μπορεί να είναι ένας χαμηλόφωνος συγγραφέας, πόσο δυνατή μπορεί να υπάρξει μια ψιθυριστή αφηγηματική φωνή. Δύο παιδιά χάνουν για πάντα την ευτυχία, χωρίς να φταίνε. Οι ιστορίες τους συναντιούνται για λίγες μέρες που δεν συμβαίνει τίποτα συναρπαστικό, αλλά η ζωή τους αλλάζει συθέμελα. 


Εντελώς διαφορετικό σε εποχή και ύφος ήταν το Κορίτσι, γυναίκα, άλλο, της Μπερναρντίν Εβαρίστο. Καταγγελτικό και αστείο, μοντέρνο στη γραφή και κλασικό σε αξία, με έκανε και κατέβασα μονορούφι καμιά εξακοσαριά σελίδες στην Ικαρία -ένα νησί όπου σπανίως διαβάζω. Αν ο Μπόλντουιν είχε κόρη, θα γινόταν συγγραφέας και θα ήταν η Εβαρίστο. Ήρθε για να μιλήσει με  φρέσκο και διαφορετικό τρόπο για τον ρατσισμό, για το φύλο και το άφυλο, για την τέχνη, την οικογένεια, τη γυναίκα, τον άνδρα, το τι σημαίνει να είσαι έγχρωμη σε μια ευρωπαϊκή μεγαλούπολη. 

Η Πεταλούδα του Μπους ήταν κοσμηματάκι. Το κυνήγι της πεταλούδας παρασύρει τον πρωταγωνιστή σε μια περιπλάνηση που του χαρίζει την πιο γεμάτη γεύση ζωής. Ένα ταξίδι ενηλικίωσης, μια διαδρομή από την αθωότητα στη γνώση με μοχλό την απάτη. Μια ιστορία αναζήτησης του ιδανικού, μια ιστορία νόστου. Τραγική και κωμική, ρομαντική και γκροτέσκα. 


Ένα μοναστήρι στην καρδιά του Παγασητικού είναι το ιδανικό σημείο για να συνειδητοποιήσεις πως Δεν κατοικούν όλοι οι άνθρωποι τον κόσμο με τον ίδιο τρόπο. Πώς καταλήγει ένας άνθρωπος στη φυλακή; Πώς αγγίζει κανείς τα όρια της ανοχής, της υπομονής, της καλοσύνης; Πόσο σκοτεινοί είναι οι δρόμοι που διανύουμε όταν μοναδικός μας οδηγός είναι οι αναμνήσεις; Ένας άνθρωπος πρέπει να έχει αποκτήσει τα πάντα για να τα χάσει; Ο Πολ είναι το παιδί για όλες τις δουλειές. Όλοι τον αγαπούν. Έχει τα πάντα και χάνει τα πάντα. Είναι ένας καλός άνθρωπος. Είναι πολύ καλός, αλλά θα καταλήξει κρατούμενος. Αυτό του αναλογούσε. Έτσι πάει στο μυθιστόρημα του Ζαν Πωλ Ντυμπουά, έτσι πάει και στη ζωή.

Η ποίηση αποτελεί πάντοτε καταφύγιο. Η συγκεντρωτική έκδοση των ποιημάτων του Γιάννη Κοντού ήταν μια ευκαιρία να θυμηθώ πόσο έχω αγαπήσει αυτόν τον σπουδαίο ποιητή. Ευχάριστη έκπληξη ήταν και ο Καναδός Άλντεν Νόουλαν, ποιήματα του οποίου κυκλοφόρησαν από τις εκδόσεις Loggia με τον τίτλο Χαίρομαι που είμαι εδώ, μετάφραση και επίμετρο του Γιάννη Παλαβού. Ο Νόουλαν με τον κουβεντιαστό του τόνο, την παιδική απορία ή την φαινομενική  αφέλεια, στοχάζεται πάνω στη μοναξιά, τον φόβο και τον θάνατο με  τον ενθουσιασμό ενός χειρώνακτα για την τέχνη, ενός βιοπαλαιστή για το θαύμα της ζωής. 


Τέλος, πολύ μακριά από τη θέρμη της καλοκαιρινής ραστώνης με ταξίδεψε ο Ταμιευτήρας 13 του Τζον ΜακΓκρέγκορ. Μια μυθιστορηματική πραγματεία στο θέμα του χρόνου, μια σπουδή στην παρατήρηση, στους κύκλους και τις εναλλαγές της φύσης, μια κατάδυση στον μικρόκοσμο του χωριού,  όπου ένα συγκλονιστικό γεγονός, όπως η εξαφάνιση του 13χρονου κοριτσιού, δεν έχει την παραμικρή δύναμη να κάνει τη ζωή να σταματήσει. 

***

[1] Wilhelm Busch, Η πεταλούδα (μτφρ. Γιάννης Κοίλης), Κίχλη, Αθήνα 2019.

[2] Ζαν Πωλ Ντυμπουά, Δεν κατοικούν όλοι οι άνθρωποι τον κόσμο με τον ίδιο τρόπο (μτφρ. Μαρία Γαβαλά), Δώμα, Αθήνα 2019

[3] Bernardine Evaristo, Κορίτσι, γυναίκα, άλλο (μτφρ. Ρένα Χατχούτ), Gutenberg, Αθήνα 2020 

[4] William Maxwell, Αντίο τώρα, τα λέμε αύριο (μτφρ. Παναγιώτης Κεχαγιάς), Gutenberg, Αθήνα 2020. 

[5] Jon McGregor, Ταμιευτήρας 13 (μτφρ. Αλέξης Καλοφωλιάς), Άγρα, Αθήνα 2020. 

[6] Άλντεν Νόουλαν, Χαίρομαι που είμαι εδώ (μτφρ. Γιάννης Παλαβός), Loggia, Αθήνα 2020.

[7] Κώστας Βραχνός, Πρώτα ο Θεός, Νεφέλη, Αθήνα 2017. 

[8] Γιάννης Κοντός, Τα ποιήματα (1970-2010), Τόπος, Αθήνα 2013. 

[9] Μιχάλης Μακρόπουλος, Η θάλασσα, Κίχλη, Αθήνα 2020.

[10] Πάνος Τσίρος, Η μοναξιά των σκύλων, Νεφέλη, Αθήνα 2019.


Τρίτη 22 Σεπτεμβρίου 2020

Kate Greenaway: Λόλα, να μια μηλόπιτα

Πού μπορεί να φτάσει κανείς για μια μηλόπιτα;

Μπορεί να τη δαγκώσει...


Μπορεί να την κόψει...


Μπορεί να τη μοιράσει...

Μπορεί να τη φάει μόνος...


Μπορεί να αγωνιστεί για να την αποκτήσει...


Και έτσι να γίνει δική του...


Να την κρατήσει για πάρτη του...


Ἠ να διαγωνιστεί στο άλμα για χάρη της...


Ακόμη και να πέσει γονυπετής ζητώντας τη...


Μπορεί να ανυπομονεί για κείνη...


Και τελικά να θρηνήσει αν τη χάσει...


Μπορεί να υποκλιθεί μπροστά της...


Και επιτέλους να την κόψει...


Να κοιτάξει το φρουτένιο της σώμα...


Να τη σταυρώσει...


Να την κυνηγήσει...


Να τραγουδήσει για εκείνη...


Να την πάρει και να φύγει...


Ή να δώσει από ένα μεγάλο κομμάτι στους φίλους του κι ύστερα όλοι τους να πάνε χορτάτοι για ύπνο. 


***

[1] Οι εικόνες είναι από το βιβλίο της Kate Greenaway Α Apple pie

Δευτέρα 21 Σεπτεμβρίου 2020

Kate Greenaway: ημερολόγια

Από το 1880, και για δύο δεκαετίες περίπου, η Greenaway αναλάμβανε κάθε χρονιά να εικονογραφήσει ένα ημερολόγιο. Ήταν μάλλον κάτι σαν τον γνωστό μας καζαμία, και όχι ένα απλό ημερολόγιο τοίχου. Σε καθένα από αυτά τα βιβλία -γιατί στην πραγματικότητα επρόκειτο για πραγματικά εικονογραφημένα βιβλία- μπορούσε να βρει κανείς όμορφα τοπία, λεπτομερείς προσωπογραφίες των μηνών, τραγούδια, ποιήματα, παραμύθια, θρύλους και παραδόσεις που αφορούσαν τη διαδοχή των εποχών και τη φύση. 



Ανάλογα με την έκδοση, οι εικόνες είχαν διαφορετικό χαρακτήρα. Άλλοτε θύμιζαν μινιατούρες και άλλοτε καταλάμβαναν ολόκληρη τη σελίδα. Τα χρώματα ήταν άλλες φορές απαλά, σχεδόν αχνά και άλλες ζοφερά και σκούρα. 


Φυσικά, κάθε μήνας ήταν διαφορετικός: ντυμένος με ελαφρά ή χοντρά ρούχα και με εργασία ανάλογη της εποχής.


Σε αρκετά από αυτά τα ημερολόγια, πλάι στην εικόνα του μήνα, αναγράφονταν οι σημαντικότερες γιορτές του ημερολογίου, οι ημέρες της εβδομάδας, η φάση της σελήνης,  η ώρα της ανατολής και δύσης του ηλίου και όλα όσα συνηθίζονται στα ημερολόγια ακόμη και σήμερα. 




Τέλος, μιας και συνήθως τα ημερολόγια απευθύνονταν σε νεαρούς αναγνώστες, περιλάμβαναν ρίμες, αινίγματα και στίχους παιδικών τραγουδιών που είχαν ως θέμα τους τη φύση. 


Ήταν πραγματικά εντυπωσιακό πώς η εικονογράφηση, η καλή ποιότητα του χαρτιού και η σωστή επιλογή των χρωμάτων μπορούσαν να μετατρέψουν ένα κατά τα άλλα χρηστικό έντυπο σε αληθινό κομψοτέχνημα. 




***

Τα περισσότερα από τα ημερολόγια της Kate Greenaway υπάρχουν στη ψηφιακή συλλογή της βιβλιοθήκης της Νέας Υόρκης. Ρίξτε μια ματιά εδώ

Κυριακή 20 Σεπτεμβρίου 2020

Kate Greenaway: ποιήματα, τραγούδια, παραμύθια

Θα μπορούσαμε να κάνουμε εκατοντάδες αναρτήσεις, αλλά και πάλι δεν θα ήταν αρκετές για να παρουσιάσουν το έργο της Kate Greenaway στο σύνολό του. Τι να πρωτοπείς για μια εικονογράφο που έκανε τα πάντα. 

H Greenaway γεννήθηκε το 1846 στο Χόξτον της Μεγάλης Βρετανίας. Ήταν μια βικτωριανή κυρία με τα όλα της, αν και η καταγωγή της υπήρξε ταπεινή. Το καλλιτεχνικό ταλέντο στην οικογένειά της ήταν έντονο. Ο πατέρας της ήταν ένας από τους καλύτερους Βρετανούς χαράκτες και η ίδια από την παιδική ηλικία ασχολήθηκε με το σχέδιο, τη χαρακτική και το κέντημα. Από πολύ μικρή παρακολουθούσε νυχτερινά μαθήματα ζωγραφικής, χαρακτικής και λιθογραφίας που προορίζονταν μόνο για γυναίκες, ενώ αργότερα σπούδασε στο Royal Female School of Art. Στην αρχή της επαγγελματικής της σταδιοδρομίας σχεδίαζε κυρίως καρτ-ποστάλ: κάρτες για τα Χριστούγεννα, για τον Άγιο Βαλεντίνο, για γιορτές και για γενέθλια.  

Το πρώτο βιβλίο που εικονογράφησε ήταν το Under the Window. Κυκλοφόρησε το 1878, έγινε μεγάλη επιτυχία και την καθιέρωσε στο βρετανικό κοινό ως μια από τις σημαντικότερες εικονογράφους παιδικών βιβλίων. Ακολούθησαν πολλά άλλα, μεταξύ των οποίων τ0 γνωστό Mother Goose και το Little Ann, ένα βιβλίο με ομοιοκατάληκτα παιδικά ποιήματα και τραγούδια

Mother Goose (1881)

Little Ann (1883)

Μαγική εικονογράφηση είχαν επίσης τα Merigold Garden και το παραμύθι του Robert Browning, The Pied Piper of Hamelin.


Merigold Garden (1885)



Σε κάθε της βιβλίο, οι παστέλ αποχρώσεις, τα ροδαλά πρόσωπα και τα απαλά χρώματα του φυσικού τοπίου άλλοτε γεμίζουν τη σελίδα και άλλοτε χρωματίζουν μια μικρή γωνίτσα της, θυμίζοντας την τέχνη της μικρογραφίας που συναντά κανείς σε μεσαιωνικά χειρόγραφα και όχι μόνο. 





Συχνά οι χαρακτήρες των βιβλίων της φορούσαν μεγαλοπρεπή βασιλικά ρούχα. Οι εικόνες τους αγαπήθηκαν τόσο από το αναγνωστικό κοινό, που την καθιέρωσαν ακόμη και στο σχέδιο ενδύματος. Σε εμάς θυμίζουν περισσότερο εκείνες τις όμορφες κούκλες με τις πλαστικές μπούκλες και τα πορσελάνινα πρόσωπα, που δεν έμοιαζαν καθόλου παιδιά, αλλά προσποιούνταν τα μωρά στην αγκαλιά μας, κλείνοντας υποκριτικά τα μάτια τους κάθε φορά που τις ξαπλώναμε στο καροτσάκι τους. 


***