Σελίδες

Δευτέρα 19 Δεκεμβρίου 2016

Εξώφυλλα #16: Alvin Lustig

Ο μετρ του αμερικανικού μοντερνισμού


O Alvin Lustig γεννήθηκε το 1915 στο Ντένβερ του Κολοράντο. Πέθανε το 1955, και στα σαράντα χρόνια της σύντομης ζωής του άλλαξε όλα όσα γνώριζαν μέχρι τότε οι άνθρωποι για το σχέδιο, τη γραφιστική τέχνη, αυτό τέλος πάντων που ελληνιστί αποκαλούμε "ντιζάιν".

Ασχολήθηκε κυρίως με τον σχεδιασμό εξωφύλλων, και από το 1940 έως το 1955 σχεδίασε πάνω από εβδομήντα εξώφυλλα για την αμερικανική λογοτεχνική σειρά "Modern Classics", που μετά από την ευτυχή συνεργασία έγινε ανάρπαστη στην αμερικανική αγορά.  Στη σειρά, μεταξύ άλλων, εκδόθηκαν έργα των Φράνσις Σκοτ Φιτζέραλντ, Χένρι Μίλερ,  Βιρτζίνια Γουλφ, Αρθούρ Ρεμπό, Φρανς Κάφκα, Γκυστάβ Φλωμπέρ, Ε.Μ. Φόστερ, και άλλων. Πιο επαναστατικό από όλα θεωρήθηκε το εξώφυλλο που σχεδίασε για τις "Τρεις τραγωδίες" του Λόρκα. Στην εικόνα συνδυάζονται πέντε φαινομενικά άσχετες φωτογραφίες και δημιουργείται ένα σύνολο εικόνων που, εκ πρώτης όψεως, δεν μοιάζει καθόλου αρμονικό. Παρόλα αυτά, το εξώφυλλο αποτέλεσε παράδειγμα προς μίμηση για εκατοντάδες άλλα που σχεδιάστηκαν κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του '50 και του '60. 




Μπορεί τα εξώφυλλα των βιβλίων να υπήρξαν αδυναμία του, πέρα από αυτά, όμως, ο Alvin Lustig  επιμελήθηκε διαφημιστικούς καταλόγους διαφόρων ειδών, σχεδίασε εξώφυλλα δίσκων, αφίσες, έπιπλα, σκηνές για το αμερικανικό κινούμενο σχέδιο Mr. Magoo (εκείνον τον αξιολάτρευτο κύριο με το καπέλο, τα γυαλιά και την ομπρέλα), έπιπλα, ακόμη και ένα ελικόπτερο. Και δεν ξέρουμε τι άλλο θα έκανε αν η ζωή του δεν έφτανε τόσο γρήγορα στο τέλος της. 

Μέχρι την εποχή του Lustig, τα εξώφυλλα ακολουθούσαν μια πεπατημένη πολύ κοντά στην παράδοση που αφορούσε την τυπογραφία, και την αγορά του βιβλίου γενικότερα: εικονογραφημένα, με πλούσιο διάκοσμο στο περιθώριο και ένα ή δύο από τα πρωταγωνιστικά πρόσωπα στο κέντρο του κάδρου, ζωγραφισμένα με έναν τρόπο που τα σκιαγραφούσε και ως λογοτεχνικούς χαρακτήρες. Βοηθούσαν, δηλαδή, τον αναγνώστη να εικάσει σκοπούς, προθέσεις, αδιέξοδα και διλήμματά τους, παρατηρώντας απλά την εικόνα. Σήμερα, η περιγραφή που προηγήθηκε θυμίζει περισσότερο βίπερ (ευτελή σε περιεχόμενο και ποιότητα, να όμως που και αυτά θεωρήθηκαν καλτ και αποτελούν σήμερα αντικείμενο μανιώδους αναζήτησης για πολλούς συλλέκτες).



 























Ο Lustig απέρριψε το είδος του εξώφυλλου που επιχειρούσε μέσω της εικόνας να αποτελέσει περίληψη της "ιστορίας", ή έστω να αποδώσει τα σημαντικότερα σημεία της. Όπως έλεγε και ο ίδιος, αυτό που προτιμούσε ήταν να διαβάζει το κείμενο, να πιάνει τον παλμό του συγγραφέα και ύστερα να δημιουργεί στη δική του γλώσσα. Σχεδιάζοντας, απλά μετέφερε,  σε πολύ αδρές γραμμές, την ατμόσφαιρα που για κείνον απέπνεε το βιβλίο.



Χωρίς να απορρίπτει την παράδοση, προσπάθησε να δώσει στην γραφιστική τέχνη μια αφηρημένη, μη παραστατική μορφή. Προσέγγιζε  κάθε έργο με ευαισθησία, χωρίς όμως να αποσκοπεί στη διέγερση του ματιού ή τον εντυπωσιασμό. 

Δεν είναι πάντως τυχαίο ότι τα κέρδη των εκδοτών της σειράς "Modern Classics" εκτοξεύτηκαν στα ύψη, ενώ πολλοί υποστηρίζουν ότι τα εξώφυλλα του Lustig έκαναν τόσο μεγάλη εντύπωση,  που αποτέλεσαν κι αυτά ένα λόγο για την αύξηση του αμερικανικού αναγνωστικού κοινού καθ' όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του '50. Ενός κοινού που προτιμούσε μάλιστα κλασικά έργα αμερικανικής και αγγλικής λογοτεχνίας. 

Αντίθετα, άλλες σειρές, όπως η "Modern Library" ή η "Everyman's Library", δεν τα πήγαιναν καθόλου καλά με τις πωλήσεις. Εκεί τα εξώφυλλα παρέμεναν ακόμη προσκολλημένα σε μια παράδοση που είχε ξεπεραστεί. 




Πέρα από όλα τα άλλα, η τέχνη του Alvin Lustig συνετέλεσε, νομίζω, στο να αλλάξει άρδην η άποψη του κόσμου για την ανάγνωση. Το βιβλίο  από είδος πολυτελείας είχε αρχίσει να μετατρέπεται σε "χρηστικό" αντικείμενο: απλό, μικρό, ελαφρύ, εύκολο στη μεταφορά του, να χωρά και στην πιο διακριτική τσάντα. Τα δερματόδετα, χρυσόδετα, σκληρόδετα εξώφυλλα, που ξεφύλλιζε και μελετούσε κανείς στις βιβλιοθήκες, άρχισαν σταδιακά να εγκαταλείπονται. Η τιμή του βιβλίου ήταν πια προσιτή. 

Ο Lustig δεν ήθελε τα βιβλία που σχεδίαζε να θυμίζουν τον συντηρητισμό των ακαδημαϊκών, ούτε να χρειάζεται κανείς υποτροφία για να τα αγοράσει. Η αξία τους ήταν, έτσι κι αλλιώς, ανεκτίμητη. 

***

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου