Σελίδες

Δευτέρα 1 Αυγούστου 2022

Μαθήματα λογοτεχνίας από τον Χούλιο Κορτάσαρ

"Όσο πιο λογοτεχνική είναι η λογοτεχνία, τόσο πιο ιστορική και επιδραστική γίνεται".

Στα Μαθήματα Λογοτεχνίας του Χούλιο Κορτάσαρ περιλαμβάνονται οκτώ διαλέξεις που έδωσε ο συγγραφέας στους φοιτητές του τμήματος Νοτιαμερικανικών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Μπέρκλεϊ. Στην πραγματικότητα πρόκειται για μια μεγάλη κουβέντα που κάνει ο Κορτάσαρ με τους φοιτητές του και αφορά τα πάντα: τον ρεαλισμό και το φανταστικό, τη μουσική και το χιούμορ, τον ερωτισμό και τον χρόνο, το μοιραίο, τα βασικά χαρακτηριστικά της λατινοαμερικανικής λογοτεχνίας, και όχι μόνο. 

Ακούγοντας ή διαβάζοντας τον Κορτάσαρ καταλαβαίνει κανείς πώς είναι δυνατόν να περάσεις από τη λατρεία της λογοτεχνίας χάριν της λογοτεχνίας στη λατρεία της λογοτεχνίας ως μελέτης της ανθρώπινης συνθήκης, αλλά και ως μορφής συμμετοχής στις ιστορικές διεργασίες που τελούνται σε αυτό που ο καθένας μας ονομάζει πατρίδα. 

Τα σημεία του βιβλίου που επέλεξα να σταχυολογήσω είναι όσα με τον έναν ή τον άλλον τρόπο αναφέρονται στη σχέση της λογοτεχνίας με την Ιστορία, στον κοινωνικό ρόλο που καλείται ή μπορεί να επιτελέσει και σε αυτό που πολλοί αποκαλούν "στράτευση" του καλλιτέχνη. Ο Κορτάσαρ παραδέχεται πως "σήμερα, το να γράφεις ή να διαβάζεις λογοτεχνία προϋποθέτει την αδιαμφισβήτητη παρουσία του ιστορικού και του γεωπολιτικού πλαισίου μέσα στο οποίο διενεργείται αυτή η ανάγνωση ή η γραφή", δίνοντας, όμως, στην έννοια της στράτευσης μια νέα, ευρύτερη σημασία. 

Αυτό που ήθελα να πω –εξ ου και η παρανόηση– και θα το επαναλάβω τώρα, ίσως πιο ξεκάθαρα, είναι πως, κυρίως αυτόν τον καιρό και κυρίως στη Λατινική Αμερική με αυτά που περνάει τώρα, δεν ανέχομαι αυτό το είδος μυθοπλασίας που περιστρέφεται γύρω από τον εαυτό της και μόνο, όπου αισθάνεσαι πως ο συγγραφέας δημιουργεί ένα έργο μυθοπλασίας ή φαντασίας και μόνο, αποφεύγοντας ηθελημένα μια πραγματικότητα που τον περιβάλλει, που ορθώνεται μπροστά του και του ζητάει ν’ ανοίξουν ένα διάλογο μες στα βιβλία που αυτός ο άνθρωπος θα γράψει. Το φανταστικό, που τόσο πολύ το αγαπώ και το ‘χω χρησιμοποιήσει για να κτίσω το έργο μου, είναι το μόνο που βοηθάει να προβληθεί πιο καθαρά και πιο δυνατά η πραγματικότητα που μας περιβάλλει. 


[...] αν υπάρχει κάτι που υπερασπίζομαι για τον εαυτό μου, για τη γραφή, για τη λογοτεχνία, για όλους τους συγγραφείς και όλους τους αναγνώστες, είναι το κυρίαρχο δικαίωμα του συγγραφέα να γράφει ό,τι του υπαγορεύουν η συνείδησή του και η προσωπική του αξιοπρέπεια. Αν αυτός ο συγγραφέας είναι στρατευμένος σε μια ιδεολογία και γράφει γι’ αυτήν, ως συγγραφέας εκπληρώνει το χρέος του, και αν, παράλληλα, εξακολουθεί να επιτελεί το λογοτεχνικό του έργο λόγου χάριν της ίδιας της λογοτεχνίας –αυτήν του πρώτου σταδίου–, είναι αποκλειστικό του δικαίωμα και κανείς δεν μπορεί να τον επικρίνει γι’ αυτό. 


Αν η λογοτεχνία περιέχει την πραγματικότητα, υπάρχουν πραγματικότητες που κάνουν ό,τι μπορούν για να διώξουν τη λογοτεχνία· και τότε είναι που η λογοτεχνία, η καλύτερη εκδοχή της, εκείνη που δεν είναι συνεργός ή απολογήτρια ή ευνοούμενη αυτής της κατάστασης των πραγμάτων, σηκώνει το γάντι, καταγγέλλει αυτή την πραγματικότητα περιγράφοντάς την, και το μήνυμά της φτάνει πάντα στον προορισμό του· οι μποτίλιες συλλέγονται και ανοίγονται από αναγνώστες που όχι μόνο καταλαβαίνουν αλλά και, πολλές φορές, παίρνουν θέση και μετατρέπουν αυτή τη λογοτεχνία σε κάτι περισσότερο από μια αισθητική απόλαυση ή μια ώρα ψυχαγωγίας. 


Δεν είναι επιτακτικό ή υποχρεωτικό αυτή η λογοτεχνία της εξορίας να έχει πολιτικό περιεχόμενο ή να παρουσιάζεται ως κατεξοχήν ιδεολογική δραστηριότητα. Όταν ένας υπεύθυνος συγγραφέας δημιουργεί δίνοντας όλο του τον εαυτό, ό,τι γράψει θα είναι ένα όπλο σ’ αυτή η δύσκολη διαμάχη που δίνουμε μέρα με τη μέρα. Ένα ερωτικό ποίημα, ένα αμιγώς φανταστικό διήγημα, είναι η ωραιότερη απόδειξη πως δεν υπάρχει δικτατορία ή καταπίεση που να μπορεί να διαρρήξει αυτόν τον βαθύ δεσμό ανάμεσα στους καλύτερους συγγραφείς μας και την πραγματικότητα των λαών τους, αυτή την πραγματικότητα που χρειάζεται την ομορφιά όσο χρειάζεται και την αλήθεια και την καλοσύνη

Σε όλες τις εκδοχές, θετικές ή αρνητικές, της σχέσης μεταξύ πραγματικότητας και λογοτεχνίας, αυτό που κατά βάθος διακυβεύεται είναι η προσέγγιση της αλήθειας μέσω της φαντασίας, της διαίσθησης, των πνευματικών και αισθητικών σχέσεων που φέρνουν αποκαλύψεις, οι οποίες, με τη σειρά τους, θα αποτελέσουν μέρος ενός μυθιστορήματος ή ενός διηγήματος ή ενός ποιήματος. Τώρα, περισσότερο από ποτέ, ο συγγραφέας και ο αναγνώστης γνωρίζουν ότι το λογοτεχνικό είναι ένας ιστορικός παράγων, μια κοινωνική δύναμη, κι ότι το μεγάλο κι ωραίο παράδοξο είναι πως όσο πιο λογοτεχνική είναι η λογοτεχνία, αν μου επιτρέπεται η ταυτολογία, τόσο πιο ιστορική και επιδραστική γίνεται. 

Η λογοτεχνία επιτελεί μια κοινωνική και ιστορική αποστολή, χωρίς αυτό να σημαίνει πως οφείλει να μένει πιστή στην πραγματικότητα με τον τρόπο που το έκαναν οι ρεαλιστές. Ο Κορτάσαρ μιλά γι’ αυτόν τον κάποτε απροσδιόριστο αλλά πάντα αδιαμφισβήτητο δεσμό μεταξύ μιας λογοτεχνίας που δεν κρύβει κάτω από το χαλί την πραγματικότητα, και αυτών που αναγνωρίζουν μέσα της τον εαυτό τους, ενώ εκείνη, την ίδια στιγμή, τους μεταφέρει σε επίπεδα αυτεπίγνωσης, πολιτικής και αισθητικής πέρα από τον εαυτό που γνώριζαν.

***

Χούλιο Κορτάσαρ, Μαθήματα λογοτεχνίας (μτφρ.: Αχιλλέας Κυριακίδης), Εκδόσεις Opera, Αθήνα 2021